Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Μνήμη (αγίου) Χριστοφόρου του Παπουλάκου (18 Ιανουαρίου 1861)


Παπουλάκος, εικόνα 1Ήταν ένας απλός άνθρωπος, ερωτευμένος με το Χριστό, που παράτησε τα πάντα και ασκήτεψε.
Κάποια στιγμή άρχισε να γυρίζει τα χωριά και να μιλάει για το Χριστό και την αγάπη στους ανθρώπους, που είχαν μεσάνυχτα για την ίδια τη δική τους πνευματική κληρονομιά – για τη δική τους πνευματική κληρονομιά τους μιλούσε, μια κληρονομιά που οδήγησε και οδηγεί χιλιάδες ανθρώπους από πολλά έθνη στην αγιότητα.

Τα λόγια του στάζανε μέλι (κατά τη διάρκεια ομιλιών του, ληστές έφεραν πίσω τα κλεμμένα, ορκισμένοι εχθροί έδωσαν τα χέρια κ.τ.λ.) και ο λαός τον σεβάστηκε και τον αγάπησε.

Μετά όμως πληροφορήθηκε πως εκείνοι που κυβερνούσαν τη χώρα (η οποία πριν λίγες μόλις δεκαετίες είχε φύγει από τη μακραίωνη τουρκική σκλαβιά) περιφρονούσαν αυτή την πνευματική κληρονομιά -όντας ξένοι και αλλόθρησκοι- και προσπαθούσαν να την υποβαθμίσουν (ακόμα & με τη βία, π.χ. κλείνοντας μοναστήρια, επιβάλλοντας σε μοναχούς και μοναχές να βγάλουν τα ράσα, πετώντας ιερά κειμήλια στα σκουπίδια) και να την αντικαταστήσουν με έναν ξενόφερτο πολιτισμό, με ξενόφερτες κοσμοθεωρίες και μοντέρνο, εκσυγχρονισμένο, τρόπο ζωής, όχι πλέον παραδοσιακό και “υπανάπτυκτο”… Και τότε πόνεσε και θύμωσε πάρα πολύ κι άρχισε να τους ασκεί σκληρή κριτική.

Οι άρχοντες του τόπου φοβήθηκαν αυτό τον αγράμματο ασκητικό καλόγερο, γιατί έβλεπαν πως ο λαός τον ακούει (όπως φοβήθηκε ο Ηρώδης τον άγιο Γιάννη τον Πρόδρομο, και δεν καταλάβαινε πως ο Πρόδρομος ήταν ο μοναδικός του φίλος, τον οποίο σκότωσε). Επιστράτευσαν λοιπόν τους ηγέτες της Εκκλησίας της Ελλάδας, που ήταν δικοί τους άνθρωποι, κι εκείνοι τον κάλεσαν (πήγε ολόκληρος στρατός να τον πιάσει, γιατί τον ακολουθούσαν χιλιάδες λαού), τον πέρασαν από εκκλησιαστικό δικαστήριο, τον καταδίκασαν και τον φυλάκισαν στο κελί ενός μοναστηριού, φρουρούμενο, για όλη την...

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

ΑΚΗΔΙΑ ΚΑΙ ΛΙΠΟΨΥΧΙΑ






Διδαχές Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ

Αχώριστος σύντροφος του πνεύματος της λύπης είναι η ακηδία. Όπως παρατηρούν οι πατέρες, η ακηδία προ­σβάλλει το μοναχό περίπου το καταμεσήμερο και του προκαλεί τέτοια ακαταστασία, ώστε τόσο ο τόπος όπου ζει όσο και οι αδελφοί πού ζουν μαζί του, του γίνονται ανυπόφοροι. Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης εγείρεται μέσα του ένα είδος αηδίας και μεγάλης πείνας και χα­σμουριέται πολύ συχνά. Μόλις ή κοιλιά του ικανοποιη­θεί, ο δαίμονας της ακηδίας προτείνει στο μοναχό την ιδέα να βγει από το κελί του και να μιλήσει σε κάποιον αδελφό, υποστηρίζοντας ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί κανείς να σωθεί από την ακηδία είναι ή συνεχής συζή­τηση με τους άλλους. Ό μοναχός πού έχει κυριευθεί από την ακηδία είναι σαν ένα λεπτό ζιζάνιο πού δε σταματά ούτε λε­πτό, άλλα βρίσκεται πάντα στη διάθεση του άνεμου. Είναι σαν ένα μικρό σύννεφο πού καταδιώκεται από τον άνεμο.

Ό δαίμονας αυτός, αν δεν μπορέσει να παραπλανήσει το μοναχό να βγει από το κελί του, αρχίζει να αποσπά το νου του κατά τη διάρκεια της προσευχής και της ανά­γνωσης. Αρχίζει να του υποβάλει τις σκέψεις ότι αυτό δεν έπρεπε να είναι έτσι, εκείνο δεν ανήκει έδώ, θα πρέπει κανείς να βάλει τα πράγματα σε τάξη. Και ο δαί­μονας κάνει όλα αυτά για να καταστήσει το πνεύμα του μοναχού αργό και στείρο.

Ή ακηδία θεραπεύεται με την προσευχή, την αποχή από τον αργό λόγο, χειρωνακτική εργασία ανάλογα με τη δύναμη του άνθρωπου, ανάγνωση του λόγου του θεού και υπομονή. Γιατί γεννιέται από τη λιποψυχία, την αργία και τον αργό λόγο (άγιος Ισαάκ ο Σύρος).

Γι’ αυτόν πού αρχίζει τη μοναχική ζωή είναι δύσκολο να αποφύγει την ακηδία. Είναι το πρώτο πράγμα πού προσβάλλει το μοναχό. Γι’ αυτό πάνω απ’ όλα θα πρέπει να την καταπολεμήσει κανείς με αυστηρή και απόλυτη εφαρμογή όλων των διακονημάτων πού του έχουν ανατεθεί. Όταν όλες σου οι δραστηριότητες βρίσκονται σε πραγματική τάξη, τότε ή ακηδία δε θα βρει χώρο στην καρδιά σου. Μόνο εκείνοι πού δεν έχουν ρυθμίσει τις υποθέσεις τους και δεν τις έχουν βάλει σε σωστή τάξη δοκιμάζονται από την ακηδία. Ή υπακοή είναι ή καλύτε­ρη θεραπεία για τον επικίνδυνο αυτό πειρασμό.

Όταν σε κατακυριεύσει ή ακηδία, λέγε στον εαυτό σου, σύμφωνα με τις οδηγίες του αγίου Ισαάκ του Σύ­ρου: «Πάλι επιθυμείς μια ακάθαρτη και επονείδιστη ζωή. Και αν τύχει να σκεφτείς ότι είναι μεγάλη αμαρτία να αυ­τοκτονήσει κανείς (με ασκητικούς αγώνες), τότε απάν­τησε στον εαυτό σου: σκοτώνω τον εαυτό μου επειδή δεν μπορώ να ζω στην αμαρτία, θα πεθάνω έδώ, ώστε να μη δώ τον πραγματικό θάνατο, το θάνατο της ψυχής μου, το χωρισμό της από το θεό. Είναι καλύτερα για μένα να πεθάνω με αγνότητα παρά να ζήσω μια αμαρτω­λή ζωή στον κόσμο. Προτίμησα έναν τέτοιο θάνατο για τις αμαρτίες μου. Σκοτώνω τον εαυτό μου, γιατί έχω αμαρτήσει ενώπιον του θεού και δε θέλω να Τον παροργίσω άλλο. Τι αξίζει ή ζωή μου μακριά από το θεό; θα υποφέρω κάθε δοκιμασία, ώστε να μη στερηθώ την ελπίδα των ουρανών. Γιατί να φροντίσει ό θεός για μένα, αν ζω πονηρά και τον παροργίζω;»

Άλλο πράγμα είναι ή ακηδία και άλλο είναι ή ανησυχία τού πνεύματος πού καλείται λιποψυχία. Συμβαίνει μερικές φορές ό άνθρωπος να βρίσκεται σε τέτοια πνευματική κατάσταση, ώστε θα προτιμούσε να σκοτωθεί ή να μείνει αναίσθητος παρά να παραμείνει ακόμα σ' αυτή τη φοβε­ρά οδυνηρή κατάσταση. Πρέπει κανείς να φύγει από αυτή γρήγορα. Φύλαξε τον εαυτό σου από το πνεύμα της λιποψυχίας, γιατί από αυτή προέρχεται κάθε είδος δυστυχίας (άγιος Βαρσανούφιος ο Μέγας).

«Υπάρχει μια φυσική λιποψυχία, διδάσκει ο άγιος Βαρσανούφιος, πού προέρχεται από αδυναμία. Και υπάρχει λιποψυ­χία πού προκαλείται από το δαίμονα. Μπορούν να διακριθούν κατ' αυτό τον τρόπο: Ή διαβολική λιποψυχία έρχεται πριν την ώρα πού πρέπει να δώσει κανείς στον εαυτό του κάποια ανά­παυση. Ή όταν κάποιος προγραμματίζει να κάνει κάτι, πριν τε­λειώσει το ένα τρίτο ή το ένα τέταρτο από αυτό, ο δαίμονας τον πιέζει να το εγκαταλείψει. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν πρέπει κανείς να τον ακούσει, άλλα να κάνει προσευχή και να συνεχίσει με υπομονή την εργασία του. Και ο εχθρός, βλέποντας ότι ό άνθρωπος προσεύχεται λόγω αυτής της λιποψυχίας, αποσύρεται, αφού δε θέλει να δώσει καμιά ευκαιρία στον άνθρωπο να προσευχηθεί».

Ό άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει ότι, όταν ο θεός θέλει να ρίξει τον άνθρωπο σε μεγαλύτερες δοκιμασίες, του επι­τρέπει να πέσει στα χέρια της ακηδίας. Ή ακηδία του φέρνει μια μεγάλη απελπισία στην όποια δοκιμάζει τέ­τοια ψυχική στενοχώρια, πού είναι σαν να προγεύεται την κόλαση. Σαν συνέπεια αυτού εγείρεται μέσα του το πνεύμα της έξαψης και απ' αυτό πηγάζουν χιλιάδες πει­ρασμοί: ανησυχία, οργή, βλασφημία, παράπονα για την τύχη του, διεφθαρμένες σκέψεις, μετακίνηση από μια τοποθεσία σε άλλη και τα όμοια.

"Αν ρωτήσεις από τι προέρχεται αυτό, τότε θα σού απαντήσω: από την αμέλεια σου. Γιατί δεν έλαβες την πρόνοια να αναζητήσεις μια θεραπεία γι' αυτά. Γιατί για όλα αυτά υπάρχει μόνο μια θεραπεία και με τη βοήθεια αυτής ο άνθρωπος βρίσκει εύκολα παρηγοριά στη ψυχή του. Και τι είδους θεραπεία είναι αυτή; Ή ταπείνωση της καρδιάς. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, έκτος απ' αυτόν, για να μπορέσει ο άνθρωπος να καταρρίψει τους τοί­χους αυτών των κακιών. Διαφορετικά, θα διαπιστώσει ότι οι κακίες αυτές θα τον κατανικήσουν. Ή ακηδία μερικές φορές καλείται από τους άγιους πατέρες αργία, οκνηρία ή νωθρότητα.

Δώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ’ εκείνον που έχει ανάγκη


Μετά την παράβαση, λοιπόν, εμφανίστηκαν οι φθόνοι και οι φιλονικίες και η δολερή τυραννία του διαβόλου, που παρασύρει πάντα με τη λαιμαργία της ηδονής και ξεσηκώνει τους πιο τολμηρούς ενάντια στους πιο αδύνατους. Μετά την παράβαση, το ανθρώπινο γένος χωρίστηκε σε διάφορες φυλές με διάφορα ονόματα και η πλεονεξία κατακερμάτισε την ευγένεια της φύσεως, αφού πήρε και το νόμο βοηθό της.
Εσύ, όμως, να κοιτάς την αρχική ενότητα και ισότητα, όχι την τελική διαίρεση· όχι το νόμο που επικράτησε, αλλά το νόμο του Δημιουργού. Βοήθησε, όσο μπορείς, τη φύση, τίμησε την πρότερη ελευθερία, δείξε σεβασμό στον εαυτό σου, συγκάλυψε την ατιμία του γένους σου, παραστάσου στην αρρώστια, σύντρεξε στην ανάγκη.

Παρηγόρησε ο γερός τον άρρωστο, ο πλούσιος τον φτωχό, ο όρθιος τον πεσμένο, ο χαρούμενος τον λυπημένο, ο ευτυχισμένος τον δυστυχισμένο.

Δώσε κάτι στο Θεό ως δώρο ευχαριστήριο, για το ότι είσαι ένας απ' αυτούς που μπορούν να ευεργετούν και όχι απ' αυτούς που έχουν ανάγκη να ευεργετούνται, για το ότι δεν περιμένεις εσύ βοήθεια από τα χέρια άλλων, αλλ' από τα δικά σου χέρια περιμένουν άλλοι...

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

Διδαχές Γέροντος Σωφρονίου Ζαχάρωφ 2/3

Υπερηφάνεια, υπεροψία, οίηση

Υπερηφάνεια, υπεροψία, οίηση. Η ρίζα κάθε κακού στην ψυχή μας
Η υπερηφάνεια είναι πηγή κάθε κακού στην ψυχή και χωρισμού μας από τον Θεό και τους ανθρώπους. Εκδηλώνεται σαν ανάγκη επιβεβαίωσης της ανωτερότητάς μας έναντι των άλλων και οδηγεί στην ζήλια, τον φθόνο και την κατάκριση. Είναι αποτέλεσμα της πεποίθησής μας ότι οι αρετές μας είναι δικό μας κατόρθωμα και όχι χάρισμα του Θεού. Ο υπερήφανος γίνεται σκληρόκαρδος, χωρίς ευσπλαχνία και με έπαρση γίνεται κριτής του άλλου, της ζωής του, των αδυναμιών του. Τέλος φτάνει να υπερηφανευτεί ακόμα και απέναντι στον Θεό νιώθοντας αυτάρκης και αυτοδύναμος. Αντίθετα ο ταπεινός, αναγνωρίζει την αδυναμία του και γεύεται έμπρακτα την αγάπη και την ευσπλαχνία του Θεού, γιαυτό μπορεί να δώσει παρηγοριά, ελπίδα και αγάπη. Λύση απέναντι στους περήφανους λογισμούς υπεροχής για τα χαρίσματά μας είναι η βαθιά μας συναίσθηση ότι αυτά μας έχουν δοθεί από τον Θεό για να τα προσφέρουμε αγαπητικά ο ένας στον άλλον σε μία κοινωνία ανθρώπων που αλληλοσυμπληρώνει ο ένας τον άλλον. 

Η κατά Θεόν μοναχικότητα του γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα



"Όταν κατάλαβα ότι τόσο οι γονείς μου
όσο και η οικογένειά μου, 
οι φίλοι μου, 
αλλά και όλοι οι άνθρωποι, 

δεν μπορούσαν να μου προσφέρουν
τίποτε άλλο 

παρά πόνο, 
προσβολές
και πληγές,

αποφάσισα να σταματήσω να ζω για τον κόσμο, 

και να αφιερώσω στον Κύριο

τις λιγοστές μέρες 
που μου απέμειναν να ζήσω.

Κατάλαβα ότι δεν είχα κανέναν στον κόσμο, 
εκτός απ' τον Θεό".


(Γέροντας Θαδδαίος (1914-2003) της Βιτόβνιτσα,
απ' το βιβλίο:
"Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας "
των εκδόσεων "Εν Πλώ" )

Πώς θεραπεύονται οι αναμνήσεις;


Интериор - храм "Св. пророк Илия"

Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου


     Μαύρες σκέψεις, οδυνηρές αναμνήσεις..Πώς δεν θα έρχονται μαύρες σκέψεις στο μυαλό; Πώς θεραπεύονται οι οδυνηρές αναμνήσεις; 

     Αν δεν θέλουμε να έρχονται μαύρες σκέψεις στο μυαλό, να μην βάζουμε καρδιά σε όλα τα πράγματα. Η καρδιά είναι του Θεού. Το να βάζουμε στην καρδιά πράγματα στα οποία δεν είναι ο Θεός είναι η αιτία που έρχονται μαύρες σκέψεις στο μυαλό. Γιατί αντί να λατρεύουμε το Θεό, λατρεύουμε τα είδωλα. Η καρδιά είναι άγιος τόπος, προορισμένος για το Θεό.

      Να μην αφήνουμε  να γεννηθεί στην καρδιά σκέψη που δεν είναι του Θεού.  Διώχνουμε τις μαύρες σκέψεις, με το να εξετάζουμε , αν είναι ο Θεός εκεί. 

     Ακόμα καλύτερα, επικαλούμαστε το όνομα του Ιησού. 

      Με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με την επίκληση του Ονόματος θεραπεύονται οι  αναμνήσεις. 'Οταν έρχονται στο μυαλό οδυνηρές αναμνήσεις, επικαλούμαστε το όνομα του Ιησού, 

      Οι Στωϊκοί φιλόσοφοι δεν σκοτίζονταν για πράγματα που δεν ήταν γι΄ αυτούς πολύτιμα, για λόγους αξιοπρεπειας. Μη δίνεις σημασία σ΄ αυτό, έλεγαν αν κάτι δεν είχε αξία. Οι χριστιανοί λέμε το ίδιο για τα πράγματα που δεν είναι του Θεού. Μη δίνεις σημασία σ΄ αυτό, δεν είναι ο Θεός εκεί. Οι Στωϊκοί αναζητούσαν την αξιοπρέπεια, ενώ εμείς αναζητούμε  το Θεό από αγάπη. Ο άγαπών τον Θεόν εν αυτώ εστί, λέγει ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος. 

Μοναχός Ιώβ Δοχειαρίτης ( 1919 – 15 Ιανουαρίου 1989)




Μοναχός Ιώβ Δοχειαρίτης ( 1919 – 15 Ιανουαρίου 1989)


Κατά κόσμον ονομαζόταν Σωκράτης Χρυσάνθου Κουρτελίδης. Γεννήθηκε στο Πολύστυπο της Κύπρου το έτος 1919. Στη μονή Δοχειαρίου προσήλθε αρκετά μεγάλος, το 1984. Εκάρη μοναχός το 1986. Στη μονή του Αγίου Ηρακλειδίου Κύπρου άφησε τη «γραίαν» του σύζυγον, η οποία έγινε καλή μοναχή με το όνομα Προκοπία και διήγε ωραίο, ασκητικό βίο. Τον προέτρεψε με θέρμη να μονάσει. Είχε έξι τέκνα, εγγόνια και δισέγγονα. Από μικρός εργάσθηκε στη βιοπάλη και αποκατέστησε καλά την οικογένειά του. Είχε έλθει προσκυνητής στο Άγιον Όρος και ασθένησε. Παρακάλεσε την Παναγία να τον κάνει καλά και να της αφιερωθεί. Έτσι κι έγινε.

Όταν την καρδιά του έκαιγε ο θείος πόθος, η έλξη του Χριστού, τα εγκατέλειψε όλα και δίχως να υπολογίσει τη μεγάλη του ηλικία, εισήλθε στον μοναχικό στίβο με νεανική ζέση, φιλότιμο και προθυμία. Εργάσθηκε στους κήπους της μονής άοκνα και με ζήλο, με μόνιμη συντροφιά την «τσαπούαν», το τσαπί του. Όπως γράφει ο μοναχός Θεόκτιστος Δοχειαρίτης˙ «στο κελλί του οι παρακλήσεις και οι προσευχές δεν είχαν τελειωμό. Οι νυκτερινοί του θρήνοι ακούγονταν μακριά. Στην εκκλησία πάντα πρώτος και με ενεργή και εν εγρηγόρσει συμμετοχή». Στους δύο άγαμους υιούς του είπε, αν δεν νυμφευθούν σύντομα, να έλθουν να μονάσουν μαζί του. Καθάριζε το θέρος τις ελιές και συγκέντρωνε ξύλα για τη σόμπα του τον χειμώνα. Δεν ήθελε να κουράζει τους πατέρες και να τους υποχρεώνει να τον φροντίζουν.
Ο Πανοικτίρμων, Πολυεύσπλαχνος, Παντεπόπτης και Παντογνώστης Θεός ευδόκησε ν’ αφήσει την τελευταία του πνοή στο ναό των Αρχαγγέλων. Εκοιμήθη όρθιος στο στασίδι του, κατά την απόλυση του Μεσονυκτικού στις 15.1.1989. Ανεπαύθη προσευχόμενος. Σταυροκοπούμενος κι επικαλούμενος όλους τους αγίους. Του ανοίχθηκε έτσι η ουράνια πύλη, για να ορθρίσει το πνεύμα του μετά των επουρανίων δυνάμεων και πάντων των αγίων τον αιώνιον και ασίγαστον ύμνον προς την Παναγία Τριάδα.

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

The Passion of the Christ 2004 [FULL MOVIE AND HD]

Διδαχές Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτου 1/5

«Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝ» - ΔΙΔΑΧΕΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΗΤΟΥ

alt

Ο Γέρων Πορφύριος τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του συνήθιζε να φεύγει από το Ησυχαστήριο, όπου ενοσηλεύετο και να πηγαίνει σ’ ένα ερημικό μέρος στην Εύβοια, προς την πλευρά του Αιγαίου, συνοδευόμενος από ένα δυό πρόσωπα που τον εξυπηρετούσαν, διότι ήταν τυφλός και ανήμπορος. Εκεί έμενε κάθε φορά δύο-τρεις και σπάνια περισσότερες μέρες.


Επειδή δεν υπήρχε κατάλυμα, διανυκτέρευε πολλές φορές σ’ ένα ερημοκκλησάκι ή σ’ ένα αυτοκίνητο. Στους ανθρώπους, που ήταν μαζί του, μιλούσε συχνά για την πνευματική εν Χριστώ ζωή και αυτοί από ζήλο και αγάπη κατέγραψαν μερικές φορές με μαγνητόφωνο τα λόγια του. Από τις μαγνητοφωνημένες αυτές συνομιλίες λείπουν συχνά η αρχή ή το τέλος, γιατί το μαγνητόφωνο δεν ήταν πάντα πρόχειρο. Ένα απ’ τα ωραία κομμάτια, που διασώθηκαν μ’ αυτό τον τρόπο, εκδόθηκε από το Ησυχαστήριο και σε κασέττα με τη φωνή του Γέροντος. Εδώ παρατίθεται απομαγνητοφωνημένο.


Η συνομιλία, που περιλαμβάνεται εδώ, έγινε τον Ιούλιο του 1988, στις τρεις το πρωί, μέσα σ’ ένα ερημοκκλήσι.Ο Γέροντας: .Είναι παντού. Τώρα αυτό ξηγείστε το και σεις. Εγώ δεν μπορώ να το ξηγήσω. Μόνο σας λέω, όπου σκέπτεσαι τον Άγιο Αντώνη και τώρα μπορεί να τον σκεπτώμαστε εμείς εδώ, άλλοι τον σκέπτονται στην Θηβαΐδα, άλλοι στην Αίγυπτο, άλλοι στα Ιεροσόλυμα, άλλοι στο Σινά. Αυτή την ώρα είναι κι εδώ, κι εκεί, κι εκεί, κι εκεί. Τί λέτε;


Κάποιος: Είναι παντού, γιατί είναι μέσα στη Θεία Χάρη.Ο Γέροντας: Ναι, είναι στον κόσμο τον πνευματικό. Κι’ ενώ είμαστε Χριστιανοί, τίποτε δεν ξέρουμε, ρε παιδιά, τίποτα. τίποτα δεν ξέρουμε από Χριστό!Κάποιος: Αυτή είναι η πραγματικότητα.


Ο Γέροντας: Και ζούμε οι καϋμένοι και διαβάζουμε και κάνα λόγο, ωραίος είναι, ωραία τα είπε και ο πατήρ τάδε, ωραία τα είπε και ο πατήρ τάδε, πώς τον λένε; Τάδε. Ωραία, ωραία, πολύ ωραία. Και όμως μένομε εις την νωθρότητά μας, εις την απερισκεψίαν μας και ζούμε χωρίς Χριστό.


Ο Χριστός είναι άλλο πράγμα. Όταν έλθη ο Χριστός στον άνθρωπο, όταν έλθη στην ψυχή μας, όταν πάη στον άνθρωπο ο Χριστός, όταν μπη στην ψυχή, η ψυχή γίνεται αλλοιώς. Ζη παντού, ζη στ’ άστρα, ζη στον κόσμο τον πνευματικό, ζη στο χάος, ζη στο σύμπαν, ζη. Του μιλάμε με το τηλέφωνο στη Νότιο Αφρική, στον Ινδικό Ωκεανό και μιλάει μ’ αυτούς και τους λέει για το σπίτι τους, για τα κορίτσια τους και τους λέει για την οικογένειά τους και αυτός είν’ εδώ. Καταλάβατε;


Σεις τώρα θα νομίζετε, έτσι που σας τα λέω, ότι, τέλος πάντων, εγώ είμαι κάτι. Δεν είμαι τίποτα. Όμως προσπαθώ και απ’ αυτά που λέω, λίγο, σαν τα γεύωμαι, πολύ λίγο. Και προσπαθώ και θέλω και αγαπώ, δεν θέλω να βιάζω τον εαυτό μου. Αλλά πολλές φορές τα ζω με την χάρη του Θεού, χωρίς να μιλάω. Δεν μου επιτρέπεται. Ε!. ό,τι μου επιτρέπεται, το λέω, αλλά δεν μπορώ να πω πάντοτε. Λοιπόν, ζωή χωρίς Χριστό δεν είναι ζωή. Πάει, τελείωσε. Αν δε βλέπης το Χριστό σε όλα σου τα έργα και τις σκέψεις, είσαι χωρίς Χριστό.
Πώς το είπαμε; Κατάλαβες;Θυμάμαι κι ένα τραγούδι.«Συν Χριστώ πανταχούφόβος ουδαμού».,


Τόχετε ακούσει; Ε; Το λένε τα παιδιά, δεν το θυμάμαι.Λοιπόν, έτσι πράγματι να βλέπωμε το Χριστό. Είναι φίλος μας, είναι αδελφός μας, είναι ό,τι καλό και ωραίο. Είναι το παν. Αλλά είναι φίλος και το φωνάζει: «Σας έχω φίλους, βρε, δεν το καταλαβαίνετε; Είμαστε αδέλφια. Βρε, εγώ δεν είμαι. δεν βαστάω την κόλαση στο χέρι, δεν σας φοβερίζω, σας αγαπάω. Σας θέλω να χαίρεστε μαζί μου, τη ζωή». Κατάλαβες;


Έτσι είναι ο Χριστός. Δεν έχει κατήφεια, ούτε μελαγχολία, ούτε ενδοστρέφεια, που ο άνθρωπος σκέπτεται ή βασανίζεται από διαφόρους λογισμούς και διάφορες πιέσεις, που κατά καιρούς στη ζωή του τον ετραυμάτισαν.Ο Χριστός είναι νέα ζωή. Πώς το λέω; Ο Χριστός είναι το παν. Είναι η χαρά, είναι η ζωή, είναι το φως, το φως το αληθινόν, που κάνει τον άνθρωπο να χαίρεται, να πετάη, να βλέπη όλα, να βλέπη όλους, να πονάη για όλους, να θέλη όλους μαζί του, όλους κοντά στο Χριστό.


Όταν εμείς βρίσκουμε κάποιονε θησαυρό ή ό,τι άλλο, δεν θέλομε να το λέμε πουθενά. Ο Χριστιανός όμως, όταν βρη το Χριστό, όταν γνωρίση το Χριστό, όταν ο Χριστός εγκύψη μέσα στην ψυχούλα του και τον αισθανθή, θέλει να φωνάζη και να το λέη παντού, θέλει να λέη για το Χριστό, τι είναι ο Χριστός, αγαπήσατε τον Χριστόν και μηδέν προτιμήστε της Αγάπης Αυτού. Ο Χριστός είναι το παν, είναι η πηγή της ζωής, είναι το άκρον των εφετών, είναι το παν.
Όλα στο Χριστό υπάρχουν τα ωραία.


Και μακράν του Χριστού: η θλίψις, η μελαγχολία, τα νεύρα, η στενοχώρια, οι αναμνήσεις των τραυμάτων της ζωής, των πιέσεων, των αγωνιωδών, έτσι, ωρών. Όλα, ζούμε εκείνα εκεί της ζωής μας. Και πάμε εδώ και πάμε εκεί και τίποτα, και πουθενά δεν στεκόμαστε. Όπου βρούμε το Χριστό, ας είναι και μια σπηλιά, καθόμαστε εκεί και φοβούμαστε να φύγουμε, να μη χάσουμε το Χριστό. Διαβάστε να ιδήτε. Ασκηταί, που εγνώρισαν το Χριστό, δεν ήθελαν να φύγουν από τη σπηλιά, ούτε βγαίναν έξω να κάνουνε πιο πέρα, θέλαν νάναι εκεί που αισθανόντουσαν το Χριστό μαζί τους.
Ο Χριστός είναι το παν.


Ο Χριστός είναι η πηγή της ζωής, της χαράς. Το παν. Πώς τα βλέπεις, ρε Νίκο;Κάποιος: Αυτά, που είπατε, Γέροντα, είναι χρυσά λόγια, είναι η πραγματικότητα· όπως το λέτε εσείς, έτσι είναι.Ο Γέροντας: Ε, ναι, αλλά έτσι καλούμεθα να ζήσωμε. Όταν λέμε είμαστε Χριστιανοί, όταν λέμε είμαστε του Χριστού. Κατάλαβες; Ό,τι να είναι· και στις ώρες της αδυναμίας μας, μόλις ιδούμε το Χριστό, αμέσως αλλάζομε γνώμη και θέλουμε νάμαστε με το Χριστό. Αλλά ο Χριστός είναι ο φίλος μας, είναι ο αδελφός μας, το φωνάζει: «Υμείς φίλοι μου εστέ» [=«Εσείς είστε φίλοι μου», Κατά Ιωάννην ΙΕ΄ 14], «δεν θέλω να με βλέπετε διαφορετικά, δεν θέλω να με βλέπετε έτσι, ότι εγώ είμαι ο Θεός, ότι είμαι ο Λόγος του Θεού, ότι είμαι μία υπόστασις της Αγίας Τριάδος. Θέλω να με βλέπετε δικό σας, φίλο σας, να με αγκαλιάζετε, να με αισθάνεσθε στην ψυχή σας, το φίλο σας, ΕΜΕΝΑ, που είμαι η πηγή της ζωής, όπως είναι η αλήθεια».
Κι όμως αυτά είναι η αλήθεια. Τώρα, είπαμε, υπάρχει ο στανάς, υπάρχει η κόλασις, υπάρχει ο θάνατος. Όλα αυτά υπάρχουν, όντως υπάρχουν. Είναι το άλλο μέρος, το κακό, είναι το σκοτάδι, είναι όλα του σκοταδιού.


Ο άνθρωπος του Χριστού πρέπει ν’ αγαπήση το Χριστό, κι’ όταν αγαπήση το Χριστό απαλλάττεται απ’ το διάβολο, από την κόλαση και από το θάνατο. Θα μου πης, εσύ έφθασες να είσαι έτσι; Δεν έχω φθάσει, αυτό ζητάω, αυτό θέλω. Και στη σιωπή μου και παντού προσπαθώ να ζήσω σε αυτά. Δεν τα ζω. Όμως, ε. προσπαθώ. Δηλαδή, πώς να σου πω, πώς να σας πω; Δεν έχω πάει σ’ ένα μέρος, έτσι. ή πήγα μία φορά, το είδα, τώρα δεν είμαι εκεί, αλλά το θυμάμαι, το λαχταράω, το θέλω. Να, τώρα, αυτή τη στιγμή, αύριο, μεθαύριο, κάθε στιγμή μούρχεται και το θέλω, θέλω να πάω εκεί, το ζητάω. Δεν είμαι, όμως, εκεί. Δεν μπορώ να σας τα εξηγήσω αυτά. Τα καταλαβαίνετε;
Ο Γέροντας: Ναι, αλλά ζω μέσα σ’ αυτή την προσπάθεια, πέστε με κουτό, πέστε ότι αυτά δεν τα λένε, Γέροντα, όποιος προσπαθεί, δεν μιλάει, αλλά επικαλείται την Θεία Χάρι να τον βοηθήση. Ε, ναι, αλλά, άμα τρελλαίνεται κανείς, μιλάει. Υπάρχει και τρέλλα.


(Προσευχόμενος: «Κύριε.») Εμ, σας είπα.
(Αλλάζοντας τόνο) Πού, έφυγε;Κάποιος: Ναι, βγήκε έξω.Ο Γέροντας: Τί, τώρα πήγες εκεί για να τα πάρης; Τί τα έγραψε αυτά; Είναι κουταμάρες αυτά.Κάποιος: Δεν είναι κουταμάρες. Εάν είναι κουταμάρες αυτά, ποια είναι τα σωστά; Εγώ, σκεπτόμουν, Γέροντα.Ο Γέροντας: Ε λοιπόν, τώρα, που μιλάω, δεν είμαι στα καλά μου. Λέω, τώρα είμαι κουτός, που λέω αυτά.Κάποιος: Α, Γέροντα, το 90% των Χριστιανών ή δεν είμαστε Χριστιανοί ή μένουμε απλώς στο θαυμασμό και λέμε καλά τά ‘πε ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος, ο Ισαάκ ο Σύρος, καλά τα ‘πε ο Άγιος, καλά ο Ιωάννης της Κλίμακος, μένουμε εκεί στο θαυμασμό, έστω. Αλλά πέραν από ‘κει τίποτα, δεν γίνεται προσπάθεια, ε. Γι’ αυτό μας έχει φάει το άγχος όλους και η αγωνία και η στενοχώρια και.Ο Γέροντας: Ε, ναι, αλλά, λες, πώς; Αυτό είναι. Πώς θα είμαι εκεί, ενώ είμαι εδώ; Το θέμα είναι, ώσπου να έρθη ο Χριστός να ζήση. Τότε είσαι παντού. Συν Χριστώ. Αυτού είναι η δυσκολία μας, που δεν έχουμε το Χριστό.
Ο Γέροντας: Πάνω σ’ αυτό. Φροντίστε και σεις, κι έτσι. (Λίγες λέξεις δεν διακρίνονται). Να τα αισθανθούμε, να τα ζήσωμε και να γίνουνε πραγματικότης. Ο φίλος, ο αδελφός! Πώς το φωνάζει αυτό όμως! Και πόσο!.. Τί βάθος κρύβεται μέσα σ’ αυτό! Πολύ βάθος. Δηλαδή είναι το θάρρος, δεν θέλει το φόβο ο Χριστός. Δεν τόνε θέλει τον φόβο.
Ε; Τους Αποστόλους, πόσο απλά! Δεν τους εξεβίαζε, τους άφηνε έτσι. Μέχρι το τέλος, οι καϋμένοι! Φοβήθηκαν, κλειστήκανε, κάνανε, εεε., τί πάθαμε; Ε, το Πνεύμα, που πήγε, αυτό τους ετελείωσε [=τους τελειοποίησε]. Η Χάρις, τους ετελείωσε. Ε; Τί λες;Κάποιος: Ναι, Γέροντα.
Ο Γέροντας: Δεν βρίσκεις;»(Κλείτου Ιωαννίδη, Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: Μαρτυρίες και εμπειρίες, έκδοση Ιερού Γυναικείου Ησυχαστηρίου Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, 8η εκδ., Αθήνα 2001, σελ. 49-52)

Διδαχές Γέροντος Πορφυρίου 3/3

Διδαχές Γέροντος Πορφυρίου 2/3

Διδαχές Γέροντος Πορφυρίου 1/3

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

Οι καλοί λογισμοί φέρνουν τήν πνευματική υγεία



- Γέροντα, ποια είναι τά χαρακτηριστικά τού αδύνατου λογισμού;
- Τί εννοείς; Πρώτη φορά το ακούω αυτό.
- Είχατε πει, το να βάλη κανείς αριστερό λογισμό, να παρεξήγηση μια συμπεριφορά…
- Καί το είπα αδύνατο λογισμό αυτό;
- Θυμήθηκα εκείνον πού ήθελε να μείνη κοντά σας ως υποτακτικός καί του είπατε: Δέν
σέ κρατώ, γιατί έχεις αδύνατο λογισμό.
- Όχι, δέν το είπα έτσι. Δέν σέ παίρνω, του είπα, για υποτακτικό, γιατί δέν έχεις υγεία πνευματική. Τί θά πή υγεία πνευματική;, μέ ρωτάει. Δέν έχεις καλούς λογισμούς, του λέω. Σάν άνθρωπος θά έχω τά κουσούρια μου, καί σάν καλόγερος τόσα χρόνια θά έχω καί μερικές αρετές. Αν δέν έχης καλό λογισμό, θά βλάπτεσαι καί από τά κουσούρια μου καί από τις αρετές μου. Γιά ένα μικρό παιδί μπορεί νά πή κανείς ότι έχει αδύνατο λογισμό, γιατί είναι ακόμη ανώριμο, όχι όμως γιά έναν μεγάλο.
- Όλοι οί μεγάλοι, Γέροντα, είναι ώριμοι;
- Μερικοί άπό το κεφάλι τους δέν ωριμάζουν. Άλλο, αν δέν τους κόβη. Όταν κάποιος δέν κινήται απλά, ό λογισμός του πηγαίνει στο κακό καί όλα τά παίρνει στραβά. Αυτός δέν έχει υγεία πνευματική καί δέν βοηθιέται ούτε άπό το καλό βασανίζεται καί μέ το καλό.
- Αν δούμε, Γέροντα, μιά αταξία, συμφέρει νά ψάξουμε νά βρούμε ποιος την έκανε;
- Ψάξε πρώτα νά δής μήπως την έκανες έσύ. Αυτό είναι πιο καλό!
- Όταν όμως, Γέροντα, μου δίνουν αφορμές οί άλλοι;
- Έσύ πόσες αφορμές έδωσες; Αν το σκεφθής αυτό, θά καταλάβης ότι κάνεις λάθος αντιμετωπίζοντας έτσι τά πράγματα.
- Καί όταν λέμε: αυτό μάλλον θά το έκανε ή τάδε αδελφή, είναι καί αυτό αριστερός λογισμός;
- Είσαι σίγουρη πώς το έκανε αυτή ή αδελφή;
- Όχι, αλλά επειδή καί άλλη φορά έκανε κάτι ανάλογο.
- Πάλι αριστερός λογισμός είναι, αφού δεν είσαι σίγουρη. Ύστερα, ακόμη και αν τό έκανε αύτη ή αδελφή, ποιος ξέρει πώς και γιατί τό έκανε.
- Όταν όμως, Γέροντα, βλέπω λ.χ. ότι μια αδελφή έχει κάποιο πάθος;
- Γερόντισσα είσαι; Ή Γερόντισσα φέρει ευθύνη, γι’ αυτό πρέπει να έξετάζη τα πάθη σας. Έσείς όμως γιατί να εξετάζετε τά πάθη της άλλης; Ακόμη δέν έχετε μάθει να κάνετε δουλειά στον εαυτό σας. Αν θέλετε νά κάνετε δουλειά στον εαυτό σας, νά μήν εξετάζετε τί κάνουν οι άλλοι γύρω σας, άλλα νά φέρνετε καλούς λογισμούς και για τά καλά και για τά άσχημα πού βλέπετε στους άλλους. Άσχετα με τί σκοπό κάνει κάτι ό άλλος, εσείς βάλτε έναν καλό λογισμό. Ό καλός λογισμός έχει μέσα αγάπη, αφοπλίζει τόν άλλον και τόν κάνει νά σου φερθή καλά. Θυμάστε εκείνες τις καλόγριες πού πέρασαν τόν ληστή γιά άββα; Όταν αποκαλύφθηκε, νόμιζαν ότι κάνει τόν δια Χριστόν σαλό και παριστάνει τόν ληστή και άλλο τόσο τόν είχαν σέ ευλάβεια. Τελικά έσωσαν και αυτόν καί τους συντρόφους του.
- Όταν, Γέροντα, μια αδελφή μου λέη κάποιο ψέμα…
- Καί άν αναγκάσθηκε εξ αιτίας σου νά πή ένα ψέμα ή αν ξέχασε, καί αυτό πού σου είπε δέν είναι ψέμα; Ζητάει λ.χ. ή άρχοντάρισσα από την μαγείρισσα σαλάτα και εκείνη της λέει δεν έχω, ενώ ή άρχοντάρισσα ξέρει ότι έχει. Άν ή άρχοντάρισσα δεν έχη καλούς λογισμούς, θά πη: ψέματα μου λέει. Άν όμως έχη καλούς λογισμούς, θά πη: ή καημένη, ξέχασε ότι είχε σαλάτα, γιατί είχε πολλή δουλειά, ή την κράτησε γιά κάποια άλλη περίπτωση. Δεν έχεις πνευματική υγεία, γι’ αυτό σκέφτεσαι έτσι. Άν είχες πνευματική υγεία, θά έβλεπες και τά ακάθαρτα καθαρά. Όπως θά έβλεπες τά φρούτα, έτσι θά έβλεπες και τήν κοπριά, γιατί ή κοπριά βοήθησε νά γίνουν τά φρούτα.
Όποιος έχει καλούς λογισμούς, έχει πνευματική υγεία και το κακό το μετατρέπει σε καλό.
Θυμάμαι στην Κατοχή, όσα παιδιά είχαν γερό οργανισμό, έτρωγαν μέ όρεξη ένα κομμάτι μπομπότα καί ήταν όλο υγεία. Ένω κάτι πλουσιόπαιδα, παρόλο πού έτρωγαν ψωμί μέ βούτυρο, επειδή δέν είχαν γερό οργανισμό, ήταν φιλάσθενα. Έτσι και στην πνευματική ζωή. Ένας, άν έχη καλούς λογισμούς, καί νά τον χτυπήσης άδικα, θά πη: Το επέτρεψε ό Θεός, γιά νά εξοφλήσω παλιά μου σφάλματα, δόξα τω Θεώ!. Ένω ένας άλλος πού δέν έχει καλούς λογισμούς, καί νά πάς νά τον χαϊδέψης, θά νομίζη πώς πάς νά τον χτυπήσης. Πάρτε παράδειγμα άπό έναν μεθυσμένο. Άν είναι κακός, τά σπάζει όλα επάνω στο μεθύσι. Άν είναι καλός, ή θά κλαίη ή θά συγχωράη. Ένας μεθυσμένος έλεγε: Χαρίζω άπό έναν κουβά λίρες σε όποιον μέ φθονεί!



(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Γ’ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ)

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

40 ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓ.ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ





1 Όπου ευρίσκεται ο Θεός, εκεί δεν υπάρχει κακό. Όλα όσα απορρέουν από τον Θεόν, έχουν μέσα τους την ειρήνη και οδηγούν τον άνθρωπο προς την αυτοκατάκριση και ταπείνωση.
2«Η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστί» (Ιακώ­βου 6, 26). Η πραγματική πίστις δεν είναι δυνατόν να υπάρξει χωρίς τα έργα. Όποιος πραγματικά πι­στεύει, εκείνος οπωσδήποτε θα πράττει και καλά έργα.

3 Εάν ο άνθρωπος από αγάπη προς τον Θεόν και χάριν της ενάρετου Ζωής δεν έχει περιττή μέριμνα για τον εαυτό του, πιστεύοντας ότι γι’ αυτόν φροντί­ζει ο Θεός, αυτή του η εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού είναι και πραγματική και συνετή.

4 Όποιος πραγματικά αγαπά τον Θεόν, θεωρεί τον εαυτό του ταξιδιώτη και ξένο στη γη αυτή. Στην επιδίωξή του να ενωθεί με τον Θεόν, με το νου και την καρδιά του διαρκώς ατενίζει μόνον Αυτόν.
5 Ο άνθρωπος που θα αποφασίσει να ζήσει την εσωτερική ζωή, πρώτα απ’ όλα πρέπει να έχει τον φόβο του Θεού που είναι και η αρχή της σοφίας.

6 Ο νους του προσεκτικού ανθρώπου ομοιάζει με άγρυπνο φύλακα και φρουρό της εσωτερικής Ιερου­σαλήμ. Από το ύψος της πνευματικής ζωής βλέπει με το καθαρό του μάτι τα πέριξ και τις εντός της ψυχής του ενάντιες δυνάμεις, σύμφωνα με τα λόγια του Ψαλμωδού: «Και εν τοις εχθροίς μου επείδεν ο οφθαλμός μου» (Ψαλμ. νγ’, 9).

7 Ο άνθρωπος με την σάρκα του ομοιάζει με αναμ­μένο κερί. Το κερί είναι προορισμένο να λιώσει και ο άνθρωπος να πεθάνει. Η ψυχή του όμως είναι αθά­νατη, γι’ αυτό και η μέριμνά μας πρέπει να στρέφεται περισσότερο για την ψυχή παρά για το σώμα: «Τι γάρ ωφελείται άνθρωπος, εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού» (Ματθ. ιστ’, 26).

8 Εάν επιτρέψει ο Κύριος να δοκιμάσει ο άνθρωπος ασθένειες, τότε Εκείνος θα του δώσει και την δύναμη της υπομονής.
9 Πρέπει να συνηθίσεις τον νου σου να κολυμβά στον νόμο του Κυρίου, κάτω από την καθοδήγηση του Οποίου να προσαρμόζεις και την ζωήν σου.

10 Η ειρήνη της ψυχής αποκτάται διά των θλίψεων. Η Γραφή λέγει: «Διήλθομεν διά πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν» (Ψαλμ. ξε’, 12).

11 Τίποτε δεν συμβάλλει τόσο στην απόκτηση της εσωτερικής ειρήνης, όσο η σιωπή και η συζήτησις με τον εαυτόν μας μάλλον, παρά με τους άλλους.

12 Μπορείς, βλέποντας τον ήλιο με τους φυσικούς οφθαλμούς, να μη χαίρεσαι; Μα πόσο μεγαλύτερη χαρά θα νοιώθεις, όταν ο νους σου βλέπει με τους εσωτερικούς οφθαλμούς τον Ήλιο της δικαιοσύνης, τον Χριστόν;

13 Για να διατηρήσεις την ψυχική ειρήνη πρέπει να διώχνεις από κοντά σου την αθυμία, να προσπαθείς να έχεις το πνεύμα της χαράς, να αποφεύγεις την κατάκριση των άλλων και να συγκαταβαίνεις στις αδυναμίες του αδελφού σου.

14 Ο Κύριος φροντίζει για την σωτηρία μας. Ο ανθρωποκτόνος όμως διάβολος προσπαθεί να μας οδηγήσει στην απελπισία.

15 Κατά το τριακοστό πέμπτο έτος της ηλικίας, δηλα­δή στο ήμισυ της επιγείου ζωής, συμβαίνει να κάνει ο άνθρωπος μεγάλο αγώνα για την διατήρηση του εαυτού του. Πολλοί σ’ αυτή την ηλικία δεν παραμένουν στην αρετή, ξεφεύγουν, και ακολουθούν τον δρόμον των επιθυμιών τους.

16 Όποιος θέλει να σωθεί πρέπει να έχει την καρδιά του σε κατάσταση μετανοίας και συντριβής: «Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει» (Ψαλμ. ν’, 19).

17 Όταν ο άνθρωπος προσπαθεί να έχει καρδιά τα­πεινή και λογισμό ειρηνικό, τότε όλες οι σκευωρίες του εχθρού μένουν ανενέργητες. Διότι όπου υπάρχει η ειρήνη των λογισμών, εκεί αναπαύεται ο Ίδιος ο Θεός: «Εν ειρήνη ο τόπος Αυτού» (Ψαλμ. οε’, 3).

18 Η απελπισία είναι η μεγαλύτερη χαρά του διαβόλου. Είναι αμαρτία θανάσιμη.

19 Η θλίψις είναι το σκουλήκι της καρδιάς, που κατατρώγει την μητέρα που το γέννησε.

20 Όταν ο άνθρωπος δεχθεί κάτι το θεϊκό μέσα του, η καρδιά του χαίρεται. Όταν αντιθέτως δεχθεί κάτι το διαβολικό τότε συγχύζεται και ταράζεται.

21 Όποιος υποφέρει την ασθένεια του με υπομονή και ευγνωμοσύνη προς τον Θεό, στεφανώνεται σαν μάρτυς και αγωνιστής.

22 Πρέπει να προσπαθούμε να είμεθα ελεύθεροι από τους ακάθαρτους λογισμούς, ιδιαιτέρως όταν προσευχόμεθα προς τον Θεό. Διότι δεν είναι δυνατόν να συνυπάρχουν η δυσοσμία με την ευωδία.

23 Εάν εμείς δεν συμφωνούμε με τους κακούς λογι­σμούς, που προέρχονται από τον διάβολον, κάνουμε πολύ καλά. Διότι το ακάθαρτο πνεύμα μόνον στους εμπαθείς ανθρώπους ασκεί αποτελεσματικά την επίδρασή του. Ενώ τους απαθείς προσπαθεί να τους επηρεάσει από μακριά.

24 Ο νέος άνθρωπος είναι αδύνατο να μην ταράσσε­ται από σαρκικούς λογισμούς. Πρέπει γι’ αυτό να προσεύχεται επίμονα στον Θεό, για να σβήσει εγκαί­ρως την σπίθα των αισχρών επιθυμιών μόλις εμφανισθεί. Τότε δεν θα δυναμώσει ποτέ η φλόγα.

25 Πρέπει πάντοτε να υπομένουμε όλα χάριν του Θεού, ευχαρίστως. Η ζωή μας είναι μια στιγμή συγ­κριτικά με την αιωνιότητα, και γι’ αυτό: «Ουκ άξια, κατά τον Απόστολον, τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς» (Ρωμ. η’, 18).

26 Ας αγαπήσουμε την ταπεινοφροσύνη για να δού­με την δόξα του Θεού, διότι όπου στάζει η ταπεινο­φροσύνη εκεί αναβλύζει η δόξα του Θεού.

27 Χωρίς το φως όλα είναι σκοτεινά και χωρίς την ταπεινοφροσύνη τίποτε δεν υπάρχει μέσα στον άν­θρωπο, παρά μόνο ένα σκοτάδι.
28 Όπως το κερί αν δεν θερμανθεί και μαλακώσει, δεν μπορεί να δεχθεί επάνω του την σφραγίδα, έτσι και η ψυχή, χωρίς να δοκιμασθεί με τους κόπους και τις ασθένειες δεν μπορεί να λάβει επάνω της την σφραγίδα της αρετής.

29 Στους πλησίον μας πρέπει να φερόμεθα με λεπτότητα, χωρίς ούτε με το βλέμμα μας να τους προσβάλλουμε.

30 Το πνεύμα του συγχυσμένου και θλιμμένου άνθρω­που φρόντισε να το ενθαρρύνεις με λόγια αγάπης.

31 Για την αδικία που σου προξενούν οι άλλοι, όποια κι’ αν είναι αυτή, δεν πρέπει να εκδικείσαι, αλλά αντίθετα να συγχωρείς από τα βάθη της καρδιάς σου εκείνον που σε αδίκησε.

32 Δεν πρέπει να τρέφεις στην καρδιά σου μίσος και αντιπάθεια κατά του πλησίον, που σε εχθρεύεται. Αλλά να τον αγαπάς και να του κάνεις όσο μπορείς καλό, ακολουθώντας την εντολή του Χριστού: «Αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υ­μάς» (Ματθ. ε’, 44).

33 Η θύρα της μετανοίας είναι για όλους ανοικτή και είναι άγνωστο ποιος θα πρωτομπεί σ’ αυτή, εσύ που κατακρίνεις τον άλλον ή αυτός που κατακρίνε­ται από σένα.

34 Κατάκρινε πάντοτε τον εαυτόν σου και θα παύσεις να κατακρίνεις τους άλλους.

35 Μπορείς να κατακρίνεις μια πράξη κακή, ποτέ όμως εκείνον που την έπραξε.

36 Όταν εγκαταλειφθεί ο άνθρωπος από τον Θεό, τότε ο διάβολος είναι έτοιμος να τον αφανίσει, όπως αφανίζει η μυλόπετρα το σπόρο του σταριού.

37 Η περιττή μέριμνα για τα βιοτικά πράγματα είναι γνώρισμα άνθρωπου άπιστου και μικρόψυχου. Και είναι συμφορά εάν εμείς φροντίζοντας οι ίδιοι για τον εαυτό μας δεν στηριζόμαστε στον Θεό, που προνοεί για μας!

38 Είναι καλύτερο για μας να περιφρονούμε όσα δεν είναι δικά μας, δηλαδή τα πρόσκαιρα και τα παροδικά, και να ζητούμε τα δικά μας, δηλαδή τα άφθαρτα και τα αιώνια.

39 Δεν πρέπει να κλονιζόμαστε στην πνευματική ζωή από καμιά εχθρική δύναμη. Αντίθετα να στηριζόμαστε στα λόγια του Θεού: «Τον δε φόβον αυτών ου μη φοβηθώμεν, ουδ’ ου μη ταραχθώμεν, ότι μεθ’ ημών ο Θεός. Κύριον τον Θεόν ημών αυτόν αγιάσωμεν και Αυτός έσται ημίν φόβος» (πρβλ. Ήσ. η’, 12-13).

40 Όποιος ενίκησε τα πάθη αυτός ενίκησε και την θλίψη. Όποιος νικιέται από τα πάθη δεν θα αποφύγει τα δεσμά της θλίψεως. Όπως ο άρρωστος φαίνεται από το χρώμα του προσώπου του, έτσι ο εμπαθής από την κατάθλιψη.


ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΤΡΩΝΑΣ ΤΗΣ ΑΟΜΜΑΤΗΣ



15
Η Ζηναϊδα Ζδάνοβα διηγείται πως το 1946 στο σπίτι τους, όπου φιλοξενούνταν τότε η Ρωσίδα Αγία Ματρώνα, έφεραν μία γυναίκα, που κατείχε μεγάλη θέση. Ο μοναχογιός της τρελάθηκε και ο άνδρας της σκοτώθηκε στο μέτωπο.


Η ίδια φυσικά ήταν άθεη. Πήγαινε τον άρρωστο γιό της στην Ευρώπη, αλλά ονομαστοί εκεί ψυχίατροι δεν τον βοηθήσανε.

"Ήρθα σε σας, από την απελπισία μου", της είπε. "Δεν έχω να πάω πουθενά αλλού…".

Η Αγία Ματρώνα τη ρώτησε:
-«Άμα ο Κύριος κάνει το παιδί σου καλά, θα πιστέψεις στο Θεό»;

-«Δεν ξέρω πως είναι το να πιστεύει κανείς», απάντησε η γυναίκα.

Τότε η Ματρώνα είπε να της φέρουν νερό και μπροστά στήν καημένη τη μητέρα διάβασε μεγαλοφώνως ευχές στο νερό.

Μετά, δίνοντάς της το νερό, είπε:

«Να πας τώρα στο "Κάσενκο", (δηλ. στο κεντρικό ψυχιατρείο της Μόσχας), συνεννοήσου με τούς νοσοκόμους να τον κρατάνε γερά, όταν θα τον φέρουν σε σένα. Θα σπαρταράει, αλλά εσύ ρίξε του το νερό στο πρόσωπο, να μπει και στο στόμα".

"Σέ λίγο καιρό, -συνεχίζει ή Ζηναϊδα-, είδαμε εγώ και ο αδελφός μου ότι ξαναήρθε εκείνη η γυναίκα στη Ματρώνα.

Την ευχαριστούσε γονατισμένη και έλεγε ότι τώρα το παιδί της είναι καλά, το πως και τι έγινε. Όταν έφθασε στο ψυχιατρείο έκανε ακριβώς όπως της είχε πει ή Μάτουσκα. Εκεί ήταν μία αίθουσα, την οποία διαχώριζε κιγκλίδωμα.

Από την μία πλευρά οδηγήσανε το γιό της κι από την άλλη πλησίασε εκείνη. Το μπουκαλάκι με το νερό το είχε στην τσέπη. Το παιδί σπαρταρούσε και φώναζε:

«Μαμά, πέταξε έξω αυτό πού έχεις στην τσέπη σου. Μη με βασανίζεις»!

Τα έχασε! Πώς το έμαθε;

«Του έριξε γρήγορα από το μπουκαλάκι στο πρόσωπο, μπήκε και μέσα στο στόμα και το παιδί αμέσως ησύχασε! Τα μάτια του έγιναν ήρεμα και είπε: «Τι ωραία που είναι τώρα»! Σε λίγο καιρό τον απολύσανε»! 

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ : «ΠΕΡΙ ΠΑΘΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ»




Το πρώτο, πού κάνει κάθε άνθρωπος, όταν τον καλέση ο Θεός στην επίγνωσί Του, είναι να ερευνήση με ακρίβεια τον εαυτό του για να ιδή, ότι πράγματι στην ζωή του πολλές ενέργειες του ήσαν έξω από το θέλημα του Θεού. Και από αυτή την στιγμή αρχίζει το έργο της μετανοίας. Η μετάνοια αρχίζει από την κατάπαυσι της αμαρτωλής ζωής και φθάνει μέχρι αυτής της θεώσεως, η οποία δεν έχει τέλος.

Ο Θεός δεν έχει περιγραφή και τέρμα· ούτε και οι ιδιότητές Του είναι δυνατό να έχουν. Μπαίνοντας ο άνθρωπος, δια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μέσα στους κόλπους της θεώσεως, πάσχει όλες αυτές τις ιδιότητες τις ατέρμονες, τις αψηλάφητες, τις ανεξιχνίαστες, τις απέραντες. Γι’ αυτό είπα ότι η μετάνοια δεν έχει τέρμα.
Θέλω να σχολιάσω το θέμα της μετανοίας, παίρνοντας αφορμή από μερικά πράγματα πού με προεκάλεσαν και από τον προσωπικό μου βίο, αλλά και γενικώτερα.

Βλέπω ότι μοναχοί στις ημέρες αυτές της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής, ευρίσκουν καιρό και ασχολούνται με θέματα επουσιώδη και λόγω της απειρίας τους όταν τους ερωτήσης γιατί ασχολούνται με αυτά, απαντούν. «Επειδή είχα καιρό και δεν είχα τίποτε άλλο να κάνω». Αυτό είναι ένα είδος μικροψυχίας, να μην πω ολιγοπιστίας. Δεν έχεις τι να κάνης; Ίσως να ετελείωσες το διακόνημά σου και έχεις ένα περιθώριο χρόνου. Τότε πήγαινε στο κελλί σου. Το κελλί είναι το εργαστήριο της μεταβολής του χαρακτήρας σου. Δεν πηγαίνεις ναγονατίσης εκεί μέσα; να κτυπήσης το μέτωπο σου κάτω, να κτυπήσης το στήθος, την «ενθήκη» των κακών, αλλά και την «ενθήκη» των καλών; Και να κτυπήσεις εκεί του Ιησού την πόρτα; Να ζήτησης, να αιτήσης, να επιμένης, ούτως ώστε να σου άνοίξη;

Έπειτα κάθεσαι και δεν μελετάς; Μα, οι μοναχοί είναι θεολόγοι. Επί Βυζαντίου, στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, υπήρχαν όλοι οι επιστημονικοί κλάδοι. Όλες οι γνώσεις των ανθρώπων. Μόνο η θεολογία απαγορευόταν. Η θεολογία ήταν στις ιερές Μονές. Δεν εθεωρείτο ανθρώπινη γνώσι. Στους μοναχούς ανήκει η θεολογία, διότι ερχόμενοι σε επαφή με τον Θεό προσωπικά, δέχονται τις ελλάμψεις και αποκαλύψεις και γίνονται θεολόγοι. Γιατί λοιπόν, να μην ανοίξωμε το Πανεπιστήμιο μας εδώ, ημέρα και νύκτα και να γίνωμε πραγματικοί θεολόγοι; Είδα και επιμένω και δεν υποχωρώ, ότι τόση Χάρι παίρνει ο μοναχός από την μελέτη στο κελλί του, μέσα στο πνεύμα της απολύτου ησυχίας, σχεδόν ίση με αυτή πού δίνει η προσευχή.Εις αυτό επιμένω, διότι χάριτι Χριστού, το εγεύθηκα όχι μια, αλλά πολλές φορές στην ζωή μου.

Και θέλω να τονίσω και κάτι ακόμα. Ο νόμος της επιρροής, ο κανόνας της επιδράσεως, εφαρμόζεται απόλυτα. Τα συγγράμματα των Πατέρων πού μελετά ο μοναχός με πίστι και πόθο και επικαλείται την ευχή τους είναι αδύνατο να μην επιδράσουν επάνω του. Διότι οι Πατέρες ήσαν και εξακολουθούν να είναι Πατέρες, και ζητούν αφορμή και αυτοί, όπως ο ίδιος ο Θεός, του οποίου είναι «εικών και ομοίωσις», να μεταδώσουν σε μας τις Χάριτες τις οποίες αυτοί ευρήκαν δια του αγώνος των. Με την ανάγνωσι και την μελέτη τους να είσθε βέβαιοι, ότι η πατρική τους στοργή θα επιδράση επάνω σας.

Ας επανέλθωμε όμως στο θέμα της μετανοίας.

Πολλές φορές συμβαίνει στον αγωνιζόμενο, να μην ημπορή να νικήση τον παλαιό άνθρωπο, διότι είναι τόσο πολύ αιχμαλωτισμένος από τα πάθη του, παρ’ όλο πού αυτός τα μισεί, τα αποστρέφεται, δεν τα θέλει· και αυτή η κατάστασι θεωρείται κατά την παράδοσι της Εκκλησίας, ζωή μετανοίας.
Τότε μόνο δεν θεωρείται μετάνοια, όταν παύση ο άνθρωπος να αγωνίζεται και λέγει: «Δεν ημπορώ πλέον. Δεν υπάρχει για μένα τίποτε». Αυτό λέγεται απόγνωσι και το καταδικάζει η Εκκλησία ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος· περικόπτει και απορρίπτει αυτό το μέλος ως σάπιο, ως βλάσφημο, στρεφόμενο κατά της αγαθότητας του Θεού.

Δεν πρέπει λοιπόν, σε καμμιά περίπτωσι να συστέλλωμε την πίστι μας. Ουδέποτε να σκεφθή κανείς, ότι είναι αδύνατο να φθάσουμε στην ολοκληρωτική μετάνοια στην οποία μας εκάλεσε ο Χριστός μας. Θα φθάσωμε χάριτι Χριστού. Ουδέποτε είναι ικανή μόνη η ανθρώπινη ενέργεια και προσπάθεια να φθάση εκεί. Αυτό είναι εγωιστικότατο και οι Πατέρες το κατεδίκασαν. Ο Μέγας Μακάριος λέγει ότι τόση είναι η δύναμι της προθέσεως του ανθρώπου, τόσο μόνο ημπορεί ο άνθρωπος, μέχρι πού να αντιδράση προς τον διάβολο. Προκαλούμενος υπό του σατανά, υπό μορφή προσβολής «κάνε αυτό», τόσο μόνο ημπορεί να πή ο άνθρωπος· «όχι δεν το κάνω». Μέχρι εκεί ημπορεί να πάη ο άνθρωπος. Από εκεί και πέρα είναι έργο της Χάριτος. Γι’ αυτό ο Ιησούς μας, ετόνιζε με έμφασι ότι, «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».

Άρα ποτέ να μην συσταλήτε, ποτέ να μην κατεβαίνετε στην μικροψυχία, εφ’ όσο «δια πίστεως βαδίζομεν». Ποτέ να μην λέγετε: «Δεν θα φθάσωμε εμείς στην απάθεια, δεν θα φθάσωμε στον αγιασμό, δεν θα μιμηθούμε τους Πατέρες μας». Αυτό είναι βλάσφημο. Θα τους φθάσωμε επειδή το θέλομε και εφ’ όσο το θέλομε θα μας το δώση ο Χριστός μας.

Μένοντας πιστοί και μη υποχωρούντες κατά πρόθεσι, οπωσδήποτε θα το επιτύχωμε. Αυτή είναι η πραγματικότης. Έξω από αυτή την γραμμή οι Πατέρες δεν παραδέχονται άλλη. Έξω από αυτή, θεωρείται πλέον απόγνωσι. Δεν υπάρχει το «δεν μπορώ πλέον». Πώς δεν μπορείς; Δια του Χριστού ισχύομε. «Πάντα ισχύομεν εν τω ενδυναμούντι ημάς Χριστώ». «Πάντα»,είπε ο Παύλος, για να μην αφήση κανένα περιθώριο, μήπως πή κάποιος «εγώ δεν ημπορώ». Αφού είναι «μεθ’ ημών ο Θεός, τις καθ’ ημών; Ει Θεός ο δικαιών, τις ο κατακρίνων;»

Κοιτάξετε το όριο της μετανοίας πως αποκαλύπτεται μέσα στην Γραφή. Ο Πέτρος, ερώτησε τον Ιησού μας. «Κύριε, καλά είναι έως επτά φορές να συγχωρώ αυτόν που μου φταίει;» Ο Πέτρος τότε ατελής όντας, μη δεχθείς την έλλαμψι της Χάριτος, εσκέπτετο ανθρωπίνως. Ενόμιζε με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την αυστηρότητα του Μωσαϊκού Νόμου, ότι έκανε μεγάλη οικονομία. Έφθασε, όχι μια αλλά επτά φορές να συγχωρή. Και ο Ιησούς μας, ερμηνεύοντας του το πνεύμα της Εκκλησίας, του λέγει: «όχι επτά αλλά εβδομηκοντάκις επτά», για να τονίση έτσι το απεριόριστο της μετανοίας.

Η ζωή μας εδώ είναι ένα εικοσιτετράωρο επαναλαμβανόμενο. Αν και εις όλες τις στιγμές είμεθα πάντοτε έτοιμοι, με νέες αποφάσεις, η πρόθεσί μας είναι σωστή, το πνεύμα πρόθυμο, η σαρξ όμως είναι ασθενής. Και δεν είναι μόνο η σαρξ. Μαζί με την σάρκα, με την φύσι, υπάρχουν οι έξεις, οι συνήθειες, οι τόποι, τα περιβάλλοντα, τα πρόσωπα, τα πράγματα και ο ίδιος ο διάβολος. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν την αντίθεσι, και μένει σε μας μόνο η πρόθεσι η ιδική μας και η ενεργούσα μυστηριωδώς θεία Χάρις, πού είναι παντοδύναμη.

Θεωρητικά όλα αυτά είναι εύκολα, πρακτικά όμως είναι δύσκολα, όπως από την πείρα ο καθένας γνωρίζει.Αποφασίζομε κάθε πρωί, κάθε στιγμή, ότι από τώρα και στο εξής δεν θα υποδουλωθούμε στα πάθη. Ναι, αλλά τα πάθη δεν αφορίζονται, δεν εξορκίζονται, για να τους πούμε «φύγετε» και δεν σας θέλομε και να φύγουν, θέλουν τιτανική μάχη και αντίδρασι για να φύγουν. Και αυτό γίνεται όταν νικήση η Χάρις, όχι ο άνθρωπος. Διότι τα πάθη και οι αρετές είναι υπεράνω της φύσεως μας. Δεν τα πιάνομε, δεν τα ελέγχομε. Αυτά μόνο η θεία Χάρις θα τα διώξη, θα απελάση τα πάθη και θα ελκύση τις αρετές. Πότε όμως; Όταν εμείς επιμένωμε.

Γι’ αυτό ο Ιησούς μας ετόνισε την υπομονή και την επιμονή. «Εν τη υπομονή ημών κτήσασθε…». Και στις προσευχές ακόμα, λέγει: «κρούετε, ζητείτε, μη εκκακήτε εν ταις προσευχαίς». Και αναφέρει τα παραδείγματα εκείνα, με τα οποία μας ντροπιάζει. Εάν σας ζητήση το παιδί σας ψωμί, θα του δώσετε πέτρα; Και αν σας ζητήση να του δώσετε ψάρι, θα του δώσετε φίδι; Εάν εσείς πού είστε πονηροί, δίδετε αγαθά δόματα στα παιδιά σας, ο Ουράνιος Πατήρ δεν θα δώση Πνεύμα Άγιο εις εκείνους πού το ζητούν; Και «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» θα δώση. Είναι αδύνατο να καταργηθούν οι θείες αυτές υποσχέσεις. Ο Ιησούς μας λέγει ότι, «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι». Γι’ αυτό τον σκοπό ήλθε ο Υιός του Θεού στην γη. Δεν είχε ανάγκη ο Θεός Λόγος να υποστή την «κένωσι» ει μη μόνο για την επιστροφή του ανθρώπου στους κόλπους της θείας αγάπης. Αυτή είναι η «καινή κτίσις» πού είναι ανωτέρα της προηγουμένης.

Υπάρχει και ένα άλλο μυστήριο ακόμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να ξέρετε. Το μυστήριο είναι τούτο. Πολλές φορές, ενώ τα πράγματα πάνε καλά, η ίδια η Χάρις αφήνει τον πειρασμό· και διευκρινίζω καλύτερα. Η Χάρις δεν δημιουργεί ποτέ πειρασμό. Αλλοίμονο, είναι βλάσφημο να το πή κανείς. Δεν πηγάζει από το φως σκότος, ποτέ.

Και εξηγούμαι σαφέστερα. Εγώ επιμένω αγωνιζόμενος εναντίον ενός πάθους πού με ενοχλεί· κατά της κακής έξεως πού με πιέζει· θέλω να φύγη· παρακαλώ τον Θεό να μου δώση εκείνο πού μου χρειάζεται. Ο Θεός μέσα στην πανσωστική του πρόνοια, πού περικλείει τα πάντα, βλέπει ότι δεν είναι ώρα να το δώση. Η ίδια η Χάρις, ενώ έπρεπε να λειτουργήση και να κάνη αυτό το πράγμα, δεν το κάνει. Δεν το κάνει για τον λόγο πού ξέρει, επειδή ο Θεός είναι ανενδεής και οι τρόποι πού επεμβαίνει είναι Θεοπρεπείς, και ότι κάνει ο Θεός είναι παντέλειο. Ότι κάνει ο Θεός δεν είναι μερικό, είναι γενικό.

Επομένως στην γενικότητα αυτή χρειάζεται ο χρόνος. Διότι μαζί με την περίστασι, ο Θεός περικλείει πολλά μαζί. Χρειάζεται υπομονή, ούτως ώστε να ετοιμασθούν και τα πρόσωπα και οι παράγοντες και οι τόποι και ο χρόνος και ακόμα και αυτή η ιδιοσυγκρασία. Και τότε έρχεται και το τελειώνει, το φέρει εις πέρας.

Υπάρχουν και άλλες πτυχές πάνω στο ίδιο θέμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες. Πολλές φορές προλαμβάνει η Χάρις και δίδει ένα κανόνα και αφήνειτον άνθρωπο αβοήθητο σε μια περίστασι, για να τον σώση από ένα επερχόμενο πειρασμό τον οποίο ξέρει ο Θεός ότι θα επάθαινε μέσα στην απειρία και στην ατέλεια του.
Είναι τόσα τα μυστήρια, πού δεν ημπορή να τα γνωρίζη κανείς.

Άλλες φορές η Χάρις προορίζει ένα άνθρωπο για να γίνη οδηγός άλλων και τον πειράζει ιδιαίτερα αυτόν για να τον ετοιμάση, ούτως ώστε στην κατάλληλη στιγμή να είναι από όλες τις απόψεις πεπειραμένος και να δυνηθή να σταθή μέσα στην Εκκλησία και να γίνη φωστήρας, οδηγός και καθοδηγητής των άλλων. Τον δοκιμάζει με ένα άλλο τρόπο μυστηριώδη και ασυνήθιστο. Είδες τι λέει; «Μήπως δεν έχει εξουσία ο κεραμεύς του πηλού; Να κάνη από τον ίδιο πηλό ότι θέλει;» Έτσι και η Χάρις. Όλα αυτά μας πείθουν ότι χρειάζεται υπομονή και καρτερία· ουδέποτε μικροψυχία.

Εφ’ όσον ο Ιησούς μας λέγει ότι «οι λόγοι μου, ου μη παρέλθωσι», να είστε βέβαιοι ότι κανενός η ελπίδα δεν θα διαψευσθή. Μόνο οι άνθρωποι ημπορούν να απατήσουν τους άλλους, διότι είναι πεπερασμένοι και έχουν τις γνώσεις τους περιορισμένες. Στον Θεό δεν συμβαίνει το ίδιο. Οτιδήποτε του ζητήσομε και αφορά την σωτηρία μας θα το πάρωμε.

Μου είπε ένας αληθινά πνευματικός άνθρωπος, ότι από την αρχή πού εξεκίνησε, του έδειξε ο Θεός την Χάρι Του και τον έβαλε στον σωστό δρόμο. Μέσα στον αγώνα του τότε, παρεκάλεσε τον Θεό να τον απαλλάξη από μια κατάστασι πού του φαινόταν πολύ δύσκολη και ήταν αδύνατο να αντέξη. Παρ’ όλο πού προσευχήθηκε πολύ δεν είδε καμμιά λύσι στο πρόβλημά του. Επέρασαν σαράντα δύο χρόνια· και τότε του είπε καθαρά η Χάρις: «θυμάσαι, πού με παρεκάλεσες να σου αποκαλύψω το θέλημα μου για εκείνο το πράγμα; Αυτό είναι πού έκανες τώρα». Και αυτός απάντησε: «Και εάν δεν έκανα έτσι τόσα χρόνια και έκανα αλλοιώς;» Και απεκρίθη η Χάρις: «θα εχάνεσο». Έτσι είναι τα μυστήρια, γι’ αυτό χρειάζεται να κάνωμε υπομονή.

Στο βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, κάποιος Ρώσσος ωνόματι Μοτοβίλοφ είχε απορία, τι σημαίνει Χάρις. Και ενώ είχε αυτή την απορία και προσευχόταν, ο Θεός δεν του έδειξε τίποτε. Τελικά αυτός το εξέχασε. Όταν επέρασαν είκοσι πέντε χρόνια, τον εφώναξε ο Άγιος Σεραφείμ και του λέγει: «Έλα εδώ τώρα να ιδής αυτό πού εζήτησες πριν τόσα χρόνια. Ο Θεός αργεί αλλά δεν ξεχνά».

Όταν θέλωμε να σωθούμε αγωνιζόμεθα να αποβάλωμε τα πάθη μας και επιθυμούμε διακαώς να κατοικήση μέσα μας η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και να μας δείξη αυτή τι θέλει να κάνωμε. Είναι αυτό πού μας είπε ο Ιησούς μας; «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν των ουρανών» και τα υπόλοιπα «προστεθήσεται υμίν».

Όταν εμείς ορθοποδούμε, θα επιτύχωμε περισσότερο από ότι υπολογίσαμε. Επομένως να μένετε πιστοί στις καλές σας αποφάσεις έστω και αν χιλιάκις επιχειρήσετε και δεν επιτύχετε. Μη νομίζετε ότι άλλαξε κάτι. Ούτε εμείς αλλάξαμε, ούτε ο Θεός, ούτε φυσικά και ο διάβολος. Το «αιτείτε και λήψεσθε» είναι πραγματικότης. Εφ’ όσον αιτήσαμε θα λάβωμε, εφ’ όσον εζητήσαμε θα μας δώσουν, εφ’ όσον εκρούσαμε θα μας ανοίξουν. Ο ήλιος είναι δυνατό να μην ανατείλη, αλλά εμείς δεν είναι δυνατό να αποτύχωμε.
Δεν είναι τυχαίο, το ότι μας εκάλεσε ο Θεός να τον ακολουθήσωμε. Ποιος μας έφερε εδώ;

Ποιος μας ενίσχυσε να αρνηθούμε την φύσι και να γίνωμε περίγελως του κόσμου και να είμεθα αυτοεξόριστοι; Και όχι μόνο τούτο, αλλά να στενάζωμε μήπως γλυστρίσωμε και ξεφύγωμε λίγο από την εγκράτεια· μήπως κοιμηθήκαμε λίγο περισσότερο· μήπως αποφύγαμε τον κόπο· μήπως εξεφύγαμε λίγο από την υπακοή. Γι’ αυτά στενάζομε. Αυτά είναι η ενεργός Χάρις του Αγίου ΙΙνεύματος πού ευρίσκεται μαζί μας και μας πείθει και μας πληροφορεί. Αυτά είναι πραγματικότης όχι λόγια λαλούμενα, λόγια αφηρημένα. Κρατούμε στα χέρια μας τις αποδείξεις της ελεημοσύνης του Χριστού.

«Το μείζον» το έδωσε. Δεν θα δώσει το ελάχιστον; «Έτι αμαρτωλών όντων ημών, υπέρ ημών απέθανε». Εάν αυτός εσταυρώθη και δια του Σταυρού κατήργησε την αμαρτία και εσφράγισε το διαβατήριο της εισόδου μας στην ζωή παρέχοντας και την άφεσι των αμαρτιών μας, τώρα απομένει σε μας να κάνωμε λίγη υπομονή. Να μην γυρίσουμε πίσω, αλλά να αναμένωμε ως δούλοι τον Κύριο μας «πότε αναλύσει εκ των γάμων». Και θα αναλύση και θα φωνάξη τον καθένα· και θα απαντήσωμε και εμείς με καύχημα. «Παρόντες, Κύριε, εδώ είμεθα. Αφ’ ης στιγμής μας εκάλεσες, αναμέναμε πότε θα έλθης να μας δώσης την επαγγελία». Οπόταν θα ακούσωμε το: «Ευ, δούλοι αγαθοί και πιστοί».

Αυτές είναι πραγματικότητες. Αυτά τα ζήτε και θα τα ζήσετε ακόμη περισσότερο, εάν δώσετε περισσότερη σπουδή στην μελέτη και γενικά στην πνευματική εργασία. Να κάνετε την διακονία σας με λεπτομέρεια και υπακοή. Να βλέπετε στο πρόσωπο του Γέροντα την πραγματική παρουσία του θείου θελήματος. Ο καθένας να σκέπτεται ότι ζή ο εαυτός του, και ο Χριστός.
Μόλις τελειώσετε την διακονία σας να είστε χαρούμενοι· μεταξύ σας όχι σκυθρωποί και να μην αποφεύγετε ο ένας τον άλλο. Να είσθε ευγενικοί και πρόθυμοι. Μην ομίλητε όμως άσκοπα. Από την πολυλογία «ουκ εκφεύξεταί τις αμαρτίαν». Λέγει ο σοφός Σειράχ: «Μεταξύ αρμών λίθων πύγνηται πάσσαλος και μεταξύ πράσεως και αγορασμού εμφωλεύει αμαρτία».

Πράσις και αγορασμός κατά τους Πατέρας είναι το «δούναι και λαβείν». Να ακούσω και να ακούσης. Μα αυτά είναι για μας; Αυτά είναι για τους αργόσχολους του κόσμου τούτου, πού ομιλούν περί ανέμων και υδάτων. Εμείς ποια σχέσι έχομε με τον κόσμο τούτο; Για μας είναι τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Εκείνα μας απασχολούν. Εμάς μας απασχολεί ο ουρανός.

Άνω σχώμεν τάς καρδίας. Πού; Εκεί «όπου, υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς, εις τα Άγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος»
Εκεί, στο ουράνιο καταπέτασμα, εκεί να αποβλέπωμε, εκεί είναι η πατρίδα μας. «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Είμαστε Ουρανοπολίται. «Μνήσθητι της βασιλείας των ουρανών ίνα η επιθυμία αυτής κατά μικρόν – μικρόν ελκύση σε», λέγει ο Αββάς Ησαΐας. Και αυτή η μνήμη αυξάνει μέσα μας τον ζήλο.

Αυτά ήθελα να σας υπενθυμίσω την περίοδο αυτή της περιεκτικής μετανοίας. Έτσι προχωρούμε «αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν», το κέντρο της αγάπης μας, πού μας εκάλεσε και μας έδωσε την οσμή της ευωδιάς της κλήσεως Του και μας έβαλε στον δρόμο των Αγίων.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Ερωτ.: Γέροντα, μας μιλήσατε προηγουμένως για το ατελές του Απ. Πέτρου, προ της Πεντηκοστής. Λόγω της ατέλειας του αρνήθηκε τον Κύριο μας;
Απαντ.: Το θέμα της αρνήσεως του Πέτρου, κατά τις κρίσεις των Πατέρων, είναι οικονομία. Διότι δεν ήτο δυνατό ο Πέτρος, ο οποίος εις όλη την περίοδο πού ήταν μαζί με τον Χριστό και έδειξε τόσο ζήλο και τόση ταπεινοφροσύνη, να πέση σε τόσο μεγάλο λάθος, να αρνηθή τρεις φορές τον Δεσπότη Χριστό. Δεν είναι λογικό αυτό. Θυμηθείτε την ομολογία του Πέτρου!
Όταν ο Ιησούς μας ερώτησε: «Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» ο Πέτρος ωμολόγησε και είπε: «Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Και ο Ιησούς μας εγύρισε και του είπε: «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψε σοι, αλλ’ ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν». (Ματθ. 16,16-18).
Ο Πέτρος κατά φύσι ήταν πολύ ζηλωτής και ασυμβίβαστος. Μέσα στην πανσοφία Του ο Θεός, μετά την θερμή του ομολογία, τον έθεσε θεμέλιο Γης Εκκλησίας. Επειδή όμως η Εκκλησία θα αγκάλιαζε όλη την ανθρώπινη φύσι, όλους τους χαρακτήρες, όχι μόνο τους ζηλωτές και ισχυρούς αλλά και τους ασθενείς και αδυνάτους, επιτρέπει ο Κύριος την τριπλή άρνησι. Διότι, μην ξεχνάμε· οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ασθενείς και αδύνατοι. Ούτε στους πέντε ανά εκατό δεν θα εύρωμε ισχυρούς χαρακτήρας, οι όποιοι αγάπησαν τον Θεό εξ ολοκλήρου και με την ορμή της αγάπης τους έδειξαν αυταπάρνησι. Γι’ αυτούς λοιπόν τους υπολοίπους ασθενείς έγινε οικονομία. Ο Πέτρος όμως ως ζηλωτής και ισχυρός, πού δεν είχε μέσα του νόημα συγκαταβάσεως, δεν θα το καταλάβαινε αυτό.
Επομένως κάνει μια οικονομία ο Θεός και επιτρέπει να τον αρνηθή. Ύστερα τον θεραπεύει μόνος Του. Τον πλησιάζει και του λέει: «Πέτρε, φιλείς με; Πέτρε, αγαπάς με;» Ελυπήθη ο Πέτρος, δεν το κατάλαβε. Αλλά οι τρεις ερωτήσεις ήταν η θεραπεία της τρισσής αρνήσεως.
Με την τριπλή Ομολογία, ο Πέτρος, εξήλειψε την ενοχή. Έμαθε όμως εκ πείρας, ότι και οι ζηλωταί ακόμη έχουν ανάγκη επιεικείας.
Το ίδιο κάνει ο Θεός και στον Απ. Παύλο. Επειδή ήταν η σπονδυλική στήλη της Εκκλησίας, τον αφήνει στην αρχή να γίνη διώκτης, εχθρός· και ύστερα τον παίρνει· και αυτός με συναίσθησι βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης λέγει: «Ουκ ειμί ικανός καλείσθε Απόστολος, διότι έδιωξα την Εκκλησία του Χριστού». Έχω όμως ένα ελαφρυντικό, ότι «αγνοών εποίησα».
Βλέπετε με πόση πανσοφία ο Θεός οικονομεί για να δώση και σε μας παρηγοριά. Διότι αυτοί οι κορυφαίοι εάν έμπαιναν με την δύναμι της ορμής τους μέσα στην Εκκλησία, που θα ήξεραν ότι εμείς οι αδύνατοι δεν ημπορούμε τώρα να κρατήσωμε; Με αυτό τον τρόπο συγκαταβαίνει η θεία αγαθότης προς τις αδυναμίες των ανθρώπων, ώστε να ημπορέσωμε και εμείς να φθάσωμε εις αυτή. Κατεβαίνει ο Θεός για να σηκωθούμε εμείς.
Ερωτ.: Γέροντα, μερικές φορές είμαστε κουρασμένοι από το διακόνημα και παρεξηγούμεθα μεταξύ μας. Τι γίνεται τότε;
Άπαν.: Όταν είστε κουρασμένοι, να είστε περισσότερο προσεκτικοί. Πάντοτε να προηγήται η μεταξύ σας αγάπη, παρά οτιδήποτε άλλο. Και αν συμβή αυτό, με πραγματική, όχι υποκριτική αγάπη, να πείσης τον αδελφό σου ότι παρεφέρθης χωρίς να το καταλάβης. «Συγχώρεσε με, αδελφέ μου, διότι παρεφέρθηκα.». Όταν έχετε αλληλεγγύη και «εύχεσθε υπέρ αλλήλων» και γενικά καλλιεργήτε την μεταξύ σας αγάπη και ενότητα, αυτός είναι ένας ισχυρός δεσμός πού κάνει ανίσχυρο τον σατανά.
Ευρίσκομε πολλά παραδείγματα στους Πατέρες, πού φανερώνουν ότι εκείνοι πού αγωνίζονταν με την χάρι της αγάπης υπέρ των άλλων, εγίνοντο αφορμή να σωθούν οι άλλοι από τις αδυναμίες πού είχαν. Σας υπενθυμίζω το παράδειγμα του αδελφού εκείνου, πού επολεμήθη στην σάρκα και δεν ημπορούσε να αντέξη.
Ήσαν δύο μαζί· και είπε ο ένας στον άλλο. «Αδελφέ μου, να με συγχώρησης. Εγώ δεν ημπορώ να μείνω άλλο εδώ. Αγωνίστηκα όσο άντεχα, άλλο δεν ημπορώ, θα φύγω να πάω στον κόσμο να νυμφευτώ».
Ό αδελφός αφού τον ενουθέτησε αρκετά, δεν ημπόρεσε να τον πείση. Όταν ήλθε η ώρα πού θα έφευγε, του λέγει: «θα έλθω και εγώ μαζί σου. Επειδή είμαστε πνευματικοί αδελφοί και εζήσαμε τόσα χρόνια μαζί, δεν κρίνω σκόπιμο να σε αφήσω μόνο σου».
- Μα ξέρεις τι κάνεις; Εγώ πάω τώρα να εύρω γυναίκα να αμαρτήσω μαζί της. Εσύ θάρθης μαζί μου;
- Δεν θα αμαρτήσω αλλά θα έρθω. Δεν θα σε αφήσω μόνο σου.
Και πράγματι τον ακολούθησε, και όταν έφθασε στον τόπο εκείνο πού υπήρχαν τέτοιες γυναίκες, πήγε αυτός μέσα να ικανοποιήση την επιθυμία του.
Ο άλλος εκάθησε απ’ έξω και παρεκάλει τον Θεό. «Θεέ μου, αν και είναι η τελευταία ώρα, εσύ ημπορείς να τον σώσης».
Και πράγματι όταν εμπήκε μέσα να κάνη την αμαρτία, μετεμελήθη. Ανεχαίτησε ο Θεός την δύναμι του πολέμου και συνήλθε και είπε: «Μα τι κάνω τώρα; Τόσα χρόνια στην έρημο, δεν εχόρτασα ψωμί και νερό και ήλθα τώρα για μια μικρή ηδονή, να γίνω ακάθαρτος, να αρνηθώ τον Χριστό μου και να χάσω τον κόπο μου όλο και να πάω με τον διάβολο στην κόλασι;» Και εγύρισε πίσω. Δεν αμάρτησε.
Πήγε έξω στον αδελφό του λέγοντας; «Μετανόησα. Δεν πωλώ την σωτηρία· μου για τόσο φθηνό πράγμα».
Και επέστρεψαν στον τόπο τους. Και απεκάλυψε ένας από τους Γέροντες, ότι δια τον κόπο αυτού πού τον ηκολούθησε επήρε ο Θεός τον πόλεμο από τον άλλο.
Βλέπετε; Και εσείς όταν έχετε μεταξύ σας αγάπη, τότε γίνεται φραγμός σωτηρίας. Η αγάπη των άλλων προφυλάσσει, σκεπάζει και καλύπτει όποιον είναι μακρυά και όποιον είναι αδύνατος, και έτσι δεν ημπορεί ο εχθρός να μας κάνη κακό. Τόσο μεγάλο πράγμα είναι η αγάπη! Πραγματικά «ουδέποτε εκπίπτει».

πρακτικές υποτυπώσεις

Νήψις-Προσευχή – Εξομολόγησις




Αγαπητά μου παιδιά,
Σήμερα θα πούμε ολίγα πράγματα για την μεγάλη αρετή της νήψεως.
Όπως θα γνωρίζετε, η νήψις είναι πατερικέ διδασκαλία, είναι βίωμα των μεγάλων νηπτικών πατέρων της Εκκλησίας και δη της ερήμου. Η λέξις «νήψις» προέρχεται εκ του «νήφω» , που σημαίνει αγρυπνώ, φρουρώ, επισκοπώ, παρατηρώ, επιβλέπω, παρακολουθώ. Αυτά όλα οι πατέρες τα συνοψίζουν σε μια αδιάλειπτη προσοχή του νοός.
Η νήψις εικονίζεται με την αξίνα, η οποία καταρρίπτει τα μεγάλα δένδρα χτυπώντας την ρίζα τους. Κι όταν χτυπηθή η ρίζα, δεν ξαναφυτρώνουν. Έτσι και όταν ο νους του ανθρώπου, του χριστιανού, έχει την προσοχή αυτή της νήψεως, φρουρεί την καρδιά και τις πέντε αισθήσεις , τόσον τις σωματικές, όσον και τις πνευματικές, της ψυχής. Όταν ο νους νήφη, όταν προσέχη, όταν φρουρή τα διανοήματα, τις σκέψεις, όταν ελέγχη την φαντασία ,τότε όλος ο άνθρωπος ψυχοσωματικά διατηρείται καθαρός. Και όταν ο άνθρωπος δια της νήψεως και της εργασίας της πνευματικής καθίσταται καθαρός, οι προσευχές του έχουν παρρησία προς τον Θεό, διασχίζουν τον αιθέρα, ξεπερνούν τους αστέρας, διέρχονται τους ουρανούς και πλησιάζουν στον Θείο Θρόνο της Χάριτος, όπου δέχονται τις ευλογίες του Θεού. Και ο άνθρωπος προσευχόμενος ούτως, πλουτίζει την κατά Θεόν χάριν.
Μας λέγουν οι νηπτικοί πατέρες ότι ένας λογισμός μας ανεβάζει εις τον ουρανόν και ένας μας κατεβάζει εις την κόλασιν. «Εν τοις λογισμοίς μας βελτιούμεθα ή αχρειούμεθα». Δηλαδή ένας λογισμός, ο οποίος απρόσεκτα θα μας προσβάλη, , θα μας δηλητηριάση, θα μας ηδονίση, μπορεί να μας καταστήση αξίους για την κόλασι. Ένας λογισμός θεϊκός, ένας λογισμός αυταπαρνήσεως, ένας λογισμός ανδρείας, ένας λογισμός προσευχής και θεωρίας, μας αξιώνει να πλησιάσουμε τον Θείο Θρόνο και να γευθούμε πράγματα ουράνια. Από τους λογισμούς ή θα γίνουμε ακάθαρτοι ή θα γίνουμε καλύτεροι. Η αρχή των αμαρτημάτων ξεκινά από τους λογισμούς.
Οι λογισμοί πηγάζουν από τις πέντε αισθήσεις, τόσον τις πνευματικές όσον και τις σωματικές. Όταν αφήσουμε την αίσθησι των οφθαλμών ανεξέλεγκτη και βλέπη ο,τιδήποτε απρόσεκτα, αυτή η απροσεξία θα γεννήση μια σωρεία από εικόνες βρώμικες και αμαρτωλές. Αυτές οι εικόνες αφού εισαχθούν στο φανταστικό, μετά στάζουν δηλητήριο αμαρτωλής ηδονής μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Αυτή η ηδονή είναι το δηλητήριο, με το οποίον δηλητηριάζεται η καρδιά και γίνεται τότε ακάθαρτη και ένοχη μπρος στον ακοίμητον οφθαλμόν του Θεού.
Όπως η αίσθησις των οφθαλμών, έτσι είναι και της αφής, έτσι είναι και της γεύσεως, και της ακοής και της οσφρήσεως. Κι έτσι οι πέντε αισθήσεις δημιουργούν ανάλογες αμαρτωλές εικόνες, οι οποίες καθιστούν τον άνθρωπο ακάθαρτο ενώπιον του Θεού. Εδώ έγκειται όλη η φιλοσοφία του πνεύματος.
Όλα τα κηρύγματα είναι ωφέλιμα∙ γιατί όπως ακριβώς, όταν κλαδεύεται ένα δένδρο που είναι αρρωστημένο, καθαρίζεται , έτσι και ο λόγος του Θεού βοηθεί στην μείωσι ενός πάθους. Η διδασκαλία όμως των Πατέρων περί της νήψεως ενεργεί ριζικά την κάθαρσι από το πάθος. Όταν η αξίνη, όταν ο πέλεκυς κτυπήση την ρίζα, όλο το δένδρο πίπτει κάτω, ξηραίνεται και απόλλυται. Έτσι και όταν η νήψις πάρη θέσι στην ζωή του χριστιανού, ένα-ένα δένδρο εμπαθείας πίπτει , ξηραίνεται και έτσι συν τω χρόνω ο παλαιός άνθρωπος , ο άνθρωπος της αμαρτίας και της εμπαθείας, ο χοϊκός Αδάμ ελευθερώνεται και γίνεται «καινός άνθρωπος». Γι’ αυτό η νηπτική εργασία μας ελευθερώνει ριζικά από το κακό. Εδώ λοιπόν πρέπει να δώσουμε προσοχή στην ζωή μας . Αν θέλουμε να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας, να φροντίσουμε να πλουτίσουμε τον νουν μας με την επιμέλεια της νήψεως.
Ένα μέρος της νήψεως είναι κ αι η νοερά προσευχή. Η θεωρία του Θεού είναι ένα άλλο μέρος .΄Ολα αυτά τα μέρη , όταν ενωθούν σε μια προσπάθεια του ανθρώπου, συν τω χρόνω φέρνουν την αγιότητα…
…Ο Ιερός Χρυσόστομος πολλά κεφάλαια έγραψε περί προσευχής και περί νήψεως. Και μεταξύ άλλων λέγει κάτι πάρα πολύ όμορφο: «Η προσευχή , λέγει, είναι φωτισμός της ψυχής, αληθής επίγνωσις του Θεού, μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ιατρός των παθών, αντίδοτον εναντίον των νόσων, φάρμακον εναντίον κάθε αρρώστειας, γαλήνη της ψυχής ,οδηγός που φέρει εις τον ουρανόν , που δεν περιστρέφεται γύρω από την γη, αλλά που πορεύεται προς αυτήν την αψίδα, τον ουρανό. Υπερπηδά τα κτίσματα, διασχίζει νοερώς τον αέρα, πορεύεται πάνω από τον αέρα, διασχίζει το σύνολο των αστέρων, ανοίγει τας πύλας των ουρανών, ξεπερνά τους αγγέλους, υπερβαίνει τους Θρόνους και τις Κυριότητες, διαβαίνει τα Χερουβείμ και αφού διέλθη υπεράνω όλης της κτιστής φύσεως, έρχεται πλησίον αυτής της απροσίτου Τριάδος. Εκεί προσκυνεί την Θεότητα. Εκεί αξιώνεται να γίνη συνομιλητής με τον Ουράνιο Βασιλέα. Δι’ αυτής (της προσευχής) , η ψυχή, η οποία υψώθη μετέωρος εις τους ουρανούς, εναγκαλίζεται τον Κύριον κατά τρόπον ανέκφραστον, όπως ακριβώς το νήπιον εναγκαλίζεται την μητέρα του, και με δάκρυα φωνάζει δυνατά , επιθυμώντας να απολαύση του θείου γάλακτος. Ζητεί δε αυτά που πρέπει, και λαμβάνει δωρεάς ανωτέρας από όλην την ορατήν φύσιν…»
… Αυτή η προσοχή η πνευματική μας γίνεται φως και σαν φως φωτίζει τον δρόμο. Κι ένας δρόμος φωτισμένος από την νήψι, είναι και ο δρόμος προς την ιερά εξομολόγησι. Τον φωτίζει η προσοχή, που προτρέπει τον άνθρωπο να τακτοποιήση τον λογαριασμό του με τον Θεό. Και οδηγείται με την φώτησι της νήψεως εις αυτό το μέγα μυστήριο κι εκεί εναποθέτει όλο το χρέος , όλη την ακαθαρσία των αμαρτημάτων. Μπαίνει μέσα σ’ αυτό το λουτρό και βγαίνει ολοκάθαρος. Και λέγω ότι πρέπει να έχουμε πολλή χαρά στην ψυχή μας, όταν αξιωνόμεθα να φθάσουμε σ’ αυτό το λουτρό. Πρέπει να πανηγυρίζουμε και να ευχαριστούμε τον Κύριο που άφησε αυτό το λουτρό ,που άφησε αυτήν την εξουσία του «δεσμείν και λύειν». Όσα λύση ο πνευματικός ,τα λύνει κι ο Θεός. Όσα συγχωρεί ο εκπρόσωπος του Θεού, τα συγχωρεί και ο Κύριος.
Κι όταν εδώ κάτω κριθή ο άνθρωπος, δεν κρίνεται επάνω στο μεγάλο και φοβερό δικαστήριο . Μεγάλη ευκαιρία, εάν φθάση ο άνθρωπος μέχρις εκεί. Γι’ αυτό όσοι έχετε αξιωθή αυτού του λουτρού και συνεχώς το λέρωμα της ψυχής το καθαρίζετε με το λουτρό αυτό το νπευματικό του θείου μυστηρίου, πρέπει να έχετε πάρα πολύ μεγάλη χαρά, διότι πάντοτε η θύρα του παραδείσου θα είναι ανοιχτή. Κι αν ο θάνατος ακολουθήση, ουδεμία ανησυχία. «Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην». Όταν είναι έτοιμος ο άνθρωπος, δεν ταράσσεται εις το πλησίασμα του θανάτου. Ηξεύρει ότι δεν μπορεί να είναι λάθος ο λόγος του Θεού, που έδωσε αυτήν την εξουσία. Το γνωρίζουμε σαν μυστήριο της Εκκλησίας και το βλέπουμε στην πράξι και στην εφαρμογή. Όταν ο άνθρωπος κάνη την ιεράν εξομολόγησιν με πόθο, με ταπείνωσι και με επίγνωσι, νοιώθει την ευτυχία μέσα στην ψυχή του, την ελάφρωσι και την αγαλλίαση. Απόδειξις εναργής ότι οι αμαρτίες του έχουν συγχωρηθή. Και όταν οι αμαρτίες συγχωρηθούν, τότε αίρεται κάθε φόβος ανησυχίας και αβεβαιότητος δια την άλλη ζωή…
… Γι’ αυτό με πολύ πόθο, με πολλή αγάπη, με πολλή συναίσθησι να τρέχουμε, να καθαριζώμεθα, να ετοιμαζώμεθα και όταν ακολουθήση ο θάνατος ,να φύγουμε ειρηνικά. Αμήν.



«ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2013

Αδιαλείπτως προσεύχεσθε





Ἱερὰ Μονὴ Κουτλουμουσίου - Πνευματικά Μελετήματα, Ἀδιαλείπτως Προσεύχεσθε
Μὲ τὴν προσευχὴ μιλάει ὁ ἄνθρωπος ἄμεσα μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ ἄνθρωπος γίνεται παιδὶ τοῦ Θεοῦ! Μὲ τὴν προσευχὴ ξεπερνιοῦνται τὰ ἐμπόδια τοῦ βίου τούτου, δηλαδὴ οἱ θλίψεις, οἱ στενοχώριες, τὰ βάσανα, οἱ δυστυχίες, οἱ στερήσεις, οἱ μηχανορραφίες, οἱ ραδιουργίες, οἱ καταλαλιὲς καὶ οἱ συκοφαντίες. Μὲ τὴν προσευχὴ συντρίβονται τὰ βέλη τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν.Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποκτοῦμε τὴ μακαρία ὑπομονὴ τοῦ Θεανθρώπου καὶ Σωτῆρα Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων ἀνδρῶν τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποκτοῦμε περισσότερη πνευματικὴ δύναμη!… Μὲ τὴν προσευχὴ παίρνουμε τὴν οὐράνια παρηγοριὰ καὶ παραμυθία τῆς ψυχῆς! 

Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποκτοῦμε τὴν Οὐράνια Σοφία. Μὲ τὴν προσευχὴ τελοῦνται τὰ ἑπτὰ μυστήρια της Ἐκκλησίας μας. Μὲ τὴν προσευχὴ λαμβάνουμε τὸν ἐπιούσιον ἄρτον, δηλαδὴ τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ πνευματικὰ ἀγαθά! Μὲ τὴν προσευχὴ ἀντλοῦμε περισσότερο θάρρος, ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδες.
Μὲ τὴν προσευχὴ οἱ ἅγιοι ἄνδρες τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης ἐτέλεσαν θαύματα, νεκροὺς ἀνέστησαν, ἀσθενεῖς θεράπευσαν καὶ λογῆς-λογῆς βασανιστήρια ὑπέμειναν!… Μὲ τὴν προσευχὴ γινόμαστε ὅμοιοι μὲ τοὺς ἁγ. Ἀγγέλους, οἱ ὁποίοι νύχτα-μέρα ὑμνοῦν καὶ δοξολογοῦν τὸν Θεό! Μὲ τὴν προσευχὴ γίνονται τὰ θαύματα.

Μὲ τὴν προσευχὴ θεραπεύονται ἀνίατες ἀσθένειες καὶ ἐκδιώκονται τὰ δαιμόνια! Μὲ τὴν προσευχὴ μποροῦμε νὰ σταθοῦμε στὰ πόδια μας καὶ νὰ βαδίσουμε ἀπρόσκοπτα τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν προσευχὴ δυναμώνεται ἡ πίστη μας στὸν Θεό!… Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά μας καθαρίζονται ἀπὸ κάθε κοσμικὴ πονηρία! Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά μας γίνονται ναὸς τοῦ Παναγίου Πνεύματος! Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα εἰσέρχονται καὶ κατοικοῦν στὶς καρδιές μας!…

Μὲ τὴν προσευχὴ ἡ γλώσσα μας γίνεται σάλπιγγα τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, σαλπίζουσα οὐράνια ρήματα. Μὲ τὴν προσευχὴ μᾶς δίνονται ἀόρατα ὁδηγίες καὶ συμβουλὲς ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα!… Μὲ τὴν προσευχὴ παραμένει διαρκῶς κοντά μας ὁ φύλακας Ἄγγελος καὶ μᾶς φυλάσσει ἀπὸ κάθε κακό. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀνοίγονται τὰ πνευματικὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς καὶ ἀκοῦνε τὴ γλυκόηχη οὐράνια φωνὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, καθὼς ἐπίσης ἀνοίγονται καὶ τὰ πνευματικὰ μάτια τῆς ψυχῆς. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποφεύγουμε νὰ σκεφθοῦμε ἢ νὰ κάμουμε τὸ κακό. Μὲ τὴν προσευχὴ γινόμαστε ταπεινότεροι καὶ ἀγαθότεροι. Μὲ τὴν προσευχὴ νικᾶμε τὶς πανουργίες ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν! Μὲ τὴν προσευχὴ παρηγορούμεθα καὶ ἀνακουφιζόμεθα στὶς λογῆς-λογῆς θλίψεις τῆς ζωῆς!…

Γιὰ νὰ ὠφεληθεῖς ἀπὸ τὴν προσευχὴ πρέπει: α) νὰ ξεχνᾶς κάθε φροντίδα κοσμική. β) Τὸ λόγο ποὺ προφέρει τὸ στόμα αὐτὸν νὰ συλλογίζεται καὶ ὁ νοῦς μας, δηλαδὴ νὰ μὴ λαλεῖ ἄλλα ἡ γλώσσα καὶ ἄλλα σκέπτεται ὁ νοῦς μας. Τότε ἀληθινὰ ἡ προσευχή μας ἀνεβαίνει στὸν Οὐράνιον Πατέρα καὶ παίρνουμε τὰ μεγάλα χαρίσματα καὶ τὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καὶ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες μας…

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

ΦΩΤΙΣΗ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ-ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΝΑΝΟΣ

Η θύρα της μετανοίας είναι για όλους ανοικτή

Η θύρα της μετανοίας είναι για όλους ανοικτή και είναι άγνωστο ποιος θα πρωτομπεί σ’ αυτή, εσύ που κατακρίνεις τον άλλον ή αυτός που κατακρίνε­ται από σένα.
Κατάκρινε πάντοτε τον εαυτόν σου και θα παύσεις να κατακρίνεις τους άλλους.
Μπορείς να κατακρίνεις μια πράξη κακή, ποτέ όμως εκείνον που την έπραξε.
Του Αγ.Σεραφείμ του Σαρώφ

Τι αρμόζει να κάνει ο χριστιανός για να αποφεύγει όσο μπορεί την αμαρτία!


 


 
“Να τρως με όρεξη, αλλά να θυμάσαι ότι η σάρκα σου θα είναι η λεία των σκουληκιών.
Να κοιμάσαι σε πλούσιο κρεβάτι, αλλά να θυμάσαι και τις σκληρές σανίδες του φέρετρού σου.
Πρέπει να αποφεύγει κανείς όλες τις αφορμές για την αμαρτία, όλους τους χώρους, τα πρόσωπα, τα πράγματα που μπορούν να είναι για σας απ’ τον πειρασμό και να σας επιβάλλουν αμαρτωλές επιθυμίες.
Να θυμάσαι πάντα τα τελευταία σου: το θάνατο, την κρίση, την ανάσταση, τη ζωή του μέλλοντος αιώνος.
Όσο το δυνατό συχνότερα να σκέπτεσαι την πανταχού παρουσία του Θεού, να συλλογίζεσαι τις αγαθοεργίες του Θεού, ειδικά τη ζωή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στη γη, τα μαρτύριά Του, το θάνατό Του και γενικότερα τις κύριες αλήθειες της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης.
Η καρδιακή και η επιμελής προσευχή, η συχνή επίκληση του ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού βοηθάει πολύ στο να κρατιέται κάνεις μακριά από την αμαρτία.
Πρέπει να κάνει κανείς αυτοέλεγχο, να επαγρυπνεί, να παρατηρεί τον εαυτό του, τα συναισθήματα, τις επιθυμίες, τις πράξεις του.
Όσο συχνότερα γίνεται να προστρέχει στο μυστήριο της μετάνοιας, να εξομολογείται στον πνευματικό του πατέρα, να υπακούει στις συμβουλές του και να κοινωνεί άξια των Αχράντων Μυστηρίων.
Να μην αφήνει κανείς την ευκαιρία και τη δυνατότητα να παρευρίσκεται στις εκκλησιαστικές ακολουθίες και να διαβάζει στο σπίτι του πνευματικά βιβλία.
Να συζητάει κανείς με ανθρώπους ευσεβείς και να αποφεύγει τις άσκοπες συζητήσεις.
Να υπάρχει πάντοτε στον ελεύθερο από τις ακολουθίες χρόνο κάποια ψυχωφέλιμη ενασχόληση, κάποια εργασία και να μη μένει αργός.
Βλέπε, λοιπόν, τι αρμόζει να κάνει ο χριστιανός για να αποφεύγει όσο μπορεί την αμαρτία.
Με λίγα λόγια, πρέπει να προσεύχεται, να εργάζεται αδιάκοπα και συνεχώς να παρατηρεί τον εαυτό του.
Κύριε, βοήθησέ μας!”
Στάρετς Βαρνάβας, από το βιβλίο “Ο Στάρετς Σαραφείμ της Βύριτσα”

Η σπουδαιότητα της εσωτερικής ειρήνης: Κανόνες και μέσα για την απόκτησή της :μνήμη του Θεού, υπακοή στη συνείδηση, υπομονή.




ΘΑ ήθελα να σου δώσω λίγες ακόμα συμβουλές για το τι πρέπει να κάνεις τώρα που μπήκες στον νέο σου δρόμο.
Όποιος επιχειρήσει να παρατηρήσει προσεκτικά τι συμβαίνει μέσα σου στο διάστημα μιας μόνο ημέρας , θα διαπιστώσει αναμφίβολα τον ξεπεσμό του πνεύματός σου. Σου μίλησα άλλοτε τόσο γι’ αυτό, όσο και για την κατάσταση της εσωτερικής συγχύσεως και ταραχής , μια κατάσταση αφύσικη, από την οποία πρέπει ν’ απαλλαγούμε. Εσύ, πάλι, μου έγραψες ότι δεν μπορούσες να τα βγάλεις πέρα με την ακατάσχετη κίνηση των λογισμών. Ας κάνω τώρα μια σύντομη επισκόπηση αυτής της κινήσεως και των συνεπειών της.
Οι λογισμοί του νου κατευθύνονται προς τη γη. Ποτέ δεν υψώνονται στον ουρανό. Πάντα στοχεύουν σε πράγματα μάταια, υλικά, εφάμαρτα. Έχεις δει πώς σέρνεται η ομίχλη μέσα σε μια κοιλάδα; Ε, έτσι ακριβώς σέρνονται και οι λογισμοί μας πάνω στη γη. Η χαμέρπεια, λοιπόν, είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό τους. Κι ένα άλλο είναι η αεικινησία. Ασταμάτητα βρίσκονται σε κίνηση , αναταραχή και αλληλοδιαδοχή, ασταμάτητα ζουζουνίζουν στο νου όπως ένα σμάρι κουνούπια σε καλοκαιριάτικη νύχτα.
Οι λογισμοί επενεργούν στην καρδιά , παράγοντας αντίστοιχα συναισθήματα: χαρά, λύπη, οργή, φθόνο, φόβο, ελπίδα, απελπισία, καύχηση κ.λπ. Όπως και στους λογισμούς , έτσι και στα συναισθήματα , που προξενούνται απ’ αυτούς, παρατηρείται έντονη κινητικότητα και αταξία.
Οι λογισμοί και τα συναισθήματα γεννούν πάντα επιθυμίες λιγότερο ή περισσότερο ισχυρές, πάντοτε όμως άτακτες και μπερδεμένες όπως οι γεννήτορές τους. Ο ένας άνθρωπος είναι τσιγκούνης και ο άλλος σπάταλος ∙ ο ένας ανεξίκακος κι ο άλλος εκδικητικός∙ ο ένας φιλέρημος και ο άλλος κοινωνικός∙ ο ένας υπάκουος και ο άλλος θεληματάρης∙ κ.ο.κ. Πολλές φορές, πάλι, ο ίδιος ο άνθρωπος είναι άλλοτε το ένα και άλλοτε το άλλο.
Το πλήθος , η ποικιλότητα και η εναλλαγή των λογισμών ,των συναισθημάτων και των επιθυμιών, με τις άπειρες συνθέσεις, αντιθέσεις και μεταπτώσεις τους, καθώς και με τις αναρίθμητες παραλλαγές τους από άνθρωπο σε άνθρωπο ή ακόμα και στον ίδιο τον άνθρωπο, καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή τη λεπτομερή καταγραφή και την αναλυτική περιγραφή τους. Γεγονός είναι, πάντως, ότι εξαιτίας τους οι ψυχές μας ταλαιπωρούνται από τη σύγχυση και τη ταραχή, από τη μελαγχολία και την κατάθλιψη που αντανακλώνται, όπως όλοι διαπιστώνουμε , στην καθημερινή ζωή μας, την προσωπική και την κοινωνική. Μην περιμένεις, λοιπόν, ζωή κανονική, ζωή τακτική και ομαλή, αν δεν απαλλαγείς από την εσωτερική ταραχή. Γιατί δεν φτάνει που είναι καθεαυτή ένα μεγάλο κακό∙ την εκμεταλλεύονται με επιτηδειότητα και οι δαίμονες για να μας καταστρέψουν.
Τη Σαρακοστή, όταν εξέτασες τον εαυτό σου κι έκανες τα πρώτα βήματα στη νέα σου ζωή, η προσοχή σου στράφηκε, όπως ήταν φυσικό, σ’ αυτή την ταραχή, τη σύγχυση , την ακαταστασία του εσωτερικού σου κόσμου. Τότε, οπλισμένη με θερμό ζήλο, αποφάσισες ν’ αποκαταστήσεις την τάξη στην ψυχή και στη ζωή σου, εφαρμόζοντας με συνέπεια τις εντολές του Θεού. Με το Μυστήριο της Μετάνοιας συγχωρήθηκαν τα αμαρτήματά σου, ενώ με τη θεία Μετάληψη ανανεώθηκε η κοινωνία σου με τον Κύριο και απέκτησες ευεργετική θεία δύναμη. Είσαι, λοιπόν, έτοιμη να προχωρήσεις!
Μακάρι με μιαν ευχή να ήταν δυνατή η διόρθωση της ζωής μας. Μακάρι μ’ ένα λόγο να κατορθώναμε την ανακαίνιση της ψυχής μας. Αυτό, όμως, είναι αδύνατο. Χρειάζεται αγώνας, προσπάθεια, κόπος αλλά και ακλόνητη καρτερικότητα∙ είναι νόμος της αυτεξούσιας ζωής και συνάμα της πεσμένης φύσεως των απογόνων του Αδάμ, όλων δηλαδή των ανθρώπων. Ο Θεός, φυσικά, παρέχει τη βοήθεια Του σ’ όποιον αποδείξει έμπρακτα , με τον αγώνα του , την καλή του προαίρεση , δεν αναγκάζει ωστόσο κανένα ν’ ακολουθήσει το δρόμο Του, που οδηγεί στη σωτηρία. Έτσι, σώζεται όποιος το θέλει, βάζοντας την εσωτερική του ζωή σε τάξη σύμφωνα με το θεϊκό νόμο. Και η εσωτερική ζωή δεν μπαίνει σε τάξη από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτείται πολύχρονη και εντατική καλλιέργεια της ψυχής για την αφομοίωση του αγαθού, με την ενίσχυση της θείας χάριτος μέσω των Μυστηρίων . Μ’ αυτόν τον τρόπο σταδιακά ανατρέπεται η αταξία, που υπάρχει μέσα μας και αποκαθίσταται η προπτωτική θεία τάξη και αρμονία. Ακολουθεί η εσωτερική ειρήνη και μια διαρκής ευφρόσυνη διάθεση στην καρδιά.
Να τι έχεις να κάνεις τώρα! Και μη νομίζεις ότι πρέπει ν’ αλλάξεις ριζικά όλη τη ζωή σου ή να αυτοδεσμευθείς ασφυκτικά από πολυάριθμους κανόνες. Όχι. Σου φτάνουν δυό-τρεις απλοί κανόνες, τους οποίους θα σου δώσω στη συνέχεια…
(συνεχίζεται)



Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
γράμματα σε μια ψυχή»
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...