Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
Ὑπάρχει ἀλληλεπίδραση ψυχῆς καί σώματος.
Ἡ προσευχή ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος ἐξουδετερώνει τόν σωματικό κόπο.
Ὁ σωματικός κόπος γιά τόν Χριστό (ἀγρυπνία, μετάνοιες, νηστεία κ.λ.π.) φέρνει τή χάρη στήν ψυχή, διότι ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο. Πρέπει κανείς, δίδασκε μιλώντας ἀπό τήν ἀσκητική ἐμπειρία του ὁ Γέροντας, νά προλαβαίνει καί νά ἐξουδετερώνει τήν «γκρίνια» τοῦ κουρασμένου σώματος, ἀνεβάζοντας τήν ἔνταση τῆς προσευχῆς.
Ἔλεγε: «Αὐτός πού ἀγρυπνεῖ τή νύκτα στήν προσευχή, τήν ἄλλη μέρα μπορεῖ νά ἐργασθεῖ πιό καλά, διότι τόν χαριτώνει ὁ Θεός κι ἀνανεώνεται ψυχικά. Ἀντίθετα, ὅποιος δέν ἔχει διάθεση νά κάνει θυσίες γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἴδιος ἀποκλείει τόν ἑαυτό του ἀπ’ τήν χάρι. Ὁ σωματικός κόπος κάνει τό σῶμα νά παραπονιέται καί νά γκρινιάζει καί ν’ ἀντιδρᾶ, δέν μπορεῖ, ὅμως, νά κάνει ράθυμη τήν ψυχή στήν προσευχή. Ἁπλᾶ βάζεις τό ραδιόφωνο πιό δυνατά, ἀκούεις τή μουσική, τήν ἀπολαμβάνεις καί δέν ἀκούεις πιά τίς γκρίνιες. Ἐννοῶ ὅτι δυναμώνοντας ἡ προσευχή ἐξουδετερώνει τόν κόπο.
Πρίν γκρινιάξεις γιά τόν σωματικό κόπο, ἄρχισε τήν εὐχή, γιατί, ὅταν γκρινιάξεις, φεύγει ἡ χάρις καί μένεις μέ τήν δύναμή σου. Ἄν πεῖς τρεῖς φορές τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», προχωράεις μέ χαρά. Σέ βλέπει ὁ Θεός κι ἁπλώνει τό χέρι καί σέ πιάνει. Ἀπό κεῖ καί πέρα θ’ ἀρχίσει ἡ ἀληθινή κοινωνία μ’ Ἐκεῖνον. Ὅταν ὁ σωματικός κόπος- μετάνοιες, ἀγρυπνίες, θυσίες- γίνεται μέ ἀγάπη, μέ ἔρωτα, δέν βλάπτει τό σῶμα. Ὅταν γίνεται ἐλεύθερα καί μέ ἀγάπη πρός τό ἀγαπώμενο πρόσωπο, τόν Χριστό, δείχνει πόσο κανείς Τόν ἀγαπάει. Κανείς δέν λογαριάζει κόπο γι’ αὐτόν πού ἀγαπάει. Ἀνεβαίνει, παραδείγματος χάριν, ἕνας τό βουνό, κοπιάζει , μοχθεῖ, ἱδρώνει. «Γιατί τό ἔκανες;» τόν ρωτοῦν. «Γι’ αὐτόν πού ἀγαπάω, ἀπαντάει, γιατί καταλάβαινα πώς θά τόν εὐχαριστήσω». Ὁ ἄνθρωπος, ὁ πιστός, δείχνει καί μέ αἰσθητά μέσα τήν ἀγάπη του, τήν ἀφοσίωσή του, τή λατρεία του στόν Χριστό. Νά γιατί ὁ σωματικός κόπος, νά γιατί οἱ μετάνοιες. Ὄχι γιά νά κερδήσεις κάτι, ἀλλά γιατί δέν σ’ ἀφήνει ἡ ἀγάπη, ὁ ἔρωτας πρός τόν Χριστό νά κάνεις ἀλλιῶς. Θά πεῖ ἴσως κάποιος: «Τήν ἀγάπη τήν ἔχω στήν καρδιά μου». Ναί ἀλλά οἱ μετάνοιες κι ὅλες οἱ ἀσκήσεις χρειάζονται, διότι εἶναι μέν τύποι, ἀλλά μέσῳ αὐτῶν τῶν τύπων κατορθώνομε νά μπαίνομε στήν οὐσία. Ἄν δέν μποῦμε ἐκεῖ, ὅλ’ αὐτά εἶναι μηδέν. Ἔτσι εἶναι. Νά κάνω τώρα τοῦμπες, νά βλέπει ὁ Θεός, νά εὐχαριστηθεῖ; Δέν εὐχαριστιέται ὁ Θεός ἀπ’ αὐτά. Οὔτε προσθέτομε τίποτα στόν Χριστό μέ τή λατρεία πού Τοῦ κάνομε. Ἐμεῖς καρπούμεθα, ἐμεῖς ἔχομε αὐτή τήν ἀνάγκη. Τώρα ἔχουν βγεῖ ἐδῶ χίλιες δυό αἱρέσεις. Κι εἴδατε τί παιδεμό κάνουνε; Φθάνουνε σέ γυμναστικές ἀσκήσεις, πού τά πόδια νά στέκουν ὄρθια κατά πάνω καί τό κεφάλι κάτω. Κατορθώνουνε φοβερές σωματικές ἀσκήσεις καί προσπαθοῦν μ’ αὐτές νά ἐπιβληθοῦν καί νά ἐπιβληθοῦν καί νά ἐπιδράσουν στήν ψυχή. Ἐμεῖς δέν λέμε ἔτσι, ἀλλ’ ὅταν οἱ μετάνοιες γίνονται γιά τόν Χριστό, ἀπευθείας ἐπιδρᾶ στήν ψυχή ἡ χάρις καί φέρνει τή μετάνοια καί φέρνει τή γαλήνη καί τήν εἰρήνη καί τή χαρά. Ἀλλ’ αὐτά ἔρχονται μέ τή θεία χάρι καί μετά ὠφελεῖται καί τό σῶμα» [i].
Μέ τίς μετάνοιες, ἔλεγε, δείχνουμε τόν σεβασμό καί τήν μικρότητά μας στό Θεό μ’ ἕναν αἰσθητό τρόπο. Αὐτές ταπεινώνουν τό σῶμα καί τότε ἔρχεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ.
«Κάποτε» δίδασκε ὁ Γέροντας «ὑπῆρχαν ἄρχοντες καί δοῦλοι. Γιά νά δείξουν τήν ὑποταγή τους καί τό σεβασμό τους ἀπέναντί τους, οἱ δοῦλοι γονάτιζαν μπροστά στούς ἄρχοντες. Ἔτσι κι ἐμεῖς μέ τίς μετάνοιες δείχνομε ὅτι εἴμαστε ταπεινοί δοῦλοι τοῦ Θεοῦ. Δείχνομε τή μικρότητά μας καί τό σεβασμό μας μ’ ἕναν αἰσθητό τρόπο. Μέ τίς μετάνοιες κάτι γίνεται· ταπεινώνεται ὁ χριστιανός κι αὐτό βοηθάει, ὥστε νά ἔλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ μέσα του. Ὅταν ἔλθει ἡ χάρις, τότε ἡ καρδιά του γίνεται φωτιά. Ἡ φωτιά τῆς ἀγάπης κάνει θυσίες. Θυσία καί προσφορά εἶναι οἱ μετάνοιες· θυσία ἀγάπης, λατρεία. Καί στή λατρεία συμμετέχει ὅλος ὁ ἄνθρωπος, ψυχή καί σῶμα»[ii].
Τό σῶμα, σύμφωνα μέ τήν ἁγιοπατερική διδασκαλία, δέν πρέπει νά τό καλοπιάνουμε ἀλλά νά τό σκληραγωγοῦμε, νά τό ἀσκοῦμε. Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Νά μή λυπᾶσθε τό σῶμα. Νά τό παιδεύετε. Δέν μπορεῖτε νά καταλάβετε τί εἶναι ἡ φωτιά τῆς ἀγάπης. Πρέπει νά κάνετε θυσία, ἄσκηση. Ἄσκηση πνευματική καί σωματική. Χωρίς ἄσκηση δέν γίνεται τίποτα. Νά κάνετε ὑπακοή στό πνευματικό πρόγραμμα, ἐπί παραδείγματι, κανόνα, ἀκολουθίες κ.λ.π., καί νά μήν τό ἀμελεῖτε. Νά μήν ἀναβάλλετε γιά αὔριο. Οὔτε ἀρρώστια νά τό χαλάει, μόνο ἀρρώστια πρός θάνατο. Ἐγώ μικρός ἔκανα τρεῖς χιλιάδες μετάνοιες τήν ἡμέρα καί δέν κουραζόμουνα, ἤμουνα πολύ σκληραγωγημένος. Παίδευα τόν ἑαυτό μου, περιφρονοῦσα τόν κόπο. Ἐνῶ γύριζα κατάκοπος ἀπ’ τό βουνό, πού κουβαλοῦσα τά ξύλα, στό Ἅγιον Ὄρος, οἱ Γέροντες μ’ ἔβαζαν νά σκάψω τόν κῆπο. Παίδευα καί περιφρονοῦσα τό σῶμα κι ὅμως ἤμουνα πολύ γερός. Ἀλλά εἶχα καί τόση φωτιά μέσα μου! Τόση φωτιά! Νά σᾶς δείξω πῶς τίς ἔκανα τίς μετάνοιες. Τίς ἔκανα στρωτές καί γρήγορα, χωρίς ν’ ἀκουμπῶ τά γόνατα στό ἔδαφος. Πρῶτα ἔκανα τό σταυρό χτυπώντας τά δάχτυλα μέ δύναμη στό μέτωπο, ἔπειτα στό γόνατο καί μετά ψηλά στούς ὤμους, συμμετρικά. Μετά ἀκουμποῦσα τά χέρια στό ἔδαφος καί σηκωνόμουνα γρήγορα. Τότε πατοῦσα λίγο τά γόνατα. Εἴδατε πῶς συμμετέχουν σῶμα καί ψυχή στή λατρεία τοῦ Θεοῦ; Ὁ νοῦς, ἡ καρδιά στόν Χριστό· καί τό σῶμα στόν Χριστό»[iii].
Οἱ μετάνοιες καί γενικά ἡ ἄσκηση δέν εἶναι βέβαια αὐτοσκοπός, οὔτε κάποιο «καθῆκον νομικοῦ τύπου», ἀλλά μέσο γιά νά ἀγαπήσουμε· πρέπει νά γίνονται μέ ἀγάπη πρός τόν Χριστό καί ὄχι «τυπικά».
Ὁ ἀγωνιστής Γέροντας προέτρεπε: «Νά κάνετε τίς μετάνοιες μ’ εὐλάβεια κι ἀγάπη καί νά μήν τίς μετρᾶτε. Καλύτερα νά κάνετε δέκα καί καλές παρά πολλές καί χωρίς ζῆλο, χωρίς λατρεία καί θεῖο ἔρωτα. Κάνετε ὅσες μπορεῖτε, ἀνάλογα μέ τή διάθεση, ἀλλά ὄχι ψευτομετάνοιες καί ψευτοπροσευχές. Ὄχι τυπικά πράγματα στόν Θεό. Ὁ Θεός ζητάει ὅ,τι κάνομε γιά Ἐκεῖνον, νά γίνεται «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας» (Πρβλ. Μαρκ.12, 30, 33· Λουκ. 10, 27)…Οἱ μετάνοιες εἶναι καί γυμναστική. Καί- ἄν κι αὐτό δέν πρέπει καθόλου νά τό σκεπτόμαστε- δέν ὑπάρχει καλύτερη γυμναστική ἀπ’ αὐτή γιά τό στομάχι, τά ἔντερα, τό στῆθος, τήν καρδιά, τή σπονδυλική στήλη. Εἶναι πάρα πολύ ὠφέλιμη, γιατί νά μήν τήν κάνομε; Ὅταν αὐτή ἡ ἄσκηση γίνεται στή λατρεία τοῦ Θεοῦ καί κατορθώνει ἡ ψυχή αὐτή τή λατρεία, γεμίζει χαρά, γαληνεύει καί εἰρηνεύει. Αὐτό εἶναι τό πᾶν. Ὁπότε βέβαια καί τό ἄλλο, τό σῶμα, τό ὠφελεῖ. Ἕπεται καί ἀκολουθεῖ καί ὠφελεῖται κι αὐτό. Καταλάβατε; Στήν ψυχή ἔρχεται εἰρήνη καί γαλήνη καί στό σῶμα ἡ καλή λειτουργία ὅλων τῶν συστημάτων τοῦ ὀργανισμοῦ μας, ὅπως εἶναι τό κυκλοφορικό, τό πεπτικό, τό ἀναπνευστικό, τό ἐνδοκρινολογικό, τά ὁποῖα ἄμεση ἔχουν σχέση μέ τήν ψυχή μας»[iv].
Ὑπάρχει ἀλληλεπίδραση, ὅπως εἶναι γνωστό καί ἀπό τήν ἰατρική ἐπιστήμη, σωματικῆς καί πνευματικῆς ὑγείας. Ἡ πνευματική ὑγεία φέρνει καί τήν σωματική ἴαση. Ἡ πνευματική ἀκαταστασία, τό ἄγχος κ.λ.π. προκαλοῦν τά λεγόμενα
ψυχοσωματικά νοσήματα. Ἔλεγε ὁ Γέροντας:«Ὅταν παραδοθοῦμε στόν Χριστό, εἰρηνεύει ὁ πνευματικός μας ὀργανισμός, μέ ἀποτέλεσμα τή φυσιολογική λειτουργία ὅλων τῶν ὀργάνων καί τῶν ἀδένων. Ὅλα ἐπηρεάζονται. Γινόμαστε καλά, παύομε νά ὑποφέρομε. Καί καρκίνο νά ἔχομε, ἄν τ’ ἀφήσομε στόν Θεό καί γαληνεύσει ἡ ψυχή μας, μπορεῖ ἡ θεία χάρις μέ τή γαλήνη αὐτή νά ἐνεργήσει νά φύγει καί ὁ καρκίνος καί ὅλα. Κι ἄν θέλετε νά μάθετε, καί τό ἕλκος στομάχου ἀπό τή νεύρωση δημιουργεῖται. Τό συμπαθητικό σύστημα, ἐνῶ πιέζεται, σφίγγεται καί παθαίνει καί ἔτσι δημιουργεῖται τό ἕλκος. Μιά, δυό, τρεῖς, σφίξιμο, σφίξιμο, στενοχώρια, στενοχώρια, ἄγχος, ἄγχος, πώπ! ἕλκος. Ἕλκος ἤ καρκίνος, ἐξαρτᾶται. Ὅταν στήν ψυχή μας ὑπάρχουν μπερδέματα, ἐπιδροῦν στό σῶμα καί ἡ ὑγεία δέν πηγαίνει καλά. Τό τέλειο εἶναι νά μήν προσευχόμαστε γιά τήν ὑγεία μας. Νά μήν εὐχόμαστε νά γίνομε καλά, ἀλλά νά γίνομε καλοί»[v] .
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3.blogspot.com
Ἀπόσπασμα ἀπό τή μελέτη: Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Γέροντος Πορφυρίου τοῦ Ἁγιορείτου.
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσ. Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.