Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2012

παπα - Δημήτρης Γκαγκαστάθης: "Συμβουλή προς νέα ζευγάρια"



Ο αείμνηστος Γέροντας πατήρ Δημήτριος Γκαγκαστάθης σε κάθε νεαρό ζευγάρι τους έλεγε:
«Μάθετε από την αρχή της γνωριμίας σας και μάλιστα του γάμου, από την πρώτη νύκτα του γάμου σας, να κάνετε μαζί την πρώτη προσευχή, το πρώτο απόδειπνο. Και αφού τελειώσει το απόδειπνο -όπως γίνεται στα μοναστήρια- να κάνετε μια μετάνοια ο ένας στον άλλον και να ζητήσετε συγγνώμη».


Τον ρώτησα λοιπόν -τότε που μας το είπε ο Γέροντας αυτό:
«Κι αν δεν έχουμε καμία διαφωνία, γέροντα, γιατί να το κάνουμε αυτό;»




Λέει: «Να το κάνετε υποχρεωτικά, γιατί έτσι θα μάθετε να ζητάτε ο ένας από τον άλλο συγγνώμη».


Διότι, όταν θα έρθει το πρόβλημα, κι όταν πλέον θα έρθει ο ίδιος ο διάβολος για να γεμίσει τον νου με τις δικές του αναρiθμητες πληροφορίες, τις αλλοτριωμένες πληροφορίες, τότε βλέποντας τους δύο συζύγους να κάνουν μετάνοια και να υπακούουν ο ένας στον άλλον, επειδή δεν μπορεί να σταθεί σε μια τέτοια ταπεινοφροσύνη, ασφαλώς θα φύγει.


Γιατί σιχαίνεται τους ανθρώπους αυτούς οι οποίοι έχουν ταπεινοφροσύνη και έχουν αυτό το φρόνημα των μετανοιών.


Πραγματικά, μια τέτοια κατάσταση, όταν από την αρχή λειτουργήσει, μπορεί να διαφυλάξει τον νου, τον ηγεμόνα νου και των δύο ανθρώπων από την παραπληροφόρηση, ώστε να μην κατέβουν οι πληροφορίες στην συνέχεια στην καρδιά και πλέον τραυματίσουν την αγάπη.
perierga.gr - Γλυκύτατα νεογέννητα ζώα του 2012 που θα... κάψουν καρδιές!

“Η ματαιότητα του κόσμου”



Όλα του κόσμου τα πράγματα και όλες της γης οι ασχολίες, έξω από τη διακονία του Κυρίου, είναι ψεύτικα και μάταια. “Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης”, λέει ο σοφός συγγραφέας του Εκκλησιαστή (1:2). Μάταιη και άστατη είναι η κοσμική δόξα. Πλανεμένοι και μικρόμυαλοι όσοι κυνηγούν τα υλικά πλούτη, τις τρυφές και τις απολαύσεις της σύντομης αυτής ζωής, γιατί δεν ξέρουν ότι πίσω τους ακολουθεί θλίψη αιώνια.
Η φοβερά ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Χριστού θα φανερώσει περίτρανα το κέρδος του φτωχού και τη ζημιά του πλούσιου, την αξία του άσημου και την κενότητα του δοξασμένου. Την ώρα εκείνη δεν θα χρησιμεύουν τα χρήματα και τα κτήματα, οι επιστημονικές γνώσεις και τα διπλώματα, η αναγνώριση και η φήμη, η ευφυϊα και η πανουργία, η ρητορεία και η επιχειρηματολογία, αλλή η καθαρή συνείδηση, η ενάρετη πολιτεία και τα καλά έργα.
Υπολόγισε πόσο χρόνο από την ως τώρα ζωή σου, τη ζωή που σου χάρισε ο Θεός για να Τον υπηρετήσεις -ή μάλλον για ν΄αγωνιστείς πνευματικά και να σωθείς, γιατί ο Θεός δεν έχει ανάγκη τις υπηρεσίες σου- υπολόγισε, λέω, πόσο χρόνο σπατάλησες σε έργα μάταια, άχρηστα ή και εφάμαρτα. Κάθε λεπτό που πέρασε, δεν γυρίζει πίσω. Οι μέρες, οι μήνες και τα χρόνια τρέχουν. Ο θάνατός σου, όσο κι αν δεν θέλεις να το συλλογίζεσαι, πλησιάζει, είναι δίπλα σου! Πότε θα σ΄αγγίξει; Είναι άγνωστο. Όταν όμως θα γίνει αυτό, τί αξία θα έχουν οι κόποι σου για τις επίγειες ματαιότητες; Ποιός θα σε βοηθήσει τότε; Οι ικανότητές σου, η ευφυϊα σου, η γνώση σου, τα χρήματά σου, η φήμη σου; Όχι! Οι συγγενείς, πού ίσως περίμεναν με κρυφή λαχτάρα το θάνατό σου για να σε κληρονομήσουν; Όχι! Οι φίλοι, πού τόσο συχνά αποδείχθηκαν συμφεροντολόγοι και αχάριστοι; Όχι! Αλλά ποιός; Μόνο ο φιλεύσπλαχνος και φιλάνθρωπος Θεός, Εκείνος που εσύ αγνόησες ή καί καταφρόνησες, μολονότι όλα, όσα έχεις, από τα χέρια Του τα πήρες.
Έστω και τώρα, λοιπόν, έλα κοντά Του. Ό,τι κι αν κάνεις κάτω από τη σκέπη και μέσα στο νόμο του Χριστού, είναι καλό και ωφέλιμο.
Μακριά απ΄Αυτόν, όλα είναι μάταια και χαμένα.
Γι΄αυτό ο μακάριος Παύλος έλεγε:
“Αυτά πού ήταν άλλοτε για μένα κέρδη και πλεονεκτήματα, με την πίστη στο Χριστό τα είδα σαν ζημιά και μειονεκτήματα. Πραγματικά, όλα εξακολουθώ να τα θεωρώ μειονεκτήματα σε σχέση με τό ασύγκριτα ανώτερο αγαθό που κέρδισα γνωρίζοντας τον Ιησού Χριστό, τον Κύριό μου. Γι΄αυτόν τα πέταξα όλα και τα θεωρώ σκουπίδια, για να κερδίσω το Χριστό και να ενωθώ μαζί του” (Φιλιπ. 3:7-9).

Τί αφροσύνη, να μή μιμούμαστε τον απόστολο, αλλά να σαγηνευόμαστε από τον κόσμο, που η σημερινή μορφή του δεν θα διαρκέσει πολύ, τον κόσμο, που ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ρητά μας συμβουλεύει να μήν αγαπάμε:
“Μήν αγαπάτε τόν κόσμο, μήτε όσα είναι του κόσμου. Αν κάποιος αγαπάει τον κόσμο, δεν έχει μέσα του την αγάπη για τον Πατέρα. Γιατί όλα όσα είναι του κόσμου -η σαρκική επιθυμία, η λαχτάρα ν΄αποκτήσουμε ό,τι βλέπουν τά μάτια μας και η υπεροψία πώς κατέχουμε γήινα αγαθά- δεν προέρχονται από τόν Πατέρα, αλλ΄από τον αμαρτωλό κόσμο. Ο κόσμος, όμως, περνάει και φεύγει, καί μαζί του φεύγουν και οι επιθυμίες του, ενώ όποιος εκτελεί το θέλημα του Θεού, θα ζήσει αιώνια” (Α΄Ιω. 2:15-17).

Μιμήσου, λοιπόν κι εσύ τον απόστολο. Μίσησε τον πρόσκαιρο πλούτο, και θα γίνεις αιώνια πλούσιος σε χάρη Θεού. Καταφρόνησε την τιμή, καί θα τιμηθείς ανέκφραστα από τον Κύριο. Απαρνήσου τη σαρκική ηδυπάθεια, καί θ΄απολαύσεις την ουράνια ηδονή. Πολέμησε τη ραθυμία και την οκνηρία, και θ΄αναπαύεσαι αιώνια. Υπόμεινε τη φτώχεια και τη γυμνότητα, και θα ντυθείς στολή θεοϋφαντη. Οικειώσου το πένθος, και θα χαίρεσαι παντοτινά. Δέξου καρτερικά τη χλεύη και το διωγμό για το Χριστό, και θα δοξαστείς απ΄τους αγγέλους. Κοντολογίς, αρνήσου τη φιλοκοσμία και εγκολπώσου τη φιλοθεϊα.

Άκουσε, αδελφέ, τί μας λέει ο Κύριος: “Μπείτε στο δρόμο της αρετής από τη στενή πύλη..., είναι στενή η πύλη και γεμάτος δυσκολίες ο δρόμος που οδηγεί στην αιώνια ζωή” (Ματθ. 7:13, 14). Και στενή πύλη δεν είναι εκείνη του πλούτου και της τρυφής, αλλά της φτώχειας και της θεληματικής στερήσεως. Θλιμμένη οδός δεν είναι εκείνη της δόξας και των τιμών, αλλά της ταπεινώσεως και των παθημάτων. Αυτή την πύλη πέρασε κι αυτή την οδό βάδισε ο Θεάνθρωπος στη γη.

Μιμήσου τον Ιησού. Γίνε φτωχός, όπως Εκείνος, και ταπεινώσου, όπως Εκείνος.
Άφησε σήμερα εκούσια όσα αύριο θα στερηθείς ακούσια.
Αρνήσου τα φθαρτά για ν΄απολαύσεις τα άφθαρτα.
Μήν αγαπάς τόν κόσμο, γιατί “η αγάπη για τον αμαρτωλό κόσμο είναι έχθρα εναντίον του Θεού” (Ιακ. 4:4).
Μήν ταυτίζεσαι με τους κοσμικούς ανθρώπους και μήν επηρεάζεσαι από το πνεύμα τους, γιατί “όλος ο κόσμος βρίσκεται στην εξουσία του διαβόλου” (Α΄Ιω. 5:19).
Ταυτίσου με τον Κύριο και το θέλημά Του, και θα κερδίσεις τα πάντα.

από το βιβλίο “ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ” του μοναχού Αγαπίου Λάνδου του Κρητός)

Δέν ὑπάρχει γλυκύτερο ἀπό τήν προσευχή. Άγιου Ιωάννου του Χρυσοστόμου





Δέν ὑπάρχει γλυκύτερο ἀπό τήν προσευχή
Σκέψου πόσο μεγάλο πράγμα είναι μέσα στη βαθειά νύκτα, όταν κοιμούνται όλοι οι άνθρωποι και τα κατοικίδια ζώα, όταν υπάρχη απόλυτη ησυχία , εσύ μόνο να σηκωθής και με θάρρος να συνομιλήσης με τον Κύριο των όλων μας. Είναι γλυκύς ο ύπνος; Αλλά δεν υπάρχει γλυκύτερο πράγμα από την προσευχή. Αν συνομιλήσης ιδιαίτερα μαζί Του, πολλά θα μπορέσης να επιτύχης, χωρίς να σε ενοχλή κανείς, ούτε να εμποδίση την προσευχή σου˙ και την ώρα έχεις σύμμαχο για να επιτύχης αυτό που θέλεις.

Αλλά στριφογυρίζεις σε μαλακό στρώμα και διστάζης να σηκωθής; Σκέψου πόσοι μάρτυρες που είναι σήμερα ξαπλωμένοι στη σιδερένια σκάλα, χωρίς να υπάρχη στρώμμα από κάτω, αλλ’ απλωμένα κάρβουνα.



( Εγκώμ. Εις τους Αγ. Πάντας, ΕΠΕ 36, 618-620. PG 50, 711 )

Συχνή προσευχή





Αλλά επειδή είμαστε και άνθρωποι και είναι φυσικό να πέσουμε και σε ραθυμία, γι’ αυτό όταν περάση και η πρώτη και η δεύτερη και η τρίτη ώρα μετά την προσευχή και δης ότι η θερμότητα που είχες σιγά σιγά πηγαίνει να σβήση, τρέξε πάλι γρήγορα στην προσευχή και θέρμανε τη σκέψι σου που πάγωσε . Και αν το κάνης αυτό όλη την ημέρα , διαθερμαίνοντας τα ενδιάμεσα διαλείμματα με την πυκνότητα των προσευχών, δεν θα δώσης δικαίωμα στον διάβολο να εισχωρήση στους λογισμούς σου. Και αυτό που κάνουμε όταν γευματίζουμε και πρόκηται να πιούμε, που όταν βλέπουμε ότι κρύωσε το ζεστό νερό , το ξαναβάζουμε στη χύτρα για να ζεσταθή γρήγορα, αυτό ας κάνουμε και εδώ˙
τοποθετώντας την προσευχή στο στόμα μας, σαν πάνω σε κάρβουνα ας ανάβουμε πάλι τη σκέψι μας στην ευλάβεια και ας μιμούμαστε τους οικοδόμους. Εκείνοι, όταν πρόκηται να κτίσουν πλιθιά, επειδή δεν είναι σταθερό το υλικό, σφίγγουν την οικοδομή με μακριά ξύλα˙ και δεν το κάνουν αυτό σε αραιά διαστήματα , αλλά πυκνά, για να κάνουν με αυτά τα ξύλα πιο ανθεκτικό το δέσιμο των πλιθιών.


Το δυνατό της αδιάλειπτης προσευχής

Αυτό κάνε και συ˙ σφίγγοντας όλες σου τις βιοτικές πράξεις με τις συνεχείς προσευχές , σαν με ξύλινα ζωνάρια, περίφραξε από παντού τη ζωή σου. Αν λοιπόν ενεργής έτσι, και αν ακόμη φυσήξουν αμέτρητοι άνεμοι και πειρασμοί και στενοχώριες και κάποιοι αηδείς λογισμοί, και αν συμβή ο,τιδήποτε κακό, δεν θα μπορέση να γκρεμίση το σπίτι εκείνο που είναι στηριγμένο με τόσες πυκνές προσευχές.
Και πώς είναι δυνατό, λέγεις, κοσμικός άνθρωπος, που είναι προσηλωμένος στο δικαστήριο, κάθε τρεις ώρες της ημέρας να προσεύχεται και να τρέχη στην εκκλησία; Είναι δυνατό και πολύ εύκολο˙ και αν δεν είναι εύκολο να πας στην εκκλησία, καθώς στέκεσαι εκεί μπροστά στις πόρτες και είσαι προσηλωμένος στο δικαστήριο, είναι δυνατόν να προσευχηθής˙ διότι δεν χρειάζεται τόσο φωνή, όσο σκέψι˙ ούτε έκτασι των χειρών, όσο τεντωμένη ψυχή˙ ούτε κάποια στάσι, αλλά πίστι˙ διότι και αυτή η Άννα δεν εισακούσθηκε επειδή έβγαλε δυνατή φωνή, αλλά επειδή φώναξε δυνατά μέσα στην καρδιά της. Διότι λέγει˙ “ Η φωνή της δεν ακουόταν”, αλλά την άκουγε ο Θεός. Το ίδιο έκαναν πολλές φορές και πολλοί άλλοι, και ενώ ο άρχοντας μέσα φώναζε, απειλούσε, έκαμνε άσεμνες χειρονομίες, μαινόταν, αυτοί στεκόμενοι μπροστά στις κλειστές πόρτες και λέγοντας λόγια προσευχής με το νου τους , όταν μπήκαν μέσα τον μετέβαλαν και τον καταπράυναν και τον έκανα ήμερο από άγριος που ήταν˙ και δεν εμποδίσθηκαν καθόλου ούτε από τον τόπο, ούτε από την ώρα, ούτε από τη σιωπή για την προσευχή αυτή.

Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων

Ὁ Δυσμᾶς καί ὁ Γεστᾶς!





Ένα περιστατικό από τη ζωή του Χριστού ως θείου Βρέφους: όταν η αγία οικογένεια διέφυγε από το ξίφος του Ηρώδη και πορευόταν στην Αίγυπτο, εμφανίστηκαν καθ’ οδόν κάποιοι ληστές, με πρόθεση να κατακλέψουν τους οδοιπόρους. Ο δίκαιος Ιωσήφ οδηγούσε το γαϊδουράκι, πάνω στο οποίο ήταν φορτωμένα τα λίγα υπάρχοντά τους και όπου επέβαινε η Υπεραγία Θεοτόκος, κρατώντας στο στήθος της τον Υιό της. Οι ληστές άρπαξαν το γαϊδουράκι με σκοπό να το οδηγήσουν μακριά, και ένας απ’ αυτούς πλησίασε τη Μητέρα του Θεού για να δει τι κρατούσε κατάστηθα. Μόλις αντίκρισε το Χριστό-νήπιο, εξεπλάγη από την ασυνήθιστη ομορφιά Του και τότε, μέσα στην έκπληξή του, αναφώνησε:«Και ο Θεός αν έπαιρνε σάρκα ανθρώπινη, δεν θα μπορούσε να είναι πιο όμορφος απ’ αυτό το Παιδί!». Κατόπιν ο ληστής πρόσταξε τους συνεργούς του να μην αρπάξουν τίποτα απ’ αυτούς τους οδοιπόρους.

Γεμάτη ευγνωμοσύνη προς τον γενναιόδωρο αυτό ληστή, η Παναγία Θεοτόκος του είπε: «Γνώριζε ότι το Παιδί αυτό θα σε ανταμείψει με ανταμοιβή μεγάλη, επειδή εσύ σήμερα Τον προστάτευσες». Τριάντα τρία χρόνια αργότερα ο ίδιος άνθρωπος κρεμόταν στο Σταυρό, για τα παραπτώματά του, σταυρωμένος στα δεξιά του Σταυρού του Χριστού. Το όνομά του ήταν Δυσμάς και το όνομα του άλλου, εξ αριστερών, ληστή ήταν Γεστάς. Βλέποντας ο Δυσμάς τον Δεσπότη, τον αθώο και αναμάρτητο Ιησού Χριστό, σταυρωμένο, μετανόησε για κάθε κακό που είχε κάνει στη ζωή του. Όταν ο Γεστάς βλασφήμησε εναντίον του Κυρίου, ο Δυσμάς Τον υπερασπίστηκε λέγοντας: ούτος δε ουδέν άτοπον έπραξε (Λουκ. 23, 41).
Ο Δυσμάς επομένως ήταν ο σοφός ληστής στον οποίον είπε ο Χριστός μας: αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσω (Λουκ. 23. 43). Ο Κύριος χάρισε τον Παράδεισο σ’ αυτόν που Του χάρισε τη ζωή, όταν ήταν Παιδί!
(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Πρόλογος της Αχρίδας» – τ. 12, Δεκέμβριος, σ. 244-245)
http://agathan.wordpress.com

Νέα αρχή



Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης


Είναι μία χαρά κάθε νέα αρχή. Πρόκειται για ένα καινούργιο ξεκίνημα. Έναν φωτεινό ήλιο που ανατέλλει με νόημα και ελπίδα. Κάθε νέο ξεκίνημα είναι ένα ευχάριστο άθλημα. Ο νέος χρόνος δημιουργεί απολογισμούς, σκέψεις, σχέδια, προγράμματα, συγκινητικούς ενθουσιασμούς. Χρειάζεται οπωσδήποτε για όλα αυτά υπεύθυνος αγώνας. Η κάθε αρχή μάς ανανεώνει σημαντικά. Λησμονούμε τα παλαιά κι επεκτεινόμαστε στα νέα.


Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος διδάσκει ωραία πως ο χρόνος θα περάσει ευτυχισμένα αν ποιείς ευχάριστα το θείο θέλημα. Αν εργάζεσαι τη δικαιοσύνη, η ημέρα σου θα είναι καλή. Αν αμαρτάνεις, η ημέρα σου θα είναι πονηρή, ταραγμένη και σκοτεινή. Αν πιστεύεις στην αρετή και την εφαρμόζεις, όλος ο χρόνος σου θα πηγαίνει καλά. Αν όμως παραμελείς την αρετή κι εξαρτάσαι από τους αριθμούς των ημερών, θα μείνεις έρημος και φτωχός από όλα τα αγαθά.

Το πρόσφατο παρελθόν που έφυγε πήρε μαζί του πολλά στοιχεία ιερότητος, ωραιότητος, ειρήνης, ησυχίας και χαράς. Εορτάζουμε τι; Την απώλεια της σοφίας, της αρετής και του πραγματικού πλούτου; Εορτάζουμε την είσοδο του νέου χρόνου για να επαναλάβουμε πρόσφατα κακά και να ολοκληρώσουμε καταστροφές; Ο χρόνος που πέρασε είχε θυμό, μίσος, κακία, οίηση και μεγάλη ταραχή. Δυστυχώς η ίδια κατάσταση συνεχίζεται. Επικρατεί το συμφέρον, ο ατομισμός, η κερδοσκοπία και μόνο η προσωπική καλοπέραση.


Οι χριστιανοί έμειναν θεατές απλοί των πικρών γεγονότων, κάποιοι επηρεάστηκαν κιόλας και άλλοι παρασύρθηκαν. Δεν χαμογελάμε πια, δεν λέμε ζεστά καλημέρα, δεν συμπαραστεκόμαστε ειλικρινά. Δεν αφήσαμε την πονηριά, την παραξενιά, την γκρίνια, το κουτσομπολιό, την κατάκριση και την αχόρταγη εγωκεντρικότητά μας. Παρασυρθήκαμε από τη νοσηρή απληστία, τη δαιμονοκίνητη χαιρεκακία και το κλείσιμο στο καβούκι του εγώ μας.
Αν συνεχιστεί ο τρόπος σκέψεως και ζωής του παλιού χρόνου και στον νέο, τότε τι νόημα έχει κάθε είδος εορτής; Αν ο νέος χρόνος είναι ολόιδιος, για να μην πω χειρότερος, τι διαφορά υπάρχει; Τι νέα αρχή θα τεθεί; Μήπως τα γέλια θα πρέπει να μας οδηγήσουν σε δάκρυα; Μήπως θα πρέπει να ξαναμιλήσουμε σοβαρά για ειλικρινή μετάνοια; Αξίζει να κάνουμε αυτό το πολύτιμο δώρο στον εαυτό μας. Ας αναχωρήσει ο παλιός χρόνος με τις κακίες του ανεπίστρεπτα. Ας είναι ο νέος χρόνος αρχή ουσιαστικής αλλαγής. Ας αποτελέσει σταθμό της πνευματικής μας πορείας. Να αναγεννηθεί ένας νέος εαυτός και να παραμείνει νέος στο πέρασμα των χρόνων.
Δεν γνωρίζουμε καθόλου τι μας κρύβει το νέο έτος. Γνωρίζουμε ότι ο Χριστός ευλογεί χρόνους και καιρούς. Είναι Αυτός που γεννήθηκε και βαπτίσθηκε ως άνθρωπος. Πειράχθηκε ως άνθρωπος, αλλά νίκησε ως Θεός και μας παρακινεί σε αντίσταση. Πείνασε, δίψασε, κουράστηκε, αποκοιμήθηκε, πλήρωσε φόρους, για να πλησιάσει πιο πολύ το πλάσμα του. Τον ονομάζουν Σαμαρείτη, τον θεωρούν δαιμονισμένο, τον πετροβολούν και υπομένει αγέρωχα. Τον πετροβολούν, τον πουλούν, τον τραυματίζουν, τον κακοποιούν, τον ποτίζουν ξίδι, τον σταυρώνουν, τον λογχίζουν και τον θάβουν. Προσεύχεται, δακρύζει, κατεβαίνει στον Άδη, ανίσταται, αναλαμβάνεται στους ουρανούς. Αποτελεί το αιώνιο πρότυπο και για τον καινούργιο χρόνο και για μια νέα αρχή.

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012

Γέρων ῾Ιερώνυμος ῾Ο ῾ Ησυχαστὴς τῆς Αἰγίνης



(1883 -1966)
ΝΘΟΣ εὐῶδες τῆς Καππαδοκίας (Γκέλβερι,  1883) ὁ ῞Αγιος Γέρων
῾Ιερώνυμος, φορεὺς γνήσιος τῆς Μικρασιατικῆς ᾿Ορθοδόξου ῾Ησυχα- στικῆς  Παραδόσεως,  προσεχώρησε
κατόπιν  ἐκτενοῦς  καὶ ἐντόνου προσευχῆς εἰς τὸ Πάτριον ῾Ημερολόγιον κατὰ τὸ ἔτος 1942.

Χωρὶς νὰ ὑπεισέρχεται εἰς θεολογικὰς ἀναλύσεις καὶ νὰ ἐμπλέκεται εἰς ταραχώδεις συζητήσεις, ἐνέμενε
μὲ σταθερότητα εἰς τὴν ἀπόφασίν του αὐτήν, ἀρκούμενος εἰς τὸ νὰ ὁμολογῇ μὲ ταπείνωσιν, ὅτι «αὐτὸ
εἶναι τὸ σωστὸ» ῾Ημερολόγιον καὶ ὅτι ἀπὸ τοῦ 1924 «τὰ πράγματα δὲν πᾶνε καθόλου καλὰ» εἰς τὴν
᾿Εκκλησίαν.

῾Ο  ῾Ησυχαστὴς τῆς Αἰγίνης ἐφλέγετο ἀπὸ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ μας καὶ ἡ βαθεῖα ἐσωτερικὴ ζωή του
περιεκλείετο εἰς τὴν ὄντως συγ- κλονιστικὴν προσευχήν του:  «Κύριε,  μὴ μὲ πάρῃς, ἐὰν δὲν γίνω ὅλος
Σός»!...

Χαρακτηριστικὴ ἦτο  ἐπίσης ἡ  βαθυτάτη εὐλάβειά του  πρὸς τὴν
῾Υπερευλογημένην Θεοτόκον, ἡ ὁποία μάλιστα ἀπεκάλυψεν εἰς μίαν πνευματικὴν θυγατέρα τοῦ ῾Αγίου
Γέροντος, ὅτι «οὐδεὶς ἄνθρωπος ἐπὶ τῆς γῆς μὲ ἀγαπάει ὡς ὁ π. ῾Ιερώνυμος»!...

᾿Ιδιαίτερον  γνώρισμα τοῦ  δευτέρου αὐτοῦ  συγχρόνου ῾Αγίου  τῆς
Αἰγίνης ἦτο ἡ μεγάλη του ταπείνωσις, διότι ἐνεθυμεῖτο συνεχῶς, ὅτι
– 2 –
«θεμέλιος ...ἐστὶ τῆς καθ᾿ ἡμᾶς φιλοσοφίας ἡ ταπεινοφροσύνη».

῾Ο ῞Αγιος Γέρων εἶχε πλουτισθῆ μὲ τὰ ποικίλα χαρίσματα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος,  ἰδιαιτέρως δὲ τῆς
διοράσεως, τῆς προοράσεως, τῆς δια- κρίσεως, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀναπαύσεως τῶν ἀναριθμήτων ψυχῶν,
αἱ ὁποῖαι προσέτρεχον εἰς αὐτὸν  καὶ ἐζήτουν λόγον παρηγορίας· ἦτο πράγματι «υἱὸς παρακλήσεως»
(Πράξ. δʹ 36).

Πολὺ ὀρθῶς γράφονται  εἰς τὸν θαυμαστὸν  βίον τοῦ  θεοφόρου
῾Ησυχαστοῦ τὰ ἑξῆς:
«᾿Ενίοτε  ὑπάρχουν συζητηταὶ τοῦ  αἰῶνος τούτου,  ὁποὺ θέλουν νὰ  μᾶς πείσουν ὅτι  ὁ Γέροντας
῾Ιερώνυμος  καὶ ἄνθρωποι χαρισματοῦχοι ὡσὰν αὐτόν, εἶναι ἐκτὸς ᾿Εκκλησίας, διότι δὲν κοινωνοῦν μὲ
τὴν  Παγκόσμιον ᾿Ορθοδοξίαν.  ῾Η ἀπάντησίς μας εἶναι: ἂς μᾶς κατατάξη τοὺς ἁμαρτωλοὺς ὁ γλυκύς μας
᾿Ιησοῦς μὲ τοὺς πατέρας τούτους, καὶ μᾶς φθάνει καὶ μᾶς περισσεύει»!...
** *
Ο ΟΣΙΟΣ Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος λέγει, ὅτι
«οὐκ ἔστι τὸ τυχὸν ὁ Χριστιανισμός· ...τὸ γὰρ μυστήριον τοῦ Χριστιανισμοῦ ξένον ἐστὶ τοῦ κόσμου
τούτου».
᾿Ενδεδυμένοι  μὲ τὰ «λευκὰ  ἱμάτια» τῆς Χάριτος  (᾿Αποκαλ.  γʹ 18)  ἂς βιώσωμεν τὸ «Μυστήριον»
τοῦτο,  παραμένοντες  εἰς τὴν ὀρθοδοξίαν τῆς Πίστεως  καὶ ἔχοντες χειραγωγοὺς τὴν ῾Οδηγήτριαν
Θεοτόκον  καὶ τοὺς  ῾Αγίους  τῆς  Πίστεώς  μας,  ἰδιαιτέρως δὲ τὸν ῞Αγιον  Γέροντα
῾Ιερώνυμον, τὸν ῾Ησυχαστὴν τῆς Αἰγίνης, διὰ νὰ ἀξιωθῶμεν τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ
καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. ᾿Αμήν!

Η λανθάνουσα επίδραση της μουσικής στην ανθρώπινη ψυχή


Το άρθρο αυτό αποτελεί μια πειραματική και ταυτόχρονα τολμηρή πλατφόρμα σκέψης, πάνω στην οποία θα μπορούσαν να οικοδομηθούν νέες προτάσεις, ιδέες, σκέψεις.

Όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι η ψυχολογική δύναμη των ήχων είναι τεράστια. Μπορούν να οδηγήσουν στον ενθουσιασμό, στη συγκίνηση στη γαλήνη, στην ανακούφιση. Και τούτο διότι οι ήχοι επιδρούν άμεσα στον υποθάλαμο του εγκεφάλου, ο οποίος επηρεάζει το νευρικό σύστημα, τους μυς και τους αδένες του σώματος, που ρυθμίζουν την κυκλοφορία του αίματος στον οργανισμό. Επίσης, η μουσική καταπραΰνει τον καρδιακό ρυθμό και την πίεση, μειώνει το άγχος, ανακουφίζει από τον πόνο, φουντώνει την σπίθα της αισιοδοξίας. Έρευνες έχουν αποδείξει, ότι ασθενείς που άκουγαν μουσική πριν και κατά τη διάρκεια εγχείρησης είχαν χαμηλότερα επίπεδα ορισμένων ορμονών στο αίμα τους.
Η Λιάνα Πολυχρονιάδου στο βιβλίο της «Μουσική και Ψυχολογία» αναφέρει: «Η κατάλληλη μουσική οδηγεί τον άνθρωπο στο πρώτο στάδιο χαλάρωσης, στη μυϊκή υποτονία. Έτσι προκαλείται ένα αίσθημα ευφορίας, που ευνοεί μια καινούργια διαθεσιμότητα και μια μεγαλύτερη δεκτικότητα σε εξωτερικούς ερεθισμούς. Η μουσική σ’ αυτό ακριβώς το στάδιο παύει να είναι απλώς ένα στοιχείο χαλάρωσης και παίζει θεραπευτικό ρόλο».
Από τα παραπάνω πορίσματα της επιστήμης σχετικά με την επίδραση της μουσικής στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση συμπεραίνεται ότι η μουσική δεν είναι ένα απλώς ένα παιχνίδι ήχων, αλλά ασκεί ισχυρές επιδράσεις στον ψυχικό μας κόσμο. Ασκεί τέτοια δύναμη στον άνθρωπο, ώστε δημιουργεί ισχυρά συναισθήματα ή τα εναλλάσσει έτσι, ώστε να διεγείρει τον ράθυμο, να παρορμά τον αναίσθητο, να μαλάσει τον σκληρό και τον ψυχρό. Γι’ αυτό και οι αρχαίοι Έλληνες, και μάλιστα δυνατά πνεύματα σαν τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, έκαναν πολύ συχνά λόγο για την ηθοπλαστική δύναμη της μουσικής.
Την επίδραση της μουσικής στη ζωή μας υπογραμμίζει και το γεγονός ότι η Εκκλησία χρησιμοποίησε από τα πρώτα βήματά της τους ύμνους και τις ωδές. Ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος τονίζει την αγαθή επίδραση της μουσικής λέγοντας ότι «και η ανθρώπινη φύση μας ευχαρίστως και ομαλώς έλκεται από τους ύμνους και τα άσματα και αναπαύεται σ’ αυτά, όπως ευχαριστιούνται και σιωπούν στους μητρικούς μαστούς τα βρέφη, που κλαψουρίζουν παραπονιάρικα και δυσανασχετούν».
Και τώρα έρχεται αυτόματα στο νου μας το ερώτημα. Καλά και χρήσιμα όλα αυτά, αλλά όλες οι μουσικές την ίδια επίδραση έχουν στην ανθρώπινη ψυχή; Και αν όχι, ποια μουσική πρέπει να ακούω και ποια να αποφεύγω; Ποια θα επιδράσει ευεργετικά στον ψυχικό μου κόσμο και ποια καταστρεπτικά; Ποια μουσική θα διακρίνει τον συνειδητό Ορθόδοξο Χριστιανό από τον μέσο κοσμικό τύπο ανθρώπου;
Καταρχήν ισχύει η αρχή, ότι το δημιούργημα αντανακλά τον δημιουργό. Επομένως και στη μουσική οι μελωδίες αποτελούν έκφραση και φυσική προέκταση της ψυχοσύνθεσης του δημιουργού τους. Η μουσική δηλαδή εκφράζεται αυθόρμητα και πηγαία. Είναι ένας κατ’ εξοχήν τρόπος έκφρασης του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου. Η μουσική είναι η αγωγή της ψυχής∙ η ίδια όμως καλείται και στο να ερμηνεύσει τον κόσμο μας. Γι’ αυτό και στον μεταπτωτικό διχασμένο άνθρωπο με το εσωτερικό κενό, την καταναλωτική κοινωνία, την άρνηση των αξιών, τον άκρατο εγωισμό και τον πυρετό της σαρκολατρείας η μουσική εμφανίζει ηχόχρωμα αντίστοιχο αυτών των μεταπτωτικών συμπτωμάτων. Βέβαια υπάρχει μια κλιμακούμενη διαβάθμιση στην ευεργετική ή μη επίδραση της μουσικής στην ψυχή. Πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρινός, ο Ιω. Χρυσόστομος και ο Μ. Βασίλειος θέτουν ως κριτήριο επιλογής της μουσικής το κατά πόσο αυτή μας εξευγενίζει, μας κατανύσσει, μας συνετίζει∙ το κατά πόσο μας κάνει να νιώθουμε ανώτερα σκιρτήματα. Αν η μουσική διακρίνεται απ’ τα παραπάνω χαρακτηριστικά τότε είναι επιτρεπτή και επικροτέα, διότι επιδρά θετικά στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου είτε προκαλώντας μια αίσθηση ευφορίας και αγαλλίασης είτε φρονηματίζοντας το υπό διέγερση και φιληδονία εσωτερικό του.
Αντίθετα, η συνισταμένη θέση των Πατέρων καταδικάζει τις μουσικές που προκαλούν ξεφαντώματα, απρέπειες, τρέλες, ασυδοσία, εκτροχιασμό και αποχαλίνωση της ηθικής. Στο πλαίσιο αυτό καταδικάζονται με αφορισμό από τις ΣΤ’ και Ζ’ Οικουμενικές Συνόδους οι Χριστιανοί που με πορνικά τραγούδια και χορούς τρώνε, πίνουν και δεν αποδίδουν την πρέπουσα ευχαριστία στο Θεό, καθώς και οι γυναίκες που χορεύουν δημόσια. Ο δε Μ. Βασίλειος βάζει επιτίμια σε όσους μεθούν να νηστεύουν τόσο καιρό, σε όσους τραγουδούν, να λεν τους ψαλμούς απ’ το Ψαλτήρι ή το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», σε όσους γελούν άτακτα να κλάψουν και να δακρύσουν, σε όσους χορεύουν να κάνουν τόσες γονυκλισίες κ.τ.λ..
Η αφετηρία της Πατερικής σκέψης σχετικά με τη μουσική και εν γένει με την ψυχαγωγία, πηγάζει απ’ το ήθος που πρέπει να διακρίνει τον Ορθόδοξο Χριστιανό, σύμφωνα πάντα με το Ευαγγέλιο. Και το ήθος αυτό πρέπει να είναι ήθος μετάνοιας, σωφροσύνης, σύνεσης και ανωτερότητας. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει στο βιβλίο του Χρηστοήθεια: «Και ποιο άλλο κακό, αγαπητέ, δεν προξενείται από τους χορούς και τα παιχνίδια και τα τραγούδια; Απ’ αυτά προέρχονται οι στολισμοί και οι καλωπισμοί […], οι άτακτες και άσεμνες θεωρίες των ματιών […], τα πορνικά ακούσματα των αυτιών […], οι αισχρολογίες, οι αστεϊσμοί και τα άσεμνα γέλια […]. Πώς γίνεται να είστε και ναός του Θεού και ναός του Διαβόλου; Αυτά είναι πράγματα που δεν ταιριάζουν∙ είναι πράξεις που δε σμίγουν, διότι ποια ένωση έχει το φως με το σκοτάδι, ο διάβολος με το Χριστό, ο ναός του Θεού με το ναό των ειδώλων;»
Αν όλη η παραπάνω στάση της Εκκλησίας σχηματίστηκε σε εποχές που η μουσική βρισκόταν ακόμα σε πρωτογενή επίπεδα και εμβρυακή εξέλιξη, με μειωμένους ρυθμούς παραγωγικότητας και πενιχρά δείγματα δημιουργικότητας, τότε ποια στάση θα πρέπει να υιοθετήσει κανείς απέναντι στη σύγχρονη μουσική, η οποία έχει καταντήσει μουσική βιομηχανία, όπου οργιάζει ο δημιουργικός οίστρος, αφθονούν τα μέσα μετάδοσής της και παρατηρείται ένας καταιγισμός από μουσικά ερεθίσματα, ποικιλία ήχων, και είδη μουσικής;
Επειδή, λοιπόν, μια κριτική επισκόπηση όλων των σύγχρονων ρευμάτων μουσικής (τζαζ, πανκ, χιπ χοπ, ποπ, ροκ κ.ά.) θα ήταν σκέτη ματαιοπονία, τόσο εξαιτίας της πληθώρας των ειδών όσο και του δυσχερούς εγχειρήματος αντιστοίχισης των μουσικών στα αναλογούντα είδη, για διευκόλυνσή μας θα κατανείμουμε τα διάφορα είδη μουσικής σε ποπ και ροκ ή έντεχνο με διακριτικό κριτήριο το αντικείμενο έκφρασής τους και τη διαφορετική φιλοσοφική βάση απ’ την οποία απορρέουν.
Η ποπ (δημοφιλής) μουσική θα μπορούσε να παραλληλιστεί με τα χολιγουντιανά blockbuster που αποσκοπούν στην εύπεπτη, αβίαστη και επιπόλαια κατανάλωσή τους από το ευρύ κοινό. Η φιλοσοφία της είναι να ξυπνήσει και να διεγείρει ένστικτα που έχουν πηγή προέλευσης τη σάρκα. Εκμεταλλεύεται το επιρρεπές και ευάλωτο της ανθρώπινης φύσης στη σάρκα και της σερβίρει ένα ηδονούχο παρασκεύασμα, το οποίο ο άνθρωπος καλείται να καταπιεί μονογουλιά. Έτσι δημιουργείται ένα αισθησιακό υπόβαθρο στην ανθρώπινη ψυχή, που λειτουργεί ως πρόσφορο έδαφος για την εξύμνηση του επιφανειακού και ρηχού έρωτα. Φυσικά όλα τα τραγούδια που ανήκουν σ’ αυτό το είδος της μουσικής δεν έχουν το ίδιο ποσοστό του αισθησιακού στοιχείου. Υπάρχει μια κλιμάκωση του σαρκικού ποσοστού απ’ το ελαφρώς σαρκικό μέχρι το αμιγώς σαρκικό. Σε κάθε περίπτωση πάντως ο άνθρωπος καθίσταται υπόδουλος στις ηδονές και υπηρέτης ενός ζωικού ενστίκτου.
Διαφορετική είναι η φιλοσοφία της έντεχνης και ροκ μουσικής, η οποία θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τον «ποιοτικό» κινηματογράφο. Εκφράζει μεν με ειλικρινή και ανιδιοτελή στάση τα ανθρώπινα συναισθήματα, αλλά σε αφήνει κολλημένο στη γη, δε σε ανυψώνει, δε σε ωφελεί, δε σε διδάσκει, δε σε απελευθερώνει, απλά μόνο εκφράζει την μεταπτωτική σου έκφανση. Για παράδειγμα μπορεί να εκφράσει την ανικανοποίητη δίψα σου για ανόθευτη αλήθεια, αυθεντική ζωή, ακόρεστη ηδονή, αλλά δε σου δίνει λύσεις, σε κρατάει λες αλυσοδεμένο στο μηδέν, δε σε μεταφέρει σε σφαίρα άλλου είναι. Είναι εμποτισμένη απ’ τη γη, γιατί φτιάχτηκε απ’ την μεταπτωτική και σαρκική εκδοχή του ανθρώπου. Είναι κατασκευασμένη από γήινα υλικά και όχι από ουράνια. Τα δομικά συστατικά της κοσμικής μουσικής έχουν γήινη προέλευση και όχι θεία.
Αν θέλαμε να κάνουμε μια αποτίμηση των όσων μέχρι στιγμής είπαμε, θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα ότι η κοσμική μουσική ακόμα και στα στάδια που είναι επιτρεπτή δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί ως ιδανική ή τέλεια. Δεν παύει να είναι στη συντριπτική της πλειοψηφία προϊόν αμαρτωλών και όχι εξαγιασμένων ψυχών, οπότε είναι καταδικασμένη εξαρχής να αποτύχει. Τα όποια ευεργετικά της αποτελέσματα κινούνται στο χώρο της σαρκικής απόλαυσης, της γήινης μετριότητας. Δεν έχει την προοπτική να σε απαγκιστρώσει απ’ το κοσμικό φρόνημα και να σου μεταλαμπαδεύσει το ουράνιο.
Σε αντίθεση, η βυζαντινή μουσική είναι η μόνη που έχει τα εχέγγυα της πνευματικής προόδου, το πιστοποιητικό της εξ ουρανού αποκάλυψης. Απλά, πρέπει να ξεκαθαριστεί εξ αρχής, ότι δεν αποσκοπεί στην τέρψη της ακοής, αλλά στη δημιουργία μιας πνευματικής ατμόσφαιρας στην ψυχή. Ο γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ τονίζει, ότι η ωραιότητα της εκκλησιαστικής τέχνης διαφέρει πολύ κατά την ίδια την ουσία της από τη σαρκική. Εκείνο που ελκύει τους σαρκικούς ανθρώπους στη συνηθισμένη «κοσμική» τέχνη, είτε αυτό είναι μουσική είτε ζωγραφική, δεν ανταποκρίνεται καθόλου στο πνεύμα του ναού, δηλαδή στη Θεία Μυσταγωγία. Η εμφάνιση της τέχνης αυτού του είδους προκαλεί την ίδια δυσάρεστη αίσθηση του «άκαιρου», που δοκιμάζουμε όταν τύχει να εισχωρήσει στο ναό η οσμή της κουζίνας.
Σ’ αυτό το σημείο, βέβαια, θα πρέπει να γίνει η διευκρίνιση, ότι, όταν μιλούμε για αυθεντική πατροπαράδοτη βυζαντινή μουσική, δεν εννοούμε καθόλου την αποκρουστική ρινοφωνία και τους αμανέδες, ούτε βέβαια τις κανταδίστικες πολυφωνίες, που θυμίζουν θέατρο και όπερες. Ο ιερός ναός δεν είναι τόπος για καλλιτεχνική επίδειξη, ούτε αίθουσα συναυλιών∙ είναι χώρος προσευχής, λατρείας και ιερής διακονίας. Αυτό που ζητούμε στην Εκκλησία του Χριστού δεν είναι μια κοσμική συναισθηματική ευχαρίστηση, αλλά ψυχή που να αγρυπνά, διάνοια που να’ ναι ξύπνια, καρδιά γεμάτη συντριβή και κατάνυξη. Ψάλλουμε, όχι για να νιώσουμε καλλιτεχνική συγκίνηση, αλλά για να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες προϋποθέσεις για προσευχή. Γι’ αυτό και οι ύμνοι της Εκκλησίας αναδύουν μια λυρική μεγαλοπρέπεια, η οποία όμως δεν εξάπτει την φαντασία, ούτε διεγείρει κατώτερες ορμές. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος συνιστά εγκράτεια και στην ψαλμωδία, γιατί σε περίπτωση αμετρίας ερεθίζει τη φιληδονία. Για τους παραπάνω λόγους οι Πατέρες απαγόρευσαν και τη χρήση μουσικών οργάνων στη λατρευτική μουσική. Κατ’ εξαίρεση, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, στην Παλαιά Διαθήκη επιτρεπόταν η χρήση οργάνων από συγκατάβαση του Θεού, εξαιτίας της ατέλειας των Εβραίων και της νηπιότητάς τους στην πίστη, αλλά και για να μην παρασυρθούν στην ειδωλολατρία. (1)
Απ’ όλα αυτά συμπεραίνει κανείς ότι η βυζαντινή μουσική, χωρίς να αγνοεί καθόλου την καλαισθησία και την τέχνη, αποφεύγοντας επιμελώς κάθε θεατρική επιτήδευση και κοσμική ελευθεριότητα, μας εντάσσει στη δυναμογόνο Ορθόδοξη παράδοση, στο πνεύμα και την αγία ζωή της Εκκλησίας. Εξυπηρετεί με άριστο τρόπο τις ανάγκες της λογικής και αθάνατης ψυχής μας. Μας βοηθά ν’ ανακαλύψουμε ένα άλλο ύφος και να καλλιεργούμε ένα διαφορετικό ήθος. Συμβάλλει στην πνευματική μας καλλιέργεια που δεν έχει καμία σχέση με τους θορύβους του κόσμου, την ταραχή, την απατηλή έκσταση και την τόσο διατυμπανιζόμενη εκτόνωση απ’ το καθημερινό άγχος.
Συνοψίζοντας όλα τα πιο πάνω, θα χρησιμοποιήσω ένα απόσπασμα απ’ το βιβλίο του Ν. Βασιλειάδη «Μουσική: νότες ζωής ή αντίλαλοι θανάτου;» που απαντάει στο ερώτημα: «ποια μουσική τελικά θα πρέπει να ακούμε;»
Η μουσική που γαληνεύει την ψυχή, τονώνει τα ευγενικά και άγια συναισθήματα, πλησιάζει προς τον Θεό είναι καλή. Έχετε χρέος να την ακούτε.
Η μουσική που επηρεάζει αρνητικά τη ζωή της προσευχής ή σας αφαιρεί την όρεξη και τη διάθεση για να μελετήσετε το λόγο του Θεού ή θολώνει τη σκέψη και αναστατώνει την ψυχή ή λιγοστεύει τον ενθουσιασμό και τον πόθο σας να εργασθείτε για το συνάνθρωπό σας ή για τη δόξα του Θεού ή πληγώνει την ψυχή σας ή εξάπτει τη νοσηρή φαντασία, αυτή η μουσική είναι κακή. Έχετε χρέος να μην την ακούτε.
Το μέτρο της καλής μουσικής μας το δίνει ο αθάνατος στίχος του Βερίτη: «Και το βιολί σου ας παίζεται μ’ αρχαίες φωνές και νέες∙ και με φωνές Βυζαντινές και με φωνές της Δύσης. Το κέντρο πάντως κι ο σκοπός, αρχή μαζί και τέλος θα μείνει πάντα ο Πλάστης μας κι ο Αρχηγός της πίστης».
Ζωτικός

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

Άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ, ο προστάτης της Θεοτόκου




Ο άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ γιορτάζεται την Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα, μαζί με τους αγίους Δαβίδ τον Προφητάνακτα (το βασιλιά του Ισραήλ & ποιητή των Ψαλμών, του οποίου απόγονος είναι ο Χριστός ως άνθρωπος) και Ιάκωβο τον Αδελφόθεο. Αν δεν παρεμβάλλεται Κυριακή ώς την 1 Ιανουαρίου (πράγμα που προφανώς συμβαίνει μόνο όταν τα Χριστούγεννα είναι Κυριακή), τότε ο άγιος τιμάται στις 26 Δεκεμβρίου. Γενικά όμως βλέπω οι αδελφοί με το όνομα Ιωσήφ να γιορτάζουν τον άγιο στις 26 Δεκ., γι' αυτό και ανεβάζουμε το αφιέρωμα.


Από εδώ [οι αγκύλες δικές μας]


Ο Ιησούς έφηβος βοηθά τον άγ. Ιωσήφ.

Ο άγιος και δίκαιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ [=μνηστήρας, δηλ. αρραβωνιαστικός της Θεοτόκου, αφού ποτέ δεν έγινε κανονικά σύζυγός της] είναι ο θετός πατέρας του Ιησού. Το όνομα Ιωσήφ είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει αυτόν που ο Θεός έκανε τέλειο. Ο Ιωσήφ ήταν άντρας συνετός και δίκαιος, απόγονος του βασιλιά Δαβίδ, και καταγόταν από την Βηθλεέμ[Σημείωση: ο Δαβίδ έζησε 1000 χρόνια πριν το Χριστό. Είχε γεννηθεί στη Βηθλεέμ, γι' αυτό όλοι οι απόγονοί του είχαν ρίζες εκεί. Η Παναγία ήταν επίσης απόγονος του Δαβίδ και, πιθανότατα, πρώτη ξαδέρφη του Ιωσήφ: ο παππούς του, Ματθάν, κατά μία άποψη είναι και παππούς της Παναγίας (πατέρας της αγίας Άννας)]. Κατοικούσε όμως στη Ναζαρέτ ασκώντας το επάγγελμα του ξυλουργού.

Όταν η Θεοτόκος Μαρία έγινε δεκαπέντε ετών, επειδή οι γονείς της είχαν στο μεταξύ πεθάνει, οι ιερείς του ναού της φρόντισαν να την αποκαταστήσουν. Προέκριναν ως καταλληλότερο τον Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ. Ο αρραβώνας του Ιωσήφ με τη Μαρία ήταν ειδική περίπτωση [Κατά μία άποψη, η Θεοτόκος δώθηκε στον Ιωσήφ ως μνηστή του από τον άγιο Ζαχαρία, αρχιερέα του ναού και προστάτη της Παναγίας όσο ζούσε εκεί (θείου της Παναγίας & αργότερα πατέρα του Προδρόμου), με σκοπό ο Ιωσήφ να την προστατεύσει και όχι να την κάνει σύζυτό του]. Αυτή πρέπει να ήταν 12-13 ετών, εκείνος ηλικιωμένος και χήρος με παιδιά. Ήταν πατέρας επτά παιδιών από άλλη γυναίκα και από τα ευαγγέλια ξέρουμε τα ονόματα των γιών του: Ιάκωβος, Ιωσής, Σίμων και Ιούδας. Τα ευαγγέλια αναφέρουν και για κόρες του, που όμως δεν ξέρουμε τα ονόματά τους ["Ν": από την παράδοση ξέρουμε: Εσθήρ, Θάμαρ (ή Μάρθα) και Σαλώμη, η σύζυγος του Ζεβεδαίου & μητέρα των αποστόλων Ιάκωβου & Ιωάννη].


Ο Ιωσήφ μετά την εγκυμοσύνη της Μαρίας επειδή ήταν ευσεβής και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να διαλύσει τον αρραβώνα, χωρίς επίσημη διαδικασία. Τότε του εμφανίστηκε στο όνειρό του ένας Άγγελος σταλμένος από το Θεό που του αποκάλυψε για την υπερφυσική σύλληψη της Μαρίας. Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ έκανε όπως τον πρόσταξε ο Άγγελος και πήρε στο σπίτι του τη Μαρία. Δεν είχε όμως συζυγικές σχέσεις μαζί της. Στο σχέδιο της θείας οικονομίας ήταν, ν’ αναδειχθεί ο Ιωσήφ ως προστάτης της Μαρίας και του θείου Βρέφους. Γι' αυτό ο αρραβώνας ήταν απαραίτητος, για να καλυφθεί η υπερφυσική γέννηση του Ιησού. Έτσι ο Ιωσήφ υπήρξε απλώς μνήστωρ και ποτέ σύζυγος.

Όταν πλησίαζε ο καιρός η Μαρία να γεννήσει, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Οκταβιανός, που ονομάστηκε Αύγουστος, είχε διατάξει να απογραφεί όλος ο πληθυσμός που ήταν κάτω από την Ρωμαϊκή κυριαρχία και ο καθένας έπρεπε να πάει στον τόπο της καταγωγής του. Ο Ιωσήφ έπρεπε να πάει να απογραφεί, μαζί με τη Μαρία, στην πόλη της καταγωγής του, τη Βηθλεέμ. Λόγω της πληθώρας των απογραφομένων, δε βρίσκουν πουθενά κατάλυμα παρά μόνο σ' ένα σταύλο. Εκεί, η Μαρία γέννησε τον Ιησού.


Ο δίκαιος Ιωσήφ και ο διάβολος που τον βάζει σε πειρασμό
(λεπτομέρεια από την εικόνα της Γέννησης του Χριστού - δες & εδώ)

Μετά τη γέννηση του Ιησού, ο Ιωσήφ με τη Μαρία παρέμειναν στη Βηθλεέμ. Επειδή ο Ηρώδης, μετά την προσκύνηση των μάγων, ήθελε να σκοτώσει το Θείο βρέφος, άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να πάρει το παιδί και τη μητέρα Του και να φύγουν στην Αίγυπτο. Πράγματι, ο Ιωσήφ πήρε τη Θεοτόκο και το Θείο βρέφος και έφυγαν μέσα στο σκοτάδι. Έφτασαν στην Αίγυπτο και έμειναν εκεί μέχρι το θάνατο του Ηρώδη. Σήμερα στο παλιό Κάϊρο, κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, βρίσκεται το σπήλαιο με το πηγάδι, όπου έμεινε η αγία οικογένεια κατά τη διάρκεια της διαμονής της στην Αίγυπτο. Μετά το θάνατο του Ηρώδη και ύστερα από ειδοποίηση του αγγέλου, η αγία οικογένεια επέστρεψε, όπου εγκαταστάθηκε και πάλι στη Ναζαρέτ.

Μετά τη μετάβαση του Ιησού στο Ναό όταν ήταν δώδεκα ετών ο Ιωσήφ δεν μνημονεύεται πλέον. Γι' αυτό υποθέτουμε ότι πρέπει να πέθανε λίγο μετά από τη μετάβαση στο Ναό.


***
Από εδώ, συμπληρώνουμε:




Εικ. από εδώ
Ευθύς τήν πρώτην Κυριακήν μετά τά Χριστούγεννα η Εκκλησία τιμά καί μνημονεύει τόν Ιωσήφ τόν Μνήστορα, ο οποίος διετάχθη από τήν Πρόνοιαν του Θεού νά προστατεύση τήν Παρθένον Μαρίαν, τόν Άγιον Ιάκωβον τον Αδελφόθεο, ως πρώτον Επίσκοπον της Εκκλησίας καί τόν Προφήτην καί Βασιλέα Δαβίδ, εκ του γένους του οποίου κατήγετο η Παρθένος Παναγία. Χαρακτηριστικά γράφεται εις τό Συναξάριον, ότι «Τιμώ Ιωσήφ, μνήστορα της Παρθένου, ως εκλεγέντα φύλακα ταύτης μόνον». Τιμάται ο Ιωσήφ ως φύλακας της παρθενίας της Θεοτόκου καί μόνον καί ως προστάτης της Παναγίας καί του θείου Βρέφους, κατ επιταγήν του Θεού.

Η τιμητική ημέρα της Κυρίας Θεοτόκου είναι ακριβώς η επομένη ημέρα των Χριστουγέννων, η 26η Δεκεμβρίου, η οποία ονομάζεται «η Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου», δηλαδή προσκαλούνται οι χριστιανοί νά συναχθούν τήν επομένην των Χριστουγέννων, διά νά τιμήσουν καί δοξολογήσουν τήν αειπάρθενον Κόρην, η οποία ηξιώθη νά φέρη εις τά σπλάχνα της αυτόν τόν Θεόν καί νά τόν γεννήση τέλειον Θεόν καί τέλειον Ανθρωπον, χωρίς αμαρτίαν, τόν Θεάνθρωπον καί Φιλάνθρωπον Κύριον καί Θεόν καί Σωτήρα του κόσμου.

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει εις τόν Συναξαριστήν του:
Ο Ιωσήφ ο Μνήστωρ ήτο υιός Ιακώβ, υιού του Ματθάν καί ήτο απόγονος του Δαβίδ από τήν φυλήν Ιούδα. Νέος ενυμφεύθη μέ τήν Σαλώμην [όχι του Ηρώδη] καί απέκτησαν επτά παιδιά, των οποίων τά ονόματα είναι: Ιάκωβος, Ιωσής, Ιούδας καί Σίμων, Εσθήρ, Μάρθα καί Σαλώμη.
Γέρων πλέον, κατά θείαν πρόνοιαν, έγινε μνήστωρ της Παρθένου Μαρίας, ολίγον καιρόν πρό του Ευαγγελισμού της. Καί ετάχθη ως φύλακας της παρθενίας της Παναγίας καί προστάτης της. Αυτήν τήν επιταγήν του Θεού εφύλαξεν άριστα ο Ιωσήφ, διά τούτο καί τιμάται από τήν Εκκλησίαν.


***
Ο άνθρωπος της υπομονής, της υπακοής και της αγάπης! (από εδώ)
+ "Θαυμάστε πίστη, θαυμάστε υπακοή!! Η πίστη του και η υπακοή του μεγαλύτερες από την πίστη και την υπακοή του Αβραάμ. Ο Αβραάμ πίστεψε στην υπόσχεση του Θεού πως θ’ αποκτούσε παιδί. Το παιδί αυτό θα γεννιόταν μεν από γυναίκα στείρα, μα όχι «άνευ σποράς». Ενώ ο Ιωσήφ πίστεψε αμέσως στα λόγια του αγγέλου, πως η κόρη πούνε κοντά του «συνέλαβεν άνευ σποράς» κι ότι είναι παρθένος, αγνή. Πίστεψε, κι αμέσως έκανε ο,τι του είπε ο άγγελος. «Διεγερθείς ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος Κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα αυτού».
Την πρώτη Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Ιωσήφ του μνήστορος, του προστάτη, του ανθρώπου της υπομονής, της υπακοής και της αγάπης!"

+ "Marvel his faith, admire his obedience. The faith and obedience of more than loyalty of Abraham. Abraham believed in God's promise he would acquire a child. And the child would be born while his wife was sterile, but not "without seed". While Joseph believed immediately in the words of an angel, that Maria (Panagia) would bring the Messhia to the world "without seed" and that she is absolutely pure.
On the first Sunday after Christmas the Church celebrates the memory of Joseph mnistoros, prostate, human patience, obedience and love!"


***
ΥΠΗΡΕΤΗΣ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ


«Ιωσήφ υιός Δαβίδ, μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου το γάρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν αγίου» (Ματθ. 1, 20)

Θαύμα θαυμάτων

Για κάποιον υπηρέτη, αγαπητοί, για κάποιον υπηρέτη θα μιλήσουμε. Για κάποιον πιστό υπηρέτη κάποιου μεγάλου βασιλιά. Ποιος ο βασιλιάς; Είναι εκείνος, για τον οποίον ρώτησαν οι τρεις μάγοι σαν έφτασαν στα Ιεροσόλυμα: «Πού εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων;» (Ματθ. 2, 2). Είναι ο Βασιλεύς των βασιλευόντων. Ο Κύριος και Θεός μας. Ο Κύριος, που «έλαβε δούλου μορφήν» και ενανθρώπησε. Είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού.


Θαύμα μέγα η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, θαύμα υπερφυές και εξαίσιο, θαύμα θαυμάτων. Το βλέπει το θαύμα αυτό αιώνες προ Χριστού ο Βαρούχ και λέει: «Ο Θεός επί της γης ώφθη και εν τοις ανθρώποις συνανεστράφη» (Βαρ. 3, 38). Το βλέπει ο προφήτης Ησαΐας και λέει: «Παιδίον εγεννήθη ημίν, υιός και εδόθη ημίν... και καλείται το όνομα αυτού μεγάλης βουλής άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος» (Ήσ. 9, 6). Το βλέπει ο ευαγγελιστής Ιωάννης και λέει: «Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Iωάν. 1, 14). Το βλέπει ο απόστολος Παύλος και λέει: «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α' Τιμ. 3, 16). Το βλέπουν το θαύμα αυτό οι ιεροί υμνογράφοι και λένε: «Θεός το τεχθέν, η δε μήτηρ παρθένος». «Ο ων και προών και φανείς ως άνθρωπος Θεός, ελέησον ημάς». Το βλέπουν το θαύμα αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας και πλέκουν με τα ωραιότερα λόγια και τις ωραιότερες εικόνες λόγους ρητορικούς για τη θεία ενανθρώπηση. Βλέπει το θαύμα αυτό ιδίως ο Μέγας Αθανάσιος και γράφει το περίφημο έργο του περί της ενανθρωπήσεως του Λόγου.
Εορτή εορτών, πρώτη των εορτών, μητρόπολις των εορτών, ονομάζεται η γιορτή των Χριστουγέννων, θαύμα θαυμάτων το γεγονός, που ο άγγελος αναγγέλλει και σε μάς, «ότι ετέχθη ημίν σήμερον σωτήρ» (Λουκ. 2, 11). θαύμα θαυμάτων.

Υπηρέτες του θαύματος

1. Οι προπάτορες τον Χριστού

Και το θαύμα αυτό βλέπουμε να το υπηρετούν πολλοί. Στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής προ των Χριστουγέννων βλέπουμε πολλούς υπηρέτες του υπερφυσικού θαύματος. Άλλοι απ’ αυτούς είναι ακούσιοι υπηρέτες και όργανα της βουλής του Θεού για την πραγμάτωση του σχεδίου της θείας οικονομίας, και άλλοι είναι εκούσιοι υπηρέτες του μεγάλου, του μοναδικού γεγονότος.

Ποιοι είναι οι ακούσιοι υπηρέτες; Παρελαύνουν μπροστά μας. Πόσα ονόματα ακούμε στο Ευαγγέλιο της Κυριακής προ των Χριστουγέννων, πούνε η αρχή του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου; Απ’ τον Αβραάμ αρχίζει η γενεαλογία του Ματθαίου και καταλήγει στον Ιωσήφ. Ονόματα παράξενα, άλλα γνωστά απ’ την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης κι άλλα άγνωστα ονόματα, που τ’ ακούει κανείς ανιαρά κάπως και λέει: -Και τι εξυπηρετεί η απαρίθμηση τόσων ονομάτων; Τι ωφελούμεθα ακούγοντας αυτά τα ονόματα;

Όλοι αυτοί, άντρες και γυναίκες, που ακούμε τα ονόματα τους την Κυριακή προ των Χριστουγέννων, υπήρξαν ακούσιοι υπηρέτες του θαύματος της γεννήσεως του Λυτρωτού και Σωτήρος Ιησού Χριστού. Όλοι αυτοί, χωρίς οι πιο πολλοί να το ξέρουν, υπηρέτησαν το θείο και προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων. Όλοι αυτοί μαζί αποτελούν το γενεαλογικό δέντρο, απ’ όπου άνθισε το ουράνιο άνθος, ο Χριστός. «Άνθος εκ της ρίζης Ιεσσαί...». Όλοι αυτοί αποτελούν τους Προπάτορας, τους προγόνους του Χριστού κατά σάρκα. Είναι οι πατέρες, «εξ ων ο Χριστός το κατά σάρκα, ο ων επί πάντων Θεός ευλογητός εις τους αιώνας» (Ρωμ. 9, 5).
Υπηρέτες του θαύματος της Γεννήσεως όλοι όσους αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Και υπηρετούν αυτό το θαύμα και κατά ένα άλλο τρόπο. Η παράθεση των ονομάτων αυτών, οι ισάριθμες γενεές, 14 από Αβραάμ μέχρι Δαβίδ, 14 από Δαβίδ μέχρι Βαβυλώνιο αιχμαλωσία, και 14 από Βαβυλώνιο αιχμαλωσία μέχρι Ιωσήφ, είναι μια τρανή απόδειξη για τους Ιουδαίους αλλά και για τους χριστιανούς, πως ο Χριστός είχε προφητευθεί στην Παλαιά Διαθήκη, είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας. [Σημ: γιορτάζονται δύο Κυριακές πριν τα Χριστούγεννα, την Κυριακή των Προπατόρων].

2. Η Παρθένος


Εικόνα της Σύναξης της Θεοτόκου (26 Δεκεμβρίου), από εδώ

Υπηρέτες ακούσιοι του θαύματος της Γεννήσεως όλοι όσοι αναφέρονται τα ονόματα τους στην αρχή της ευαγγελικής περικοπής. Και εκούσιοι υπηρέτες; Πρώτα - πρώτα εκείνη που υποτάχθηκε πρόθυμα στο μήνυμα, στην προσταγή του Κυρίου την ημέρα του Ευαγγελισμού. «Ιδού η δούλη Κυρίου- γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ. 1, 38). Είναι η παρθένος Μαρία. Προσφέρει τον εαυτό της εκούσια στην εξυπηρέτηση του μυστηρίου της θείας ενανθρωπήσεως. Γίνεται θρόνος του Θεού, κατοικητήριο του Λόγου του Θεού, ναός της θεότητος. «Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον,... θρόνον χερουβικόν την παρθένον». Υπηρέτης του θαύματος η παρθένος, και συγχρόνως βασίλισσα, μητέρα του παμβασιλέως Χριστού.

3. Ο άγγελος

Υπηρέτης του θαύματος ποιος άλλος; Νάτος! Έχει ξεκινήσει από πολύ μακριά για να υπηρετήσει το παράδοξο θαύμα. Έρχεται απ’ τα ουράνια δώματα. Είναι ο άγγελος.
Και στις δύο διηγήσεις της γεννήσεως του Χριστού, και στη διήγηση του ευαγγελιστού Ματθαίου και στη διήγηση του ευαγγελιστού Λουκά, βλέπουμε νάρχωνται άγγελοι για να διακονήσουν το μέγα μυστήριο. Οι άγγελοι είναι «λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα διά τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν» (Έβρ. 1, 14). Πώς λοιπόν τώρα, που με τη σάρκωση του Λόγου παίρνει σάρκα και οστά και το όραμα της σωτηρίας του ανθρώπου, πώς τώρα, που αρχίζει στη γη το έργο της σωτηρίας, να μη σπεύσουν οι άγγελοι να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους; Ο Βασιλεύς κατέρχεται απ’ τον ουρανό, οι ουράνιες δυνάμεις τον συνοδεύουν. Άγγελος Κυρίου έρχεται να διακονήσει, να υπηρετήσει. Έρχεται, πότε να ευαγγελισθεί στην παρθένο πως θα γίνει μητέρα του Θεού και Λόγου, πότε να προειδοποιήσει τον Ιωσήφ και να τον καθοδηγήσει στις δύσκολες στιγμές των αμφιβόλων λογισμών, πότε να προειδοποιήσει τους μάγους και να χαράξει την πορεία τής επιστροφής στην πατρίδα τους, πότε να αναγγείλει στους βοσκούς το μήνυμα της Γεννήσεως, και πότε έρχεται πλήθος, στρατιά ουράνια από αγγέλους να τραγουδήσουν και να ψάλλουν το «Δόξα εν υψίστοις θεώ...»

Εικ. από εδώ


Αλλά αδελφοί μου, θα ήθελα περισσότερο να επιμείνω στο πρόσωπο κάποιου άλλου υπηρέτη του θαύματος της Γεννήσεως. Ποιος είναι; Είναι ένας αφανής υπηρέτης. Το θείο φως χύνεται στο πρόσωπο του θείου Βρέφους, που ελκύει την προσοχή των πιστών. Ο Χριστός είναι το πρώτο φως, το Αρχίφως. Ύστερα το θείο φως χύνεται στο πρόσωπο της παρθένου και μητέρας του Φωτός. Αυτή είναι το δεύτερο φως μετά το πρώτο. Μα μέσα στο φεγγοβόλημα αυτό, που θαμπωμένοι προσέχουμε το Βρέφος και την αγνή μητέρα, λησμονούμε να προσέξουμε κάποιο άλλο πρόσωπο, που παραστέκει ταπεινά με μία ουράνια σοβαρότητα και υπηρετεί το θαύμα των θαυμάτων. Είναι ο Ιωσήφ. Υιός Δαβίδ ο Ιωσήφ, είναι το τελευταίο κλωνάρι του γενεαλογικού δέντρου του Χριστού ως ανθρώπου.


Ο άγιος Ιωσήφ, συνοδευόμενος από το μεγάλο γιο του, άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, οδηγεί τη Θεοτόκο και το μικρό Χριστό στην Αίγυπτο. Ωραία ανθρώπινη εικόνα, από εδώ.

Ποιος είναι ο Ιωσήφ; Ποιος ο ρόλος του στο έργο της θείας ενανθρωπήσεως; Είναι ο μνήστωρ της παρθένου. Ο μνήστωρ, όχι ο σύζυγος. Ποτέ δεν έγινε σύζυγος. Ήταν μνήστωρ, και στη συνέχεια έγινε κηδεμόνας και προστάτης. «Μνηστευθείσης γάρ της μητρός αυτού (του Ιησού) Μαρίας τω Ιωσήφ...». Όσο κι αν ασεβείς φαντασίες οργιάζουν, όσο κι αν ασεβείς και βλάσφημες πέννες γράφουν ανόητα και βέβηλα πράγματα, το γεγονός είναι ένα: Ο Ιωσήφ υπήρξε απλώς μνήστωρ, ποτέ σύζυγος.

Στο σχέδιο της θείας οικονομίας ήταν, ο Ιωσήφ ν’ αναδειχθεί προστάτης μιας παρθένου κόρης και ενός θείου Βρέφους. Μνήστωρ λοιπόν ο Ιωσήφ. Τι άλλο ήταν; Δίκαιος. Άνθρωπος δηλαδή με αρετή μεγάλη. Για κοιτάξτε τον. «Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής, δίκαιος ων και μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι, εβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν». Τι μεγαλείο ψυχής κρύβουν τα λόγια αυτά! Δίκαιος, ενάρετος. Σεβόταν το νόμο του Θεού, μα συμπαθούσε και τον άνθρωπο που νόμιζε πως καταπάτησε το νόμο αυτό.

Μπροστά του βλέπει ένα γεγονός. Η κόρη πούνε κοντά του έχει «συλλάβει εν γαστρί». Τα ανθρώπινα μάτια του αυτό βλέπουν. Και μέσα του παλεύουν δύο λογισμοί. Ο ένας είναι να τηρήσει το νόμο, που τιμωρούσε παρόμοια γεγονότα. Ο άλλος είναι να καλύψει την κόρη. Όχι, δεν θέλει να την διαπομπεύσει, δεν θέλει να την εκθέσει. Ναταν άλλος στη θέση του! Νάταν κάποιος απ’ τους άντρες της εποχής μας, που, ενώ αυτοί οργιάζουν στην αμαρτία, είναι έτοιμοι να δείξουν όλη τη σκληρότητα τους στη γυναίκα που παραστράτησε! Σαν παραστράτημα φάνηκε στα μάτια του Ιωσήφ το γεγονός της κυοφορίας της παρθένου. Εν τούτοις δεν θέλει να τη διαπομπεύσει. Σαν κάτι να του λέει μέσα του, πως η κόρη αυτή δεν μπορούσε ποτέ νά 'ναι ένοχος. [Σημείωση: αυτή η στάση αγάπης του αγίου Ιωσήφ είναι μέσα μου ο κυριότερος λόγος που τον αγαπώ. Διδάσκει Χριστό σε όλους τους απατημένους συζύγους (άντρες & γυναίκες), που σπεύδουν να ικανοποιήσουν τον τραυματισμένο εγωισμό τους, μισώντας ή περιφρονώντας και συχνά θέλοντας να εκδικηθούν τον ένοχο της απιστίας. Ο Ιωσήφ βέβαια δεν απατήθηκε, αλλά έτσι νόμιζε πριν ενημερωθεί από τον άγγελο - άραγε, θα ήταν άξιος να δει τον άγγελο αν δεν αγαπούσε τόσο (δεν εννοώ ερωτικά) την Παναγία; Άλλοι δύο χριστιανοί (ξέρω κι άλλους) που αντιμετώπισαν την απιστία με αγάπη εδώ & εδώ].

Προστάτης της Παρθένου



Από εδώ


Μα ενώ παλεύει μ’ αυτούς τους λογισμούς ο Ιωσήφ, να κι έρχεται ο άγγελος να του ξεκαθαρίσει τα πράγματα. Δίκαιος και ενάρετος όπως ήταν, αξιώνεται να δει ουράνια οπτασία. Μόνο άγιοι και απλοί στην ψυχή αξιώνονται να βλέπουν όνειρα καλά, να παίρνουν θεία μηνύματα Κι ο Ιωσήφ δείχνει τώρα το σπουδαιότερο μεγαλείο του. Υπήρξε σεμνός μνήστωρ, υπήρξε δίκαιος και συμπαθής, μα περισσότερο υπήρξε υπηρέτης του θαύματος.

Νατος ο άγγελος. Τον καθησυχάζει στην αρχή: «Μη φοβού». Στη συνέχεια του μιλάει για την υπερφυσική σύλληψη και γέννηση του Βρέφους: «Το γάρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου». Του αποκαλύπτει το όνομα του παιδιού που θα γεννηθεί: «Και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησού». Και ερμηνεύοντας το όνομα του Βρέφους δηλώνει και τη μεγαλειώδη αποστολή του: «Αυτός γάρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών». Και εκτός από αυτά τον προστάζει ο άγγελος να δείξει όλη την προστασία του για το θείο Βρέφος και τη μητέρα του: «Ιωσήφ υιός Δαβίδ, μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου...».

Αυτά του είπε ο άγγελος στον ύπνο του. Κι ο Ιωσήφ; Θαυμάστε πίστη, θαυμάστε υπακοή. Η πίστη του και η υπακοή του μεγαλύτερες από την πίστη και την υπακοή του Αβραάμ. Ο Αβραάμ πίστεψε στην υπόσχεση του Θεού πως θ’ αποκτούσε παιδί. Το παιδί αυτό θα γεννιόταν μεν από γυναίκα στείρα, μα όχι «άνευ σποράς». Ενώ ο Ιωσήφ πίστεψε αμέσως στα λόγια του αγγέλου, πως η κόρη πούνε κοντά του «συνέλαβεν άνευ σποράς» κι ότι είναι παρθένος, αγνή. Πίστεψε, κι αμέσως έκανε ο,τι του είπε ο άγγελος. «Διεγερθείς ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος Κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα αυτού».

Δύο διδάγματα

Αγαπητοί! Δύο ηθικά διδάγματα θα ήθελα να κρατήσουμε απ’ τη στάση του Ιωσήφ. Το ένα. Εκείνος υπήρξε προστάτης της παρθένου και προστάτης του βρέφους, του παιδιού. Παρθενία και παιδιά, να δύο πράγματα, που ζητούν στις μέρες μας προστασία. Και τα δύο καταδιώκονται. Η παρθενία; Όλα τα όπλα έχει επιστρατεύσει ο Διάβολος για να την καταργήσει, να σβήσει η παρθενία, για να μην υπάρχει κανένας νέος παρθένος, καμιά νέα παρθένος. Πούνε οι άνθρωποι που θα παίξουν το ρόλο του Ιωσήφ και θα προστατέψουν την παρθενία και θα σταθούν φρουροί και θα εμποδίσουν όλους εκείνους που έρχονται με άγριες διαθέσεις να κόψουν και να μαράνουν το ωραίο λουλούδι της παρθενίας;



Εικόνα από εδώ

Και τα παιδιά; Ποιος θα προστατέψει τα παιδιά, και μάλιστα απ’ τα χέρια εκείνων, που σαν σύγχρονοι Ηρώδες με κυνική αδιαφορία τα σκοτώνουν και δεν τα αφήνουν νάρθουν στο φως του ήλιου; Πού είσαι, Ιωσήφ, να προστατέψεις τα δικαιώματα των παιδιών για τη ζωή, να προστατέψεις τα παιδιά απ’ τους μύριους κινδύνους της εποχής μας;

Αλλά αγαπητοί και μία ακόμη τελευταία, μυστικότερη σκέψη θα ήθελα να κάνουμε. Ο Ιωσήφ παρέλαβε το μικρό βρέφος, τον Ιησού. Αυτό το θείο Βρέφος παραλαμβάνει μέσα του και κάθε πιστός. Κάθε φορά που κοινωνεί αξίως τα Άχραντα Μυστήρια παίρνει το Χριστό μέσα του, η ψυχή του γίνεται ιερό σπήλαιο. Πολλοί τις μέρες των Χριστουγέννων πηγαίνουν να κοινωνήσουν. Αλλά ας προσέξουμε. Ο Ιωσήφ άκουσε μήνυμα του αγγέλου και παρέλαβε το Χριστό. Όλοι όσοι τρέχουν να κοινωνήσουν τις μέρες των Χριστουγέννων έχουν μέσα τους τη μαρτυρία να τους λέει πώς είναι έτοιμοι, καθαροί, για να παραλάβουν το Χριστό; Ακούνε μέσα τους φωνή αγγελική να τους λέει «Προσέλθετε;». Έχουν όλοι περάσει απ’ το λουτρό της Εξομολογήσεως; Αν όχι, ας μην προσέλθουν. Φωτιά θα είναι η θεία Κοινωνία. Μπορεί να ποθείς. Αν όμως δεν είσαι έτοιμος, ας μη πλησίασης. Ας αναβάλεις για μετά τα Χριστούγεννα.
Όσοι πιστοί και προετοιμασμένοι, προσέλθετε τα Χριστούγεννα. Προσέρχεσθε συχνά. Παραλαμβάνετε το Χριστό στην ψυχή σας. Κοινωνώντας αξίως η ψυχή γίνεται ιερό σπήλαιο της Βηθλεέμ.
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjvAtkXiEeTm37ie7Oeglib7b1rGZl5uvTvmH1E4j1DLFgoLFHH74JccH4zgdVg5zeoLaCm3qhlw4jQD0YEcCTEk3u4RFMQ4ssiqZQfifphi3FeXhKYLyPivxp_CC2vou7p5WkmmXRMDKJm/s1600/Christmas+Tree.jpg

Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: "Οι άγιοι στη ζωή μας"



Κάθε ημέρα στην εκκλησία ζητάμε τις πρεσβείες των αγίων. Αυτές οι πρεσβείες είναι ολόκληρη δύναμις, ολόκληρος κόσμος που βγαίνει από τους αγίους και από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Αλλά οι άγιοι δεν μεσιτεύουν απλώς. Με το να βλέπουν τον Χριστόν και να γνωρίζουν την ζωή του, και με το να δέχωνται εν Πνεύματι Αγίω θείο φωτισμό ο οποίος θα γίνη πλήρης την ημέρα εκείνη, όταν θα παραβρεθούμε και εμείς μαζί τους, ο Χριστός γίνεται πλέον περιουσία τους και φωτίζουν και εμάς.


Διαφωτίζουν τον νου μας, μας αποκαλύπτουν. Όταν έχω κάτι και μου το ζήτησης, θα σου το δώσω. Αν έχω δύο χιτώνες, ο Θεός με υποχρεώνει να σου δώσω τον ένα. Αλλά και αν έχω έναν, σε λυπάμαι και σου τον δίνω και αυτόν και ζητάω άλλον από τον ηγούμενο. Ο άγιος, που έχει τόσο πλούτο από τον φωτισμό του Θεού, δεν θα δώση και σε μας; Μπορεί να μας το αρνηθή αυτό;



Ο θείος φωτισμός είναι το βαθύτερο και το σπουδαιότερο που μπορούμε να ζητήσωμε από τους αγίους. Ό,τι και αν μας λείπη, αποκαθίσταται ή μπορούμε να ζήσωμε χωρίς αυτό. Αλλά χωρίς τον φωτισμό, την γνώσι δηλαδή, δεν μπορούμε να ζήσωμε.

Η γνώσις του Θεού συντηρεί τα κύτταρά μας και ενώνει το πνεύμα μας, μας παριστάνει ενώπιον του Θεού και μας σώζει και μας βάζει στην βασιλεία των ουρανών. Η γνώσις ή η άγνοια του Θεού, ή μικρή ή η μεγάλη, μας κάνει ζωντανούς ή νεκρούς. Για όλους αυτούς τους λόγους ο άγιος δεν αντέχει να μην εκφράση την αγάπη του με το να μας πλουτίζη με τον θείο φωτισμό, με το να μας διαφωτίζη στο κάθε μας θέμα.

Επί πλέον, οι άγιοι δεν κάνουν κάτι μακριά από εμάς, δεν πηγαίνουν πίσω από εμάς για να παρακαλέσουν τον Θεόν, αλλά προσεύχονται μαζί μας. Εφ’ όσον είναι πρόσωπα, όταν γονατίζω εγώ, αυτός που κάθε ημέρα είναι με τον Θεόν, γονατίζει μαζί μου, συν-γονατίζει, συνιδρώνει, συμπάσχει, συναγωνιά με την δική μου παράστασι ενώπιον του Θεού. Μη σας κάνη αυτό εντύπωσι.
Αναγώνιος είναι η αγωνία του αγίου, αλλά είναι μία αγωνία, μία συμμετοχή στην ζωή μας. Εφ’ όσον το Πνεύμα κράζει, «αββά ο πατήρ», και αγωνιά μαζί μας, εφ’ όσον ο Πατήρ και η κτίσις αγωνίζονται μαζί μας, δεν θα αγωνισθή ο άγιος που τον φέραμε και τον βάλαμε στο κελλί μας; Και είναι τόσο εύκολη αυτή η πράξις! Κάνεις μια μικρή έπιστράτευσι και υποχρεώνεις όλους τους αγίους να γονατίσουν μαζί σου.

Μα, θα μου πήτε, συναγωνιά ο άγιος; Γιατί; Διότι εμείς είμαστε άνθρωποι ακόμη, φέρομε το σαρκικό αυτό περίβλημα, έχομε την χονδροείδεια του μυαλού μας και της καρδιάς μας και δεν έχομε σταθερότητα στην πορεία μας. Τώρα μπορεί να κλαίω και μετά να γελάω. Τώρα να ζητώ κάτι από τον Θεόν και μετά να αναρωτιέμαι γιατί το ζητώ. Ή τώρα να ζητώ κάτι και μετά να το ξεχνώ.

Τώρα να υπόσχωμαι κάτι και μετά να κάνω το αντίθετο. Τώρα να ορκίζωμα; στον Θεόν πως θα μετανοήσω και μετά να περιπίπτω στην ίδια αμαρτία με την δική μου γνώμη και βουλή. Δεν έχω δει τον Θεόν με τα μάτια μου τα σαρκικά, όπως τον θέλω εγώ, δεν μου παρέχει ο Θεός τον εαυτό του, όπως εγώ θα το ήθελα ή το φανταζόμουν, και του εκφράζω τις αφέλειές μου, τα παιδιαρίσματά μου, παίζω μαζί του και τον χάνω μέσα από τα χέρια μου.

Ο άγιος από την μια έχει ενώπιον του την βεβαιότητα του Θεού, την αγάπη του Θεού, όλη· την θεία οικονομία, και μπορεί να την πιάση και να μας την δώση, και από την άλλη έχει εμάς τους ανίδεους και χονδρούς ανθρώπους και δεν ξέρει τι να κάνη μαζί μας. Δεν είναι βέβαιος, αν μετά από μισή ώρα θα μείνωμε πιστοί στην υπόσχεσι που του δίνομε τώρα, αν αύριο θα τον ξανακαλέσωμε για να συν-γονατίση μαζί μας. Εχομε την βούλησί μας και αύριο μπορεί να τον ξεγελάσωμε, και τότε θα αναγκασθή να παραστή κενός ενώπιον του Θεού.

Κάποιος Γέροντας παρακαλούσε την Παναγία για τους υποτακτικούς του και μία ήμερα είδε στο όνειρό του τον Χριστόν να της λέγη: Πήγαινε, μητέρα μου, και μη με ξεγελάς άλλο· τους βλέπεις ότι είναι αμετανόητοι. Πόσες φορές και οι άγιοι παίρνουν την ίδια απάντησι, όταν εμείς τους ζητάμε και εν συνεχεία τους εγκαταλείπωμε!

Οι άγιοι λοιπόν ενεργούν οι ίδιοι, μεσιτεύουν για μας και μας φωτίζουν, συμπροσεύχονται μαζί μας και συναγωνιούν, συμπάσχουν και συμμετέχουν στην δική μας πάλη. Και όλα αυτά τα κάνουν από μόνοι τους. Εμείς καλούμε τον άγιο, του ζητάμε αυτό που θέλομε, καμιά φορά με πολύ δισταγμό, και ο άγιος αναλαμβάνει το δικό μας υστέρημα να το αναπλήρωση. Προσπαθεί και εμάς να ζωογονή και τον Θεόν να συγκινή.

Όπως φέρνεις έναν λογιστή και σου κάνει στο ακέραιο την εργασία, εσύ όμως δεν ξέρεις τι σου έκανε, όπως εμπιστεύεσαι τον γιατρό και σου διανοίγει τα σπλάγχνα, αλλά εσύ δεν πονάς ούτε καταλαβαίνεις τίποτε, έτσι ακριβώς καλείς τον άγιο και όλα τα κάνει μόνος του. Εμείς δεν έχομε τίποτε να κάνωμε· εν συνεχεία πάμε και κοιμόμαστε, ο άγιος όμως συνεχίζει να κάνη την δουλειά του. Άραγε συνεχίζει; Βεβαίως συνεχίζει. Συνεχίζουν οι δαίμονες να μας πειράζουν, και θα σταματήση ο άγιος την δουλειά του;

Οι άγιοι παραβιάζουν ακόμη και τα άδυτα του Θεού και την γνώμη του. Πόσες φορές η Αγία Γραφή παρουσιάζει τον Θεόν μεταμελούμενον! Ασφαλώς, ουδέποτε μεταμελείται ο Θεός, αλλά το γεγονός αυτό δείχνει το πόσο ακούει τους άγιους του. Ο Θεός αποκαλύπτεται εμφανώς στους άγιους, και εκείνοι τον αποκαλύπτουν και σε μας. Μας μεταφέρουν δηλαδή τα άδηλα και τα κρύφια της γνώσεως του, σύμφωνα με την θεία οικονομία και πρόγνωσι. Οι άγιοι είναι δικοί μας.

Αφού προσκαλέσωμε τόσο απλά τους αγίους, με την εικόνα τους, τα λείψανά τους ή τον νου μας, οι άγιοι γίνονται η ζωντανή συντροφιά μας. Και επειδή ο άγιος είναι αχώριστος από τον Θεόν, το ξέρω ότι μαζί του είναι και ο Θεός. Ακόμη και αν εγώ είμαι μέσα στην αμαρτία, μέσα στην δυσωδία, και δεν μπορή να ενεργήση σε μένα ο Θεός, ακόμη και αν δεν τον νοιώθω, το ξέρω και το πιστεύω ότι μαζί με τον άγιο είναι και ο Θεός.

Επίσης, το ξέρω ότι ο άγιος είναι για μένα μία ευφροσύνη. Πόσες φορές κουβεντιάζαμε για να απαλλαγούμε από το βάρος της μοναξιάς! Πόσες φορές λέμε αηδίες, γιατί είμαστε στενοχωρημένοι και θέλομε να μας φύγη η δυσκολία, ο πειρασμός, η στενοχώρια, ή θέλομε να σπάσωμε τα οχυρά που μας χωρίζουν από τους άλλους!

Πόσες φορές έχομε κάποιο σύμπλεγμα μέσα μας από την αμαρτία μας, από την αναπηρία μας, από την μειονεξία μας, και δεν ξέρομε τι να κάνωμε! Τότε βγαίνομε έξω να αναπνεύσωμε αέρα ή πάμε στο κελλί ενός αδελφού μας να του πούμε κάτι. Για την περίπτωσι αυτή οι Πατέρες λένε, αν έλθη ο αδελφός σου και σου πη πως είναι στενοχωρημένος, πέταξε αμέσως το κομποσχοίνι σου, μη τυχόν το δη και καταλάβη ότι προσευχόσουν, και αμέσως πες του: Αδελφέ μου, τί έχεις; Διαφορετικά θα φερθούν οι άγιοι; Αφού έτσι φερόμεθα εμείς, που διατρέχομε τον κίνδυνο να παρασυρθούμε από τον αδελφό μας στην αμαρτία, δεν θα φερθή ο άγιος, ο οποίος δεν παρασύρεται και μπορεί να διάλυση τα νέφη μας και να γίνη για μας μία πραγματική ευφροσύνη;

«Εγχρονίζει η ευφροσύνη τοις δικαίοις». λέγει η Άγια Γραφή. Η ευφροσύνη γίνεται στοιχείο συνακόλουθο, αδιαλείπτως ενωμένο με τον δίκαιο. Αν η Αγία Γραφή το λέγη αυτό για τους ζώντας δικαίους, οι οποίοι αύριο μπορεί να πέσουν, πόσο μάλλον ισχύει για τους αγίους, οι οποίοι δεν πίπτουν πλέον. Σε αυτούς η ευφροσύνη εγχρονίζει πολύ περισσότερο. Ερχόμενος λοιπόν ο άγιος, έρχεται μαζί με την ευφροσύνη του, με το χαμόγελό του, με τα χαρακτηριστικά του, με τις εμπειρίες του, με την ζωή του είναι ο ίδιος, έχει τα ίδια μυαλά, ζη όπως όταν ήταν κάτω στην γη. Επομένως, μπορώ πολύ εύκολα να αποκτήσω την ευφροσύνη, που μου είναι τόσο αναγκαία για να προσεύχωμαι άνετα.

Ο άγιος όμως δεν είναι μόνον η συντροφιά μας, η ευφροσύνη μας, είναι και «η πανήγυρίς μας εν τοις πρωτοτόκοις», η συμμετοχή μας στον χορό όλων των αγίων. Για να νοιώσωμε αυτή την πραγματικότητα, ας θυμηθούμε το όραμα του προφήτου Δανιήλ το σχετικό με την επικράτησι του Χριστού, της Εκκλησίας και των αγίων. Ο Προφήτης παρουσιάζει με θηρία τα διάφορα έθνη, τα οποία νικώνται από τον Υιόν του Θεού και πίπτουν, τον δε Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί νεφελών και τον Παλαιόν των ημερών καθήμενον επί του θρόνου του για να δικάση την οικουμένη, τα έθνη, τους βασιλείς, τις ψυχές των ανθρώπων.[...]

[...]«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι». Πόσο εκφραστική είναι η Πάλαια Διαθήκη! Ανοίγεις τις πύλες, μπαίνεις μέσα και παίρνεις τα πάντα υπό την κατοχή σου. Ο Πατήρ παίρνει τα πάντα από τον Υιόν, με την αγάπη και την αποδοχή του Υιού, και τα παραδίδει στους αγίους. Την βασιλεία που είχε χαρίσει στον Υιόν, την παίρνομε εμείς. Επίσης, την τιμή του Υιού την δίνει σε μας.

Άρα οι άγιοι γίνονται φορείς όλων των δυνατοτήτων, όλων των δυνάμεων, Όλων των εξουσιών, όλης της οντότητος, θα λέγαμε, του Χριστού. Εντεύθεν ο Χριστός είναι οι άγιοι και οι άγιοι είναι ο Χριστός, και έτσι έχομε πλέον την πανηγύρι των πρωτοτόκων, την ίδια την Εκκλησία, δηλαδή το σύνολο των αγίων, οι οποίοι λαμβάνουν από τον Θεόν την δικαίωσι και την νίκη.

Ο Χριστός ευχαρίστως τους παραχωρεί τα πάντα, μέχρις ότου έλθη η ώρα που και εμείς θα τα παραδώσωμε σε εκείνον και εκείνος θα τα παραδώση στον Πατέρα. Τότε, θα κλείση η ιστορία, για να ανοίξη πια η αιωνιότης, η διαρκής σχέσις Θεού και ανθρώπου.

«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι». Οι άγιοι άρπαξαν την βασιλεία, την κέρδισαν, την κατέκτησαν και την κρατούν γερά· την κατέχουν, δεν θα την κατάσχουν, τους την έδωσε ο Πατήρ. Και αν ερμηνεύσουμε τυπολογικά την Παλαιά Διαθήκη, το ανωτέρω χωρίο αναφέρεται στην Εκκλησία, πολύ δε περισσότερο στην βασιλεία των ουρανών. Αυτή η κατοχή δηλαδή είναι πληρέστατη και τελεία στους άγιους, οι οποίοι ήδη θριαμβεύουν στον ουρανό.

Οι άγιοι λοιπόν, τους οποίους προσκαλούμε στο κελλί μας, έχουν την νίκη, την κατοχή της βασιλείας των ουρανών. Επομένως, οι άγιοι είναι για μας η δυνατότητά μας, το περιβάλλον μας μέσα στο οποίο συγχορεύομε και εμείς ενώπιον του πολιού ουρανίου Πατρός και ενώπιον του Υιού του Θεού, ο οποίος μας παρέδωσε τα πάντα και μας έκανε θεούς, διά της προσλήψεως του φυράματός μας.

Άραγε, πώς οι άγιοι γίνονται για μένα η νίκη; Βεβαίως η νίκη υπήρξε ο Χριστός. Αυτός «εξήλθε νικών», αλλά την νίκη την παρέδωσε στους αγίους. Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι είναι η νίκη των δύο κόσμων που φέρω μέσα μου. Μέσα μου έχω από την μια τον φρικτό κόσμο των παθών μου, που δεν μπορώ να τον κάνω τίποτε. Δεν μπορώ να βάλω τα χέρια μου και να βγάλω τα πάθη από την καρδιά μου.

Δεν μπορώ να διώξω τον λογισμό μου· δεν μπορώ να συγκρατήσω τα λόγια μου, διαρκώς μου ξεφεύγουν. Είμαι όλος εμπαθής, μαύρος, δυσώδης και τερατώδης. Από την άλλη όμως είναι μέσα μου και ο κόσμος των θείων επιθυμιών, ο κόσμος της αγάπης του Θεού, το όνειρό μου να πάω στον ουρανό. Εγώ στέκομαι ενώπιον των αγίων με αυτούς τους δύο κόσμους. Οι άγιοι είναι «η νίκη η νικήσασα τον κόσμον».

Ποιός είναι ο κόσμος; Ο κόσμος είναι η αμαρτία, ο σατανάς, είναι όμως και η Εκκλησία, η ίδια η παρουσία του Χριστού. Ο κόσμος είναι αυτοί οι δύο οι κόσμοι, ο Χριστός και η αμαρτία, δηλαδή ο σατανάς, ο οποίος οργιάζει και κυβερνάει τα πάντα -ακόμη και μένα- και τα ρίχνει στην φθορά. Οι άγιοι είναι η νίκη και των δύο αυτών κόσμων. Συγκαλώντας εγώ τους αγίους μου, συμμετέχω στην νίκη του αγίου και επιβάλλω την νίκη αυτή και στον κόσμο.

Οι άγιοι είναι ακόμη η προσκύνησις του Κυρίου, ο οποίος, αφού εκενώθη, εδόθη σε αυτούς και υπάρχει εντός τους. Άλλωστε οι Πατέρες σαφώς λέγουν ότι «επί το πρωτότυπον διαβαίνει η προσκύνησις». Όπως, όταν προσκυνώ την εικόνα ενός αγίου ή το λείψανό του -που πολλώ μάλλον έχει τα στίγματα όχι των αιμάτων, αλλά του Αγίου Πνεύματος διότι αγιάσθηκε-, η προσκύνησις γίνεται στον άγιο, έτσι και η προσκύνησις ενός αγίου, της ζώσης εικόνος του Θεού, μεταβαίνει επί το πρωτότυπον, τον Θεόν.

Ποιός μπορεί να αρνηθή τις Οικουμενικές Συνόδους, την πείρα των Πάτερων; Όσο ανόητος και ψυχρός να είναι, αυτό δεν μπορεί να το κάνη. Δηλαδή μπορεί να πη, δεν σε νοιώθω, Θεέ μου. Αλλά δεν μπορεί να πη, δεν υπάρχεις, διότι δεν μπορεί να είπε ψέματα ο Μέγας Βασίλειος, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο άγιος Χρυσόστομος, ο Μέγας Αθανάσιος, ο άγιος Διονύσιος. Κάποιος θα είπε τήν αλήθεια. Ένας μόνον να είπε την αλήθεια, ο Θεός είναι εδώ μπροστά μου.

Οι άγιοι είναι και το μέλλον μου, η βασιλεία των ουρανών. Επειδή, οι άγιοι «κατέσχον την βασιλείαν», σημαίνει ότι τώρα αυτοί κυριαρχούν, αυτοί έχουν τα κλειδιά, για να ανοίξη η θύρα της βασιλείας, αυτοί έχουν τους θρόνους. Επομένως, έχοντας μαζί μου τον άγιό μου ή τους άγιους μου, κατέχω το μέλλον, εισέρχομαι στο μέλλον, στην βασιλεία των ουρανών, που θέλω να πάω. Η εσχατολογία μου δεν είναι κάποια θεωρία, κάποια φιλοσοφία, είναι μία αλήθεια. Με τους αγίους εισέρχομαι στον κόσμο τον οποίο επιθυμούσα μέχρι προ μιας στιγμής ή, καλύτερα, έχω το μέλλον μου έδώ, διότι το μέλλον μου είναι οι άγιοι.

Οι άγιοι είναι επίσης η παρρησία μου. Όταν τόσο δικαιωματικά, τόσο εξουσιαστικά εισέρχωμαι με τον άγιο στην βασιλεία των ουρανών, ο άγιος είναι για μένα η παρρησία μου. Επειδή αυτός είναι μέσα, αρπάζει και μένα. Λέμε στην λειτουργία μας, μετά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων: «Έτι προσφέρομέν σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ των προπατορων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών». Γιατί; Διότι αυτοί μπήκαν στην βασιλεία των ουρανών.

Εφ’ όσον λοιπόν οι άγιοι είναι το μέλλον μου, και εφ’ όσον εγώ είμαι μέλος του σώματος του Χριστού, οι άγιοι αυτοί είναι η οικογένειά μου και η τιμή μου. Μπαίνοντας και εγώ στον χορό τους, γίνομαι οικείος του Θεού. Από εκεί που ήμουν ένας απλός άνθρωπος, ένας οικογενής, γεννημένος σε ένα σπίτι, δούλος ή υιός, γίνομαι ο οικείος, ο σύμφυτος, ο φίλος, ο υιός του Θεού.

Τί άλλο μπορώ να επιθυμήσω; Τί άλλο θα ήθελα να έχω και δεν το παίρνω καλώντας μπροστά μου τους αγίους; Και όλα αυτά μου τα δίνει ο άγιος, χωρίς εγώ να τα επιδιώκω, χωρίς να αναλογίζωμαι τι θέλω. Όλα τα τακτοποιεί ο άγιος. Όπως πάω στον δικηγόρο μου και εκείνος τακτοποιεί την υπόθεσί μου και μου στέλνει την απόφασι, έτσι ακριβώς και οι άγιοι ρυθμίζουν τα πάντα. Εγώ, αφού τον επικαλέσθηκα, πάω και κοιμάμαι· εκείνος όμως, ενώ εγώ κοιμάμαι, συνεχίζει την πορεία του και μου ετοιμάζει τα πάντα.

Συχνά παρουσιάζουν τους ασκητάς να προσεύχωνται μέσα σε μια σπηλιά μπροστά σε μια εικόνα, κατά κανόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Κάποιος άγιος προσερχόμενος μπροστά στην εικόνα της Παναγίας είχε πάρα πολλούς σαρκικούς πειρασμούς.

Μα τί έπαθα, αναρωτιόταν. Εγώ προσεύχομαι στην Παναγία, και ο σατανάς συνεχώς με πειράζει. Πότε θα σταματήση; Τότε παρουσιάζεται ο σατανάς και του λέγει: Γιατί διαμαρτύρεσαι; Εσύ φταις. Μην προσκυνάς αυτή την εικόνα, και εγώ δεν θα σε πολεμήσω άλλη φορά. Του είπε την αλήθεια. Ο σατανάς στις υποσχέσεις του είναι πιο τίμιος από εμάς. Οι άγιοι εξόρκιζαν τον σατανά και έλεγε την αλήθεια. Εμείς, και να μας εξορκίζουν, δεν την λέμε.

Δέχθηκε ο σατανάς να φύγη, αρκεί ο μοναχός να σταματούσε να προσκυνά την εικόνα, διότι η προσκύνησις, το άνοιγμα των χειρών μπροστά σε εκείνη την εικόνα, ήταν η τελεία επιτυχία. Αν, σκέφθηκε ο σατανάς, σταματήση να προσκυνά την εικόνα, τότε δεν χρειάζεται να τον πειράζω εγώ. Μόνος του θα χάση την βασιλεία, την παρρησία, και θα πέση σε απομόνωσι, θα ξεφύγη από τα χέρια του Θεού και θα παύση να είναι κάτω από το εκχυνόμενο αίμα του Χριστού, και κάτω από το Άγιον Πνεύμα που τον βρέχει και τον σκεπάζει.

Εχομε λοιπόν μαζί μας τον Θεόν, την Αγία Γραφή, δηλαδή όλη την ιστορία της Εκκλησίας και όλη την οικονομία του Θεού, έχομε τους αγίους, πιθανόν και τα έργα των χειρών μας. Ποιός απομένει να μπη στο κελλί μας; Αυτός που κατά κανόνα λείπει είναι ο εαυτός μας, και κυρίως ο νους μας, διότι τριγυρίζει.

Το πρόβλημα τώρα είναι να βάλωμε μέσα εκεί και τον εαυτό μας. Οι άγιοι έρχονται, ο Θεός έρχεται, όλοι υπακούουν στον «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένον» άνθρωπο, δεν υπακούει μόνον ο ίδιος στον εαυτό του ούτε και στην προσκλησι του Θεού. Γι’ αυτό, το μεγάλο πρόβλημα στην αγρυπνία μας είναι η παρουσία του ιδίου του εαυτού μας. Προφανώς, αυτή επιτυγχάνεται διά της προσευχής.

--------------------------------------------------------------
(Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου. «Νηπτική ζωή και Ασκητικοί κανόνες», εκδ. Ίνδικτος- Αθήναι 2011, σ. 482-494)

ΔΕΚΑ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΑΓΙΑ ΝΗΠΙΑ, ΥΠΟ ΗΡΩΔΟΥ ΑΝΑΙΡΕΘΕΝΤΑ, ΜΑΡΤΥΡΕΣ



 


ΟΛΙΓΑ ΤΙΝΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Την μνήμην των παιδιών, που σκότωσε ο Ηρώδης τιμά σήμερα η Εκκλησία.
Το ιστορικό του εγκλήματος το διηγείται ο Ευαγγελιστής: "ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω...". Το απαίσιο έγκλημα μένει στην Ιστορία σαν ορόσημο της θέσεως του παιδιού στη ζωή πριν και μετά τον Χριστό.
Η αγάπη προς το παιδί και η πρόνοια για την παιδική ηλικία είναι και τούτα προσφορά του Χριστιανισμού στον πολιτισμό των λαών.
Η Εκκλησία στο πρόσωπο κάθε νηπίου βλέπει την εικόνα του Θεού και την μορφή του νηπιάσαντος θείου Λόγου.
Η γέννηση κι η ανατροφή του παιδιού συνοδεύονται από την Εκκλησία με ειδικές ευχές, η Παναγία είναι το πρότυπο της μητρικής στοργής κι ο Άγιος Στυλιανός ο προστάτης των βρεφών.
Ακόμη κι η εξόδιος Ακολουθία για τα νήπια είναι ξεχωριστή: "Ω τις μη θρηνήση, τέκνον μου, την εκ του βίου ημών πενθηράν σου μετάστασιν;".



Όταν οι Μάγοι δεν επέστρεψαν στον Ηρώδη να του πουν, πού είναι ο Χριστός, ο πονηρός αυτός βασιλιάς μηχανεύθηκε άλλο σχέδιο για να εξοντώσει το Θείο Βρέφος.
Είχε ακούσει ότι, σύμφωνα με τις Γραφές, τόπος γέννησης του Χριστού θα ήταν ή Βηθλεέμ. 


Επειδή όμως δε γνώριζε ποιος ήταν ο Ιησούς αν βρισκόταν μέσα στη Βηθλεέμ ή στα περίχωρα της και επειδή συμπέρανε, σύμφωνα με τους Μάγους, ότι το παιδί θα ήταν κάτω από δύο χρονών, έδωσε διαταγή να σφαγούν όλα τα παιδιά της Βηθλεέμ και των περιχώρων της, μέχρι της ηλικίας των δύο ετών.

Η σφαγή έγινε ξαφνικά, ώστε να μη μπορέσουν οι οικογένειες να απομακρυνθούν με τα βρέφη τους.
Και οι δυστυχισμένες μητέρες είδαν να σφάζονται τα παιδιά τους μέσα στις ίδιες τις αγκαλιές τους. (Ιερ. λη’, 15 και Ματθ. θ’, 13-18).


Η χριστιανική Εκκλησία, πολύ σωστά ανακήρυξε Άγια τα σφαγιασθέντα αυτά παιδιά, διότι πέθαναν σε μία αθώα ηλικία και υπήρξαν κατά κάποιο τρόπο οι πρώτοι μάρτυρες του χριστιανισμού.
Μπορεί βέβαια να μη βαπτίσθηκαν εν ύδατι, βαπτίσθηκαν όμως, μέσα στο ίδιο ευλογημένο αίμα του μαρτυρίου τους.



Απολυτίκιο.
Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ. 
Ως θύματα δεκτά, ως νεόδρεπτα ρόδα και θεία απαρχή, και νεόθυτοι άρνες, Χριστώ τω ώσπερ νήπιον, γεννηθέντι προσήχθητε, αγνά Νήπια, την του Ηρώδου κακίαν, στηλιτεύοντα και δυσωπούντα απαύστως, υπέρ των ψυχών ημών.

Κοντάκιον.
Ήχος πλ. β’. Την υπέρ ημών.
Εν τη Βηθλεέμ, τεχθέντος του Βασιλέως, εξ Ανατολών, συν δώροις ήκασι Μάγοι, δι’ αστέρος εξ ύψους οδηγούμενοι, αλλ’ Ηρώδης εκταράσσεται, και θερίζει τα Νήπια, ώσπερ σίτον οδυρόμενος, ότι το κράτος αυτού, καθαιρείται ταχύ.

Μεγαλυνάριον.Βρέφη απειρόκακα και αγνά, τω εκ της Παρθένου, νηπιάσαντι εκοντί, ήχθησαν σφαγέντα, ως άμωμοι θυσίαι, διό την του Ηρώδου, κακίαν φύγωμεν.


Παρακλητικός Κανών στα Άγια Νήπια της Βηθλεέμ



Ὁ Ἱερεύς: Εὐλογητός ὁ Θεός ἠμῶν πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.
Ὁ Ἀναγνώστης: Ἀμήν.
Δόξα σοί, ὁ Θεός ἠμῶν, δόξα σοί.
Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἠμίν καί
καθάρισον ἠμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος καί σῶσον, Ἀγαθέ τάς ψυχᾶς ἠμῶν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός
ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.

Ψαλμός ρμβ΄ (142)
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τήν δέησίν μου ἐν τή ἀληθεία σου, εἰσάκουσόν μου ἐν τή δικαιοσύνη σού• καί μή εἰσέλθης εἰς κρίσιν μετά τοῦ δούλου σου, ὅτι
οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν. ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρός τήν ψυχήν μου, ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τήν ζωήν μου, ἐκάθισε μέ ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκρούς αἰῶνος καί ἠκηδίασεν
ἔπ ἐμέ τό πνεῦμά μου, ἐν ἐμοί ἐταράχθη ἡ καρδία μου. Ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πάσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. διεπέτασα
πρός σέ τάς χεῖράς μου, ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρος σοί. Ταχύ εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τό πνεῦμά μου μή ἀποστρέψης τό πρόσωπόν σου ἄπ ἐμοῦ, καί ὁμοιωθήσομαι
τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. ἀκουστόν ποίησον μοί τό πρωί τό ἔλεός σου, ὅτι ἐπί σοῖ ἤλπισα• γνώρισον μοί, Κύριε, ὁδόν, ἐν ἤ πορεύσομαι, ὅτι πρός σέ ἤρα τήν ψυχήν μού•
ἐξελού μέ ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, ὅτι πρός σέ κατέφυγον. δίδαξον μέ τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου, ὅτι σύ εἰ ὁ Θεός μού• τό πνεῦμά σου τό ἀγαθόν ὁδηγήσει μέ ἐν γῆ εὐθεία.
Ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου, Κύριε, ζήσεις μέ, ἐν τή δικαιοσύνη σου ἑξάξεις ἐκ θλίψεως τήν ψυχήν μου καί ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τούς ἐχθρούς μου καί ἀπολεῖς πάντας
τούς θλίβοντας τήν ψυχήν μου, ὅτι ἐγώ δοῦλός σου εἰμι.

Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος ἅ΄. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίω, καί ἐπικαλεῖσθε τό ὄνομα τό ἅγιον αὐτοῦ.
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος β΄. Πάντα τά ἔθνη ἐκύκλωσαν μέ, καί τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς.
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος γ΄. Παρά Κυρίου ἐγένετο αὔτη, καί ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἠμῶν.
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Εἴτα τά παρόντα Τροπάρια.
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῶ.

Ταῖς τῶν ἁγίων σου Νηπίων πρεσβείαις, τῶν ὡς θυσίαν λογικήν προσαχθέντων, τῷ ἐκ Παρθένου τόκω σου φιλάνθρωπε, λύτρωσαι τούς δούλους σου, πολυτρόπων κινδύνων,
δίδου δέ Σωτήρ ἠμῶν, ὀφλημάτων τήν λύσιν, καί βασιλείας τῆς τῶν οὐρανῶν, ἠμᾶς ἀξίωσον, Δέσποτα Κύριε.

Θεοτοκίον.
Οὐ σιωπήσομεν πότε, Θεοτόκε, τά, δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀναξιοι• εἰ μή γάρ σύ προίστασο πρεσβεύουσα, τίς ἠμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δέ διεφύλαξεν ἕως
νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ σού• σούς γάρ δούλους σώζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν.

Ψαλμός ν΄ (50)
Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἑξάλειψον τό ἀνόμημα μου•επί πλεῖον πλῦνον μέ ἀπό τῆς ἀνομίας μου καί ἀπό τῆς ἁμαρτίας
μοῦ καθάρισον μέ. Ὅτι τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω, καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστι διαπαντός. Σοί μόνω ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἄν
δικαιωθῆς ἐν τοῖς λόγοις σου, καί νικήσης ἐν τῷ κρίνεσθαι σέ. Ἰδού γάρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησε μέ ἡ μήτηρ μου. Ἰδού γάρ ἀλήθειαν ἠγάπησας,
τά ἄδηλα καί τά κρύφια της σοφίας σου ἐδήλωσας μοί. Ραντιεῖς μέ ὑσσώπω, καί καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς μέ, καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοί ἀγαλλίασιν καί
εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀποστρεψον τό πρόσωπόν σου ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν μου καί πάσας τάς ἀνομίας μου ἑξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον
ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καί πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μή ἀπορρίψης μέ ἀπό τοῦ προσώπου σου καί τό πνεῦμά σου τό ἅγιον μή ἀντανέλης ἄπ ἐμοῦ. Ἀπόδος
μοί τήν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καί πνεύματι ἠγεμονικῶ στήριξον μέ. Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς σου, καί ἀσεβεῖς ἐπί σέ ἐπιστρέψουσι. Ρύσαι μέ ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός,
ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου•αγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τήν δικαιοσύνην σου. Κύριε, τά χείλη μου ἀνοίξεις, καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν σου. Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν,
ἔδωκα ἀν•ολοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῶ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε,
ἐν τή εὐδοκία σου τήν Σιῶν, καί οἰκοδομηθήτω τά τείχη Ἱερουσαλήμ• τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφοράν καί ὁλοκαυτώματα• τότε ἀνοίσουσιν ἐπί τό θυσιαστήριον
σού μόσχους.

Εἴτα ψάλλομεν τάς Ὠδᾶς τοῦ Κανόνος.
Ὠδή ἅ΄. Ἦχος πλ. α΄. Ὑγρᾶν διοδεύσας.

Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἰσχύϊ νευρούμενοι θεϊκή, οἱ ἄκακοι Παῖδες, τοῦ Ἡρώδου τήν χαλεπήν, ἤσχυναν κακίαν καί αἰτοῦνται, παρά Κυρίου ἠμίν θεῖον ἔλεος.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Τήν ἄκακον φύσιν τῶν νεογνῶν, ἐδέξω Οἰκτίρμον, ὥσπερ ἄμωμον προσφοράν, ἀδίκως σφαγέντων πάρ΄ Ἡρώδου, δί΄ ὧν γενοῦ καί ἠμίν Σῶτερ ἴλεως.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἁγία Παρθένε Μῆτερ Θεοῦ, Ἀγγέλων ἡ δόξα, καί ἀνθρώπων καταφυγή, δίδου μετανοίας ἀφορμᾶς μοί, ἴνα ρυσθῶ τῶν παγίδων τοῦ ὄφεως.

Ὠδή γ΄. Οὐρανίας ἁψίδος.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἱερώτατος δῆμος, νεοσφαγῆ θύματα, οἴα νεομάρτυρες θεῖοι, σοί προσηνέχθησαν, Σῶτερ φιλάνθρωπε, ὧν ταῖς λιταῖς ἠμίν πάσι, δίδου τά ἐλέη σου, τοῖς σοί λατρεύουσι.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Συντριβεῖς τή ἀπάτη, τοῦ δυσμενοῦς δράκοντος, Νήπια ἁγνά καταφεύγω ὑμῶν τή χάριτι, ὡς ἄν ρυσθῶ τῆς φθορᾶς, ὑμῶν θερμαῖς ἰκεσίαις, πρός τόν προσδεξάμενον, ὑμῶν τά αἵματα.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Νηπιόφρονα γνώμην, νοΐ σαθρῶ ἔσχηκα, καί ἀπεμακρύνθην Κυρίου, πράττων τά ἄτοπα Νήπια ἄμωμα, δότε μοί φρόνησιν θείαν, ὡς ἄν τῷ θελήματι, Θεοῦ πορεύσωμαι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἡ Θεόν τετοκυία, δίχα φθορᾶς Ἄχραντε, καί μετά τόν ἄσπορον τόκον, παρθένος μείνασα, ρύσαι μέ Δέσποινα, φθοροποιῶν νοημάτων, καί τόν νοῦν μου πλήρωσον, θείας φρονήσεως.
Διασωσον ταῖς τῶν ἀκάκων Νηπίων λιταῖς Οἰκτίρμον, τῆς κακίας τοῦ παλαιοῦ πολεμήτορος, τούς ἐκζητούντας, τό ἄμετρον ἔλεός σου.
Ἐπιβλεψον ἐν εὐμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπί τήν ἐμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν, καί ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τό ἄλγος.

Αἴτησις καί τό Κάθισμα.
Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.

Νηπίων πληθύς, ἁγίων πολυάριθμε, Χριστόν τόν Θεόν, τόν ἐν ἐλέει πλούσιον, διά παντός πρεσβεύετε, διδόναι ἠμίν παθῶν λύτρωσιν, καί βασιλείας τῆς τῶν οὐρανῶν, τυχεῖν τούς
ὑμᾶς θερμῶς γεραίροντας.

Ὠδή δ΄. Εἰσακήκοα Κύριε.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Πληθύς θεία, προσήχθη σοί, τῶν ἀπειροκάκων Νηπίων Κύριε, ὧν τά αἵματα δεξάμενος, κάθαρον ἠμᾶς πάσης μολύνσεως.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἰσχύν θείαν λαμβάνομεν μέλποντες ἐν πίστει ὑμῶν τήν ἄθλησιν, ἡλικία νηπιάζουσα, ἤν ὑπέρ Κυρίου ὑπεμείνατε.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ὥσπερ ρόδα νεοδρεπτα, Νήπια ἁγνά ἠμίν διαπνέετε, τήν ὀσμήν τῆς θείας χάριτος, δυσωδίαν πάσαν ἀπελαύνουσαν.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Νεκρωθέντα μέ πάθεσιν, ἔγειρον Παρθένε τή σή χρηστότητι, καί μετάνοιαν μοί δώρησαι, καν ἐν γήρα Δέσποινα καί σῶσον μέ.

Ὠδή ἐ΄. Φώτισον ἠμᾶς.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Σθένωσον ἠμῶν, τήν διάνοιαν Φιλάνθρωπε, τῶν ἁγίων σου Νηπίων ταῖς λιταῖς, τῶν σφαγέντων πάρ΄Ἡρώδου τοῦ παράφρονος.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ὥσπερ προσφοραί, τῷ τεχθέντι οἴα νήπιον, προσηνέχθητε ὤ Νήπια ἁγνά, ἑξαιτοῦνται ἠμίν πάσι τά σωτήρια.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Τίμιος ὑμῶν, ἀληθῶς ὤφθη ὁ θάνατος, ἐναντίον τοῦ Παντάνακτος Χριστοῦ, ἀπειρόκακε χορεία νηπιάζουσα.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ηὔγασας ἠμίν, φῶς ἀνέσπερον τῷ τόκω σου, Θεοτόκε διο σκέδασον καμού, τήν ὁμίχλην τῶν παθῶν τή φωταυγεία σου.

Ὠδή ς΄. Τήν δέησιν.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ρευμάτων, ὑμῶν αἱμάτων τοῖς ρείθροις, ἀπειρόκακοι καί ἅγιοι Παῖδες, ἡ τοῦ πανώλους Ἡρώδου μανία, κατεποντίσθη εἰς τέλος καί ὤφθησαν, τή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, δροσισμός
ἀφθαρσίας καί χάριτος.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Μαρτύρων, ὡς συνημμένοι τοῖς δήμοις, ἀπειρόκακοι καί ἅγιοι Παῖδες, διά παντός σύν αὐτοῖς δυσωπεῖτε, ὑπέρ ἠμῶν τόν φιλάνθρωπον Κύριον, ὡς ἄν πταισμάτων ἱλασμόν, καί
παθῶν ἀπολύτρωσιν εὔρωμεν.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ἐν κόλποις, τοῦ Ἀβραάμ αἰωνίως, ἀγαλλόμενοι μακάριοι Παῖδες, καί φωτισμοῦ ἐντρυφῶντες ἀΰλου, ἐκ σκοτασμοῦ παθημάτων λυτρώσασθε, τούς μακαρίζοντας ὑμᾶς, ὡς
Κυρίου νεοθυτα θύματα.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Σωτήρα, καί λυτρωτήν τετοκυΐα, τῶν ἀνθρώπων Ἀειπάρθενε Κόρη, τόν Ποιητήν τῶν ἁπάντων καί κτίστην, τῆς κακουργίας τοῦ ὄφεως ρύσαι μέ, καί σῶσον μέ ὡς συμπαθής, τῆς
δεινῶς τυραννούσης μέ ἕξεως.
Διασωσον ταῖς τῶν ἀκάκων Νηπίων λιταῖς Οἰκτίρμον, τῆς κακίας τοῦ παλαιοῦ πολεμήτορος, τούς ἐκζητούντας τό ἄμετρον ἔλεός σου.
Ἄχραντε ἡ διά λόγου τόν Λόγον ἀνερμηνεύτως ἔπ΄ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα, δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικήν παρρησίαν.



Αἴτησις καί τό Κοντάκιον Ἦχος β΄. Ταῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὥσπερ νεοθυτοι ἄρνες ἐτύθητε, τῷ ἐκ Παρθένου τεχθέντι νεάνιδες, κτανθέντες ἀδίκως μακάριοι, καί τοῖς Ἀγγέλοις ὡς Παῖδες συνήφθητε, ἠμίν τόν Χριστόν ἰλεούμενοι.

Προκείμενον.
Δικαίων ψυχαί ἐν χειρί Θεοῦ καί οὐ μή ἄψηται αὐτῶν βάσανος.
Στίχ.: Εὐφρανθήσονται δίκαιοι ἐν Κυρίω.

Εὐαγγέλιον ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον β΄ 13-23.
Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων, ἰδού ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κάτ΄ ὄναρ τῷ Ἰωσήφ λέγων, Ἐγερθεῖς παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καί ἴσθι ἐκεῖ
ἕως ἄν εἴπω σοί, μέλλει γάρ Ἡρώδης ζητεῖν τό παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό. Ὁ δέ ἐγερθεῖς παρέλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ νυκτός καί ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον, καί ἤν
ἐκεῖ ἕως τῆς τελευτῆς Ἡρώδου, ἴνα πληρωθῆ τό ρηθέν ὑπό τοῦ Κυρίου διά τοῦ προφήτου λέγοντος, Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου. Τότε Ἡρώδης ἰδών ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπό τῶν
μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καί ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τούς παίδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πάσι τοῖς ὀρίοις αὐτῆς ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω, κατά τόν χρόνον ὄν ἠκρίβωσε παρά τῶν
μάγων. Τότε ἐπληρώθη τό ρηθέν ὑπό Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος, Φωνή ἐν Ραμά ἠκούσθη, θρῆνος καί κλαυθμός καί ὀδυρμός πολύς, «Ραχήλ κλαίουσα τά τέκνα αὐτῆς, καί
οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν. Τελευτήσαντος δέ τοῦ Ἡρώδου ἰδού ἄγγελος Κυρίου κάτ΄ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσήφ ἐν Αἰγύπτω λέγων, Ἐγερθεῖς παράλαβε τό παιδίον καί
τήν μητέρα αὐτοῦ καί πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ, τεθνήκασι γάρ οἱ ζητοῦντες τήν ψυχήν τοῦ παιδίου. Ὁ δέ ἐγερθεῖς παρέλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί ἦλθεν εἰς γῆν
Ἰσραήλ. Ἀκούσας δέ ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει ἐπί τῆς Ἰουδαίας ἀντί Ἡρώδου τοῦ πατρός αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν, χρηματισθεῖς δέ κάτ΄ ὄναρ ἀνεχώρησεν εἰς τά μέρη τῆς
Γαλιλαίας, καί ἐλθῶν κατώκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ, ὅπως πληρωθῆ τό ρηθέν διά τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται.

Δόξα σοί, Κύριε, δόξα σοί.
Ἦχος β΄.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ταῖς τῶν σῶν Νηπίων πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἑξάλειψον τά πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἑξάλειψον τά πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

Στίχ.: Ἐλέησον μέ ὁ Θεός κατά τό μέγα ἔλεός σου, καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἑξάλειψον τό ἀνόμημά μου.

Ἦχος πλ. β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι.
Σφάγια ὡς ἄμωμα, τῷ ἐκ Παρθένου τεχθέντι, ἀληθῶς προσήχθητε, τῶν Νηπίων ὅμιλος ὁ μακάριος, καί ζωῆς κρείττονος, καί ὑπερκοσμίου, σύν Ἀγγέλοις ἠξιώθητε, μέθ΄ὧν
πρεσβεύσατε, τῷ παμβασιλεῖ καί Θεῶ ἠμῶν, πταισμάτων δοῦναι ἄφεσιν, καί τῶν πειρασμῶν ἀπολύτρωσιν, τοῖς ὑμνολογούσιν, τήν ἄθλησιν ὑμῶν τήν ἱεράν, δί΄ἤς Ἡρώδου
καθείλετε, μένος τό ὀλέθριον.

Ὁ Ἱερεύς:
Σῶσον ὁ Θεός τόν λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σού• ἐπισκεψαι τόν κόσμον σου ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς. Ὑψωσον κέρας Χριστιανῶν ὀρθοδόξων καί καταπεμψον
ἐφ’ ἠμᾶς τά ἐλέη σου τά πλούσια• πρεσβείαις τῆς παναχράντου Δεσποίνης ἠμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας• δυνάμει τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυρού• προστασίαις
τῶν τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων Ἀσωμάτων• ἰκεσίαις τοῦ Τιμίου καί Ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου• τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πανευφήμων Ἀποστόλων•
ὧν ἐν Ἁγίοις Πατέρων ἠμῶν, μεγάλων ἱεραρχῶν καί οἰκουμενικῶν διδασκάλων Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἀθανασίου καί
Κυρίλλου, Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμμονος, πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας. Νικολάου τοῦ ἐν Μύροις, Σπυρίδωνος ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος, τῶν Θαυματουργών• τῶν ἁγίων ἐνδόξων
μεγαλομαρτύρων Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, Δημητρίου τοῦ Μυροβλήτου, Θεοδώρων Τύρωνος καί Στρατηλάτου, τῶν ἱερομαρτύρων Χαραλάμπους καί Ἐλευθερίου, τῶν ἁγίων
ἐνδόξων καί καλλινίκων Μαρτύρων. Τῶν ὁσίων καί θεοφόρων Πατέρων ἠμῶν. Τῶν ἁγίων καί δικαίων θεοπατόρων Ἰωακείμ καί ’Ἄννης. Τῶν σῶν Νηπίων Σφαγιασθέντων ὑπό τοῦ Ἡρώδου,
καί πάντων σου τῶν Ἁγίων. Ἰκετεύομεν σέ, μόνε πολυέλεε Κύριε. Ἐπάκουσον ἠμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν δεομένων σου καί ἐλέησον ἠμᾶς.

Ὠδή ζ΄. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ὥσπερ θήρ ὁ Ἡρώδης, ἐφορμήσας τούς Παίδας πικρῶς ἐθέρισεν, ἄλλ΄οὗτοι ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Ἀβραάμ σκιρτῶσι, καί χορεύουσι ψάλλοντες, Ὁ τῶν πατέρων ἠμῶν, Θεός εὐλογητός εἰ.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ὁ μακάριος δῆμος, ὁ τῶν ἁγίων Νηπίων πικρῶς σφαττόμενος, συνήφθη τοῖς Ἀγγέλοις, καί ἱλασμόν αἰτεῖται, τοῖς βοῶσιν ἑκάστοτε, Ὁ τῶν πατέρων ἠμῶν, Θεός εὐλογητός εἰ.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Νεκρωθεῖς τή κακία, ἁμαρτίας τή κλίνη ἤδη κατακεῖμαι, ἄλλ΄ὤ Θεογεννῆτορ, ὡς τήν ζωήν τεκοῦσα, ἑξανάστησον ψάλλοντα, ὁ τῶν Πατέρων ἠμῶν, Θεός εὐλογητός εἰ.

Ὠδή ἡ΄. Τόν Βασιλέα.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἐν τοῖς ὑψίστοις, ὤ ἀπειρόκακοι Παῖδες, ἀγαλλόμενοι ἀεί σύν τοῖς Ἁγίοις, ἀπασιν αἰτεῖσθε, ἠμίν πταισμάτων λύσιν.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ρείθροις αἱμάτων, τήν τοῦ Ἡρώδου μανίαν, ἀπεπνίξατε Νηπίων ἡ χορεία, ἠμᾶς δέ τή θεία, εὐφραίνετε νῦν δρόσω.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἁγνή Παρθένε, τήν ἀναγνόν μου καρδίαν, ἀποκάθαρον ἐλέους σου, τοῖς ρείθροις, καί τῆς ψυχοφθόρου, ρύσαι μέ ἀθυμίας.

Ὠδή θ΄. Κυρίως Θεοτόκον.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Συνόντες τοῖς Ἀγγέλοις, καί Ἁγίων δήμοις, ἡ τῶν ἁγίων Νηπίων ὁμήγυρις, ὑπέρ ἠμῶν δυσωπεῖτε Χριστόν τόν Κύριον.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἰσχύν ἠμίν αἰτεῖσθε, κατά τῶν δαιμόνων, ὤ καθαρώτατα ἅγια Νήπια, ὡς ἄν ὁσίως Κυρίω εὐαρεστήσωμεν.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Μεθέξει Τρισηλίω, ὤ ἅγιοι Παῖδες, ἀγαλλιώμενοι ἤδη καί χαίροντες, ἐκ χαλεπῆς ἀθυμίας ἠμᾶς λυτρώσασθε.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Οἱ πάσαν του Ἡρώδου, λύσαντες κακίαν, ὡς τοῦ Σωτῆρος νεοστεπτοι μάρτυρες, ὑπέρ ἠμῶν δυσωπεῖτε ἅγια Νήπια.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ὑψίστου χαῖρε Μῆτερ, Κεχαριτωμένη, χαῖρε Παρθένε τοῦ κόσμου βοήθεια, χαῖρε ἠμῶν σωτηρία καί καταφύγιον.
Ἄξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί μητέρα τοῦ Θεοῦ ἠμῶν. Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ καί ἐνδοξοτέραν
ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ, τήν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν τήν ὄντως Θεοτόκον σέ μεγαλύνομεν.

Μεγαλυνάρια.
Δῆμος ἀπειρόκακος καί σεπτός, ἁγίων Νηπίων, προσηνέχθη μαρτυρικῶς, τή μετά σαρκός σου, γεννήσει Ζωοδότα, ὧν ταῖς λιταῖς παρασχου, ἠμίν τήν χάριν.
Ἡρώδης λυττήσας ὁ δυσμενής, κατά σου Οἰκτίρμον, χείρα ὤπλισε φονικήν, καί χορόν Νηπίων, ἀπέκτεινεν ἀκάκων, οὖς δόξης οὐρανίου, Σῶτερ ἠξίωσας.
Ἐκ χειρῶν μητρώων καί ἀγκαλῶν, ὡς θήρ ἀφαρπάσας, ὁ παράνομος βασιλεύς, ἀνεύθυνα βρέφη, ἀπέκτεινε τῷ ξίφει, ἄλλ΄ ὁ Δεσπότης πάντων, ταῦτα ἐδόξασε.
Αἵμασι Νηπίων ἡ Βηθλεέμ, ἀκάκων ἐβάφη, Ἐκκλησία δέ τοῦ Χριστοῦ, ὡς μάρτυρας τούτους, νεοσφαγεῖς γεραίρει, τόν ἀθλοθέτην πάντων, Χριστόν δοξάζουσα.
Χαίροις τῶν Νηπίων θεῖος χορός, ἄμωμοι θυσίαι, καί καρπώματα λογικά, οἱ τῷ Ζωοδότη, Χριστῷ προσενεχθέντες, καί πάσιν ἑξαιτοῦντες, τό θεῖον ἔλεος.
Δέξαι ἐπουράνιε βασιλεῦ, τῶν ἁγνῶν Νηπίων, τάς δεήσεις ὑπέρ ἠμῶν, καί παρασχου πάσι, τούς οἰκτισμούς σου Σῶτερ, καί τῆς ἀλήκτου δόξης, ἠμᾶς ἀξίωσον.
Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἵ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι πάντες μετά τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τό σωθῆναι ἠμᾶς.

Τό Τρισάγιον 
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον
δός ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.

Ὁ Ἱερεύς: Ὅτι σου ἐστίν ἡ βασιλεία, καί ἡ δύναμις, καί ἡ δόξα, τοῦ Πατρός, καί τοῦ Υἱοῦ, καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον.

Τῶν ἁγίων Νηπίων τόν θεῖον ὅμιλον, ὧν ὁ Ἡρώδης φονία χειρί ἀπέκτεινεν, ἀνυμνήσωμεν πιστοί ὡς θείους Μάρτυρας, ὅτι προσήχθησαν Χριστῷ, Νηπιάσαντι σαρκί, ὡς ἄμωμα ἱερεία,
ἐκδυσωπούντα ἀπαύστως, ἐλεηθῆναι τάς ψυχᾶς ἠμῶν.

Ἐκτενής καί Ἀπόλυσις μέθ΄ἤν ψάλλομεν τό ἑξῆς:
Ἦχος β΄. Ὄτε ἐκ τοῦ ξύλου.

Σῶτερ ὁ τεχθεῖς ἐκ τῆς Ἁγνῆς, καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, δί΄ἀγαθότητα, καί ἠμᾶς ρυσάμενος, ἐκ τῆς ἀρχαίας ἀρᾶς, τῶν ἁγίων Νηπίων σου δέχου τάς δεήσεις, ἄς σοί
ἀναφέρουσιν, ὑπέρ ἠμῶν συμπαθῶς, σύ γάρ ἐμεγάλυνας ταῦτα καί τοῖς τούτων αἵμασι Λόγε, τήν σήν Ἐκκλησίαν ἐπορφύρωσας.

Κοντάκιον
Ἦχος θ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἀστήρ Μάγους ἔπεμψε, πρός τόν τεχθέντα, καί Ἡρώδης ἄδικον, στρατόν ἀπέστειλε κενῶς, φονοκτονῆσαι οἰόμενος, τόν ἐν τή φάτνη, ὡς Νήπιον κείμενον.

Συναξάριον
Τή ΚΘ΄τοῦ μηνός Δεκεμβρίου, Μνήμη τῶν Ἁγίων Νηπίων, τῶν ὑπό Ἡρώδου ἀναιρεθέντων, χιλιάδων δεκατεσσάρων.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός ἐλέησον ἠμᾶς. Ἀμήν.

Ἦχος πλ. δ΄.
Δέσποινα προσδεξαι, τάς δεήσεις τῶν δούλων σου, καί λύτρωσαι ἠμᾶς, ἀπό πάσης ἀνάγκης καί θλίψεως.

Ἦχος β΄.
Τήν πάσαν ἐλπίδα μου, εἰς σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξον μέ ὑπό τήν σκέπην σου.

Ὁ Ἱερεύς: Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς. Ἀμήν.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...