Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

«ΜΝΗΜΗ ΔΙΚΑΙΟΥ»: Ο ΠΑΠΠΟΥΣ Ο ΠΑΝΑΓΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΥΣΗ, Ο ΚΟΣΜΙΚΟΣ ΕΡΗΜΙΤΗΣ



Στο παρόν άρθρο δημοσιεύεται το απομαγνητοφωνημένο κείμενο μιας συζήτησης που πραγματοποιήθηκε στις 6/7-23/6/2011 στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου μεταξύ του καθηγουμένου Αρχιμ. Εφραίμ και του Πρωτοπρ. Ανδρέα Αγαθοκλέους, εφημερίου του Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίας Τριάδος Λιθροδόντα Κύπρου. Η συζήτηση αναφέρεται σε μια σύγχρονη αγία μορφή, στον παππού τον Παναγή από την, κατεχόμενη σήμερα, Λύση. Η Λύση είναι γνωστή στους περισσότερους ως πατρίδα του εθνομάρτυρα αγωνιστή της ΕΟΚΑ, Γρηγόρη Αυξεντίου. Ίσως λιγότεροι γνωρίζουν τον περικαλλή κεντρικό ναό της Παναγίας και το ξωκκλήσι του Αγίου Ευφημιανού, με εξαιρετικές τοιχογραφίες του 13ου-14ου αιώνα, που συλήθηκαν μετά την εισβολή και βρίσκονται στο μουσείο Μένιλ του Τέξας. Για όσους ζουν ή αγαπούν την Κύπρο η περηφάνεια που χαρακτηρίζει τους Λυσιώτες είναι γνωστή και δικαιολογημένη λόγω της σημαντικής πολιτιστικής, αθλητικής και κυρίως πνευματικής παράδοσης της Λύσης που δικαίως χαρακτηρίζεται ως το «καμάρι της μεσαρκάς».
Γέννημα αυτού του τόπου ήταν και ο παππούς ο Παναής. Τέταρτο από τα οκτώ παιδιά μιας αγροτικής οικογένειας, γεννήθηκε την περίοδο του δεκαπενταυγούστου του 1905 και γι’ αυτό η ευσεβής οικογένειά του τού έδωσε το όνομα της Παναγίας. Με τα αδέλφια του Βασίλη και Τρυφωνού έζησαν την ειρήνη του Θεού. Ο παππούς τελείωσε μόνο το δημοτικό σχολείο, αλλά απ’ ότι φαίνεται ωφελήθηκε αρκετά από την πλούσια πολιτιστική ζωή της Λύσης και την προσωπική του μελέτη. Ασχολήθηκε με τις αγροτικές εργασίες και έμαθε και την τέχνη του τσαγγάρη. Επιπλέον, εργάστηκε για χρόνια πολλά, αμισθί, ως νεωκόρος στον ναό της Παναγίας. Οι Λυσιώτες αναφέρουν ακόμη τις ακολουθίες που τελούσε με τα αδέλφια του και άλλους συγχωριανούς του στο ναό καθημερινά και τις αγρυπνίες στο ξωκκλήσι του αγίου Ευφημιανού. Μετά την τουρκική εισβολή τα τρία αδέλφια έζησαν την ίδια ειρηνική ζωή στη Λάρνακα.
Ο παππούς Παναγής κοιμήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου του 1989. Για τη ζωή και το φρόνημά του ενδεικτικά είναι τα λόγια που είπε ο ίδιος λίγο πριν την κοίμησή του "δκιαβαστικά, νηστείες, ακολουθίες, ούλλα τούτα εχόρτασά τα". Και στην ερώτηση αν χόρτασε το Θεό, αφού έμεινε λίγο σιωπηλός, είπε: « άραγε, εγεύτηκά Τον;». Την απάντηση τη γνωρίζουν όσοι τον γνώρισαν, τον έζησαν και διδάχτηκαν από αυτόν. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποια λόγια από τον επικήδειο που εκφώνησε ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου, πατήρ Αθανάσιος, ο οποίος υπήρξε και πνευματικός τού παππού, και τον προσφώνησε ως «Πάτερ Παναή, άνθρωπε του Θεού, εργάτα του Κυρίου, ψυχή του Παραδείσου»: «…. Η ζωή του ήτο ομοία ιερέων… Έζη πρωτίστως διά την ανάπαυσιν των εν Χριστώ αδελφών του, θυσιάζοντας την ιδικήν του ησυχίαν και ξεκούρασιν. Ήτο τελείως αφιλοχρήματος, ξένος του κόσμου, τελείως ασυγκίνητος από τας ματαίας χαράς και απολαύσεις, έχοντας όλην την ψυχή του δοσμένην εις τον Θεόν… Κέντρο των πόθων του και καρδία της καρδίας του ήταν η θεία Μετάληψις…».
(Αναλυτικά βιογραφικά στοιχεία και αποσπάσματα των λόγων του παππού μπορεί κανείς να βρει στο βιβλίο «Εμπειρία Αγιότητος», που επιμελήθηκε ο ιερέας Ανδρέας Αγαθοκλέους και κυκλοφορεί από το Ησυχαστήριο της Αγίας Τριάδος, Λιθροδόντα.)
Στην παρουσίαση αυτή έχουν διατηρηθεί τα προφορικά στοιχεία της συζήτησης. Οι ομιλητές αναφέρονται σε πλήθος πνευματικών ζητημάτων (π.χ. η αναγνώριση της αγιότητος, η πνευματική πατρότητα, η άσκηση στον κόσμο), χωρίς ωστόσο να τα εξαντλούν. Επειδή τα θέματα αυτά σχετίζονται άμεσα με το βίο του παππού του Παναγή και την αίσθηση όσων τον γνώρισαν ότι είχαν μπροστά τους ένα σκεύος εκλογής, ένα ζωντανό φορέα της Χάριτος, διατηρήθηκαν και μένει στον αναγνώστη να τα προσεγγίσει με πνευματική διάκριση και πνεύμα διδαχής.
Στον αναγνώστη οι ομιλητές ανοίγουν ένα παράθυρο στη Βασιλεία. Η θέρμη που χαρακτηρίζει τα λόγια του πατρός Εφραίμ και η πνευματική βεβαιότητά του πως μιλά για έναν άγιο μάς μεταγγίζεται μυστικά αλλά και με έναν εκπληκτικό τρόπο άμεσα. Μας συνεπαίρνει και μας κάνει μετόχους της δικής του εμπειρίας. Όσοι τον γνώρισαν θα θυμηθούν και εμείς οι λοιποί θα γνωρίσουμε έναν άνθρωπο, που έζησε το Θεό. Να έχουμε τις πρεσβείες του παππού του Παναγή και την ευχή του πατρός Εφραίμ. Ως πνευματικά εγγόνια του παππού, ευχαριστούμε τον πατέρα Εφραίμ για τον καρδιακό λόγο του, που μας έφερε ως την άκρη του παραδείσου και μας προσέφερε, με την αρχοντιά και την ευγένεια που τον χαρακτηρίζουν, οσμήν ευωδίας πνευματικής.

Δρ. Νεκτάριος Στελλάκης
π. Ανδρέας: Γέροντα, θέλουμε να μιλήσουμε για την αγιότητα στον κόσμο σήμερα και να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα για τον παππού τον Παναή από τη Λύση, τον οποίον γνωρίσατε, ζήσατε. Πώς μπορεί να συνδυαστεί το ένα με το άλλο και πώς μπορεί να εκφραστεί αυτή η αγιότητα σήμερα; Ας αρχίσουμε με το να μας πείτε πώς γνωρίσατε και πότε τον παππού Παναή;
Γέροντας Εφραίμ: Πρώτα, π. Ανδρέα, να σας πω ότι η αγιότητα είναι κάτι το πολύ φυσικό κατ’ αρχήν. Η αγιότητα δεν είναι μονοπώλιο των μοναχών, όπως μερικοί νομίζουν, ή όποιος είναι στον μοναχισμό παίρνει την αγιότητα και όποιος είναι στον κόσμο δεν μπορεί να πάρει την αγιότητα. Η αγιότητα είναι ο σκοπός όλων των μελών της Εκκλησίας. Όταν εντάσσεται κανένας στην Εκκλησία, από την ημέρα που βαπτίζεται μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του, οπωσδήποτε πορεύεται ή καλείται να πορεύεται προς την αγιότητα. Στον μοναχισμό υπάρχουν επιπλέον προδιαγραφές και προϋποθέσεις. Ο μοναχός εξερχόμενος των αιτίων και αιτιατών δεν παύει να είναι άνθρωπος και δεν παύει να έχει αδυναμίες όπως και δεν παύει ένας που είναι στον κόσμο να έχει τις αδυναμίες του και τα πάθη του. Αυτό το οποίο πραγματικά μπορεί να χρησιμοποιήσει ως όπλο μεγάλο για την αγιότητα είναι η μετάνοια.


Και ο γέρο-Παναής, ο μακαρίτης, δεν σου αποκρύπτω και τώρα σαν μοναχός πολλές φορές τον φέρνω στον νου μου στο κελλί μου που είμαι, και φέρνω αυτήν την μορφή που είχε, αυτήν την ιλαρότητα, την ηρεμία, αυτήν την χαρά, την χαροποιό έκφραση του, αυτόν τον σαββατισμό που είχε μέσα του, που ήταν μέσα στον κόσμο αλλά ήταν και εκτός κόσμου. Ακριβώς αυτή η αίσθηση που είχε στην ακολουθία. Όπως θυμάσαι που καθόταν με σταυρωμένα τα χέρια και έλεγε τον Εξάψαλμο. Αυτή η ώρα του Εξάψαλμου ήταν για μένα μια ιερουργία. Όταν κάναμε αγρυπνίες, φοιτητές λαϊκοί τότε, ερχόταν ο Παναής. Μόλις τον βλέπαμε να μπαίνει στην Εκκλησία λέγαμε «ευτυχώς που ήρθε ο Παναής να πει τον Εξάψαλμο να μας ευχαριστήσει».
π. Ανδρέας: Το θυμάμαι. Και να πω και τούτο. Ως λαϊκός που ήσαστε τότε, ήσαστε από τους πρωτεργάτες που αναπτυχθήκαν οι αγρυπνίες μέχρι τις μία η ώρα στην Λάρνακα. Γιατί τότε οι κληρικοί δεν ήξεραν.


Γέροντας Εφραίμ: Ήταν τότε μια μεταβατική περίοδος που άρχισε και η Κύπρος να μπαίνει μέσα στο πνεύμα της πατερικής παραδόσεως. Και τότε ζήσαμε και εμείς στην περίοδο που άρχισαν να εκδίδονται τα πατερικά βιβλία, άρχισε το Άγιον Όρος να φαίνεται. Τότε ήταν που ο π. Βασίλειος, ο π. Γεώργιος Καψάνης, οι αγιορείτες κατέβαιναν στην Αθήνα. Ήταν η παρουσία του Γέροντος Πορφυρίου, ήταν ακόμα και η μυστική παρουσία του παπά-Θανάση από το Σταυροβούνι, που οπωσδήποτε με ένα μυστικόν τρόπο ήταν μια σοβαρή παρουσία. Τότε άρχισε αυτό το πράγμα να αξιοποιείται και θεολογικά. Και αρχίσαμε και εμείς με τον ενθουσιασμό μας και την αγάπη μας και μεταφέραμε κάτι το οποίο δεν ήταν ξένο, όπως μερικοί νομίζουν, της κυπριακής παραδόσεως. Η αληθινή Κυπριακή παράδοση ποιά ήταν; Ήταν ο π. Κυπριανός Σταυροβουνιώτης. Αυτοί οι άνθρωποι εβίωσαν το πνεύμα το πατερικό και το μετέφεραν. Και θυμάμαι ο παπά -Αγγελής της Τερσεφάνου, που ήταν ένας απλός παπάς, με την αγραμματοσύνη του αλλά με μια συγκρότηση πνευματική. Τον ανέκρινα για να δω πώς απέκτησε μια ιερατική αξιοπρέπεια και ιερατική ζωή. Αυτή την απέκτησε όταν πήγε στο Σταυροβούνι. Μου είπε «μόλις χειροτονήθηκα με έστειλαν στο Σταυροβούνι και εκεί έκανα λίγο καιρό. Εκεί έμαθα να λειτουργώ. Εκεί έμαθα όλη την πατερική ζωή, χωρίς να καταλάβω ότι αυτό ήταν η πατερική ζωή, αλλά αυτό μάθαμε». Δεν είχε τότε ιερατικές ή θεολογικές σχολές. Ακριβώς η παρουσία της πατερικής ζωής ήταν η παρουσία του μοναχισμού. Μέσα από τους απλούς μοναχούς περνούσε στους απλούς ανθρώπους. Ο γέρο Παναής, ο μακαρίτης, για μένα ο Όσιος Παναής, ήταν αυτός ο οποίος πήγαινε για να γίνει μοναχός. Για διαφόρους λόγους που είναι προσωπικοί, εμένα μού τους είπε, δεν έγινε μοναχός. Ήταν τότε η διαμάχη του παλαιού ημερολογίου. Αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο φιλήσυχος που δεν μπορούσε να αντέξει τους φανατισμούς μέσα στο μοναστήρι γι’ αυτό και δεν ήταν έτοιμος να γίνει μοναχός.
π. Ανδρέας: Και ο πνευματικός του τού είπε να μείνει.
Γέροντας Εφραίμ: Βέβαια. Ο πνευματικός του, ο παπά-Κυπριανός, του είπε: «κάτσε εκεί που είσαι και θα βρεις αυτό που θέλεις, εκεί στο σπίτι σου». Στη Λύση που ήταν, όπως ο ίδιος μας έλεγε, έκανε τις δουλειές του, αλλά το πρώτο ήταν εκεί στην εκκλησία. Λάτρευε την Παναγία της Λύσης. Θυμάμαι τον ρώτησα: «Γέρο-Παναγή είδες την Παναγία;» Τότε ήμουν λαϊκός. Μου λέει: «Την Παναγία δεν την είδα, αλλά πολλές φορές την αισθάνθηκα την Παναγία. Και με παρηγόρησε άπειρες φορές». Ήταν ακριβώς ένας άνθρωπος που δεν ήθελε να δει όνειρα και οράματα, όπως μερικοί θέλουν. Αλλά βίωνε τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Αυτός ο άνθρωπος και στους γάμους είχε την ίδια έκφραση. Και στις κηδείες πάλι με την ίδια έκφραση. Και στις ακολουθίες και τις λειτουργίες ήταν πάντα με την ίδια έκφραση: την έκφραση της ειρήνης. Έβλεπες ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν ένα δοχείο του Αγίου Πνεύματος. Και τώρα που είμαι μοναχός, σου ομολογώ, τον φέρνω στη μνήμη μου. Πραγματικά αυτό που λέγει ο Απ. Παύλος ότι ο καρπός του Πνεύματος είναι «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρυστότης, αγαθοσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια», αυτά τα είχε στο πλήρωμα τους αυτός ο άνθρωπος. Πηγαίναμε και καθόμαστε εκεί και μας έλεγε τόσα ωραία πράγματα παραβολικά, τόσα ωραία παραδείγματα. Κατ’ αρχήν δεν σταματούσε από την προσευχή και από την μελέτη. Αυτή ήταν η μόνη του απασχόληση. Όταν γέρασε, μετά την προσφυγιά που δεν έκανε τίποτε, δεν δούλευε. Γιατί προηγουμένως ήταν άνθρωπος φιλόπονος, δούλευε πολύ στα χωράφια. Δεν ήταν κανένας τεμπέλης ή ήταν μόνο νεωκόρος της εκκλησίας. Ήταν άνθρωπος της φιλοπονίας και της εργασίας. Και αυτό το οποίο έκανε τράβηξε πολύ κόσμο κοντά του. Πάρα πολύ ελκύσθηκαν και ωφελήθηκαν και πολλοί μοναχοί, ιδιαίτερα μοναχές, έγιναν εξαιτίας του γέρο-Παναή. Βέβαια και ο Βασίλης και η αδελφή του, η Τρυφωνού, ήταν ενάρετοι άνθρωποι αλλά ο Παναής ήταν κάτι το ξεχωριστό.


π. Ανδρέας:Ήταν ο γέροντάς τους.
Γέροντας Εφραίμ: Ήταν ο γέροντας τους μεν ουσιαστικά, αλλά τυπικά ήταν ο υποτακτικός όλων. Πήγαινες εκεί και δε έπαιρνε πρωτοβουλία. Έβλεπες όμως το σεβασμό που τού είχαν όλοι. Και οι συγγενείς του και οι χωριανοί του. Πόσο τον εσέβοντο. Και όταν έρχονται στο μοναστήρι μας Λυσιώτες πολλές φορές τους προκαλώ για τον Παναή από τη Λύση και όλοι λένε: «αυτός ήταν άγιος». Βλέπεις, στη συνείδηση του λαού της Λύσης και όσων τον γνώρισαν ήταν άγιος. Και στη δική μου συνείδηση αυτός είναι άγιος. Δεν ξέρω αν θα κάνουν ανακομιδή των λειψάνων του…
π. Ανδρέας :Έχει γίνει την ημέρα της κηδείας του Βασίλη στις 27 Αυγούστου 2003. Και έγινε αυτό πάλιν κατά θαυμαστόν τρόπο γιατί είχα την έννοια ότι θα έρχονταν πολλοί και κληρικοί για να πάρουν τα λείψανα. Δεν είχε κανένα. Ήρθαν έτσι τα πράγματα. Είμαστε τρείς παπάδες, ο π. Φίλιππος, ο π. Χρυστόδουλος και εγώ και δύο εργάτες. Και τα οστά έμειναν μέσα στον τάφο. Γιατί η Τρυφωνού, όταν της είπα να θάψουμε αλλού τον Βασίλη και να μείνει άχρι καιρού η ανακομιδή του λειψάνου, είπε «μα πάντα ήταν μαζί, τώρα να τους χωρίσουμε;». Και έτσι για να μην της χαλάσουμε το χατίρι, που είχε άλλωστε το δικαίωμα να εκφέρει την άποψή της, τους αφήσαμε μαζί. Ετοιμάσαμε ένα κιβώτιο, βάλαμε μέσα τα λείψανα και τα βάλαμε μέσα στον τάφο.
Αυτό που λέτε για την αγιότητα που είναι στη συνείδηση του κόσμου και σε σάς και όλων μας νομίζω, ο παππούς ο Παναής είναι ένας σύγχρονος άγιος, όσιος, νομίζετε έχει σημασία για το λαό του Θεού η ανακήρυξη ενός τέτοιου αγίου σήμερα;
Γέροντας Εφραίμ: Κατ’ αρχήν, π. Ανδρέα, όπως ξέρεις δεν υπάρχει στην ορθόδοξη Εκκλησία ανακήρυξη αγίου. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ένα νέο δεδομένο, που γίνεται βέβαια. Παρατηρούμε στην Μονή μας, που είναι χιλιόχρονη Μονή, έχομε τόσους Βατοπαιδινούς αγίους. Δεν βρήκαμε επίσημη ανακήρυξη των αγίων. Δεν υπάρχει έγγραφο όπως τώρα που γίνεται πατριαρχικό σιγίλιο και έρχεται ανακήρυξη, που στην ουσία είναι επίσημη κατάταξη στο αγιολόγιο της Εκκλησίας. Αυτό είναι που κάνει η Εκκλησία τώρα. Αυτό που υπήρχε πάντοτε ήταν το βήμα της Εκκλησίας. Όπως ο άγιος Νεκτάριος. Τον είχαν άγιον πριν να κοιμηθεί. Του Αγίου Σάββα του εν Καλύμνω στις σαράντα μέρες του έφτιαξαν την εικόνα. Βλέπετε εδώ πώς η Εκκλησία λειτουργεί. Θυμάμαι τον Γέροντα μας, όταν διάβασε το βίο του Γέροντος Σιλουανού. Μόλις τον διάβασε μας είπε: «αυτός ο άνθρωπος είναι Άγιος». Προτού ανακηρυχθεί ο Γέροντας Σιλουανός Άγιος. Το ίδιο και για τον π. Ιουστίνο Πόποβιτς που ανακηρύχθηκε πρόσφατα. Ο Γέροντας πριν την ανακήρυξή του έβγαλε σε μοναχό μας το όνομα Ιουστίνος. Και έλεγε «τώρα εορτάζεις του Αγίου Ιουστίνου του φιλοσόφου, αλλά όταν, ίσως δεν ζω εγώ, θα εορτάζεις του Οσίου Ιουστίνου του Σέρβου».
π. Ανδρέας: Τι ακριβώς σημαίνει το γεγονός ότι εάν δεν υπάρξει επίσημη αναγνώριση δεν μπορεί να γίνει ακολουθία ή εικόνα ή εορτασμός;
Γέροντας Εφραίμ: Γίνεται. Δεν γίνεται σ’ όλη την Εκκλησία αλλά κατά τόπους. Η αναγνώριση της αγιότητος κάποιου μέλους της Εκκλησίας ξεκινά από τους ανθρώπους που τον γνώρισαν και μπορούν να μαρτυρήσουν για την αγιότητά του. Αυτοί γνωρίζουν και έχουν βιώματα της αγιότητος του και τον αγαπούν και τον τιμούν και προσεύχονται σ’ αυτόν. Αν θέλει ο Θεός να δείξει την παρουσία του σ’ όλο το κόσμο αρχίζει και κάνει θαύματα. Όπως ο π. Ιάκωβος ο Τσαλίκης. Είναι ένας σύγχρονος άγιος. Έτσι και ο γέρο-Παναής, σ’ αυτούς που τον γνωρίζουν είναι άγιος. Διότι σου ενέπνεε κάτι το υπερφυσικό, κάτι το θαυμαστό, κάτι το μυστηριώδες, κάτι που δεν ήταν συνηθισμένο. Τώρα θυμάμαι που φέρνω στη μνήμη μου τη μορφή του. Το χρώμα του προσώπου του, η έκφρασή του προσώπου του, η ταπεινή παράστασή του, η συνεχής χαρά που είχε, αυτά ήταν δείγματα αγιασμού. Δεν τα βρίσκεις κατ’ αρχήν εύκολα αυτά τα πράγματα. Ήταν ιδιαίτερο χάρισμα στον Παναή. Ήταν αδιαλείπτως η παρουσία της χάριτος μέσα του.
π. Ανδρέας: Γι’ αυτό νοιώθαμε όταν φεύγαμε από κοντά του μια χαρά.
Γέροντας Εφραίμ: Μια χαρά και μια ασφάλεια. Ήταν άνθρωπος που παρηγορούσε τον κόσμο με την παρουσία του μόνο. Αυτό που λέει στο Γεροντικό, αν θυμάσαι, που πήγαν στον Αββά Αντώνιο. Πήγε μια παρέα και τον ρωτούσαν διάφορα. Ένας απ’ αυτούς σιωπούσε. Του λέει ο Αββάς: «Εσύ δεν θέλεις κάτι να ρωτήσεις;». Του λέει: «Αββά, αρκεί με το βλέπειν σε». Και όντως. Και εγώ δεν τον ρωτούσα τον γέρο-Παναή. Πήγαινα, καθόμουν εκεί και μου άρεσε έτσι που καθόταν και μιλούσε. Εγώ καθόμουν και τον άκουα και χαιρόμουν. Ήταν ένας όσιος εν τω κόσμω.
π. Ανδρέας: Νομίζετε ότι πρέπει να κάνουμε μια εικόνα ή μια ακολουθία σιγά-σιγά με την έννοια της παρηγοριάς του κόσμου.
Γέροντας Εφραίμ: Δεν μπορεί κανείς να εμποδίσει τα μέλη της εκκλησίας αυθόρμητα να προσεύχονται σ’ αυτόν. Δεν δίνει κανείς γραμμή. Ξέρετε, φτιάξτε εικόνα. Σαν εμείς, θυμάμαι, για τον Νικόλαο Πλανά. Μόλις διάβασα τον βίο του, μου δημιουργήθηκε μια αγάπη γι’ αυτόν τον άνθρωπο και παραγγείλαμε εικόνα με το φωτοστέφανο, προτού ανακηρυχθεί επίσημα άγιος. Και την είχαμε. Και είχαμε την αίσθηση μέσα μας ότι κάποτε θα ανακηρυχθεί άγιος. Θέλω να πω μ’ αυτό ότι δεν μπορείς να εμποδίσεις τα μέλη της εκκλησίας που βιώνουν αυθόρμητα να κάνουν και μια εικόνα για τον γέρο-Παναή. Πήγε ο π. Νήφων στον Οικουμενικό Πατριάρχη και του έδειξε μερικές τοιχογραφίες που υπάρχουν σε ένα παρεκκλήσιο. Είναι ο Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής, ο γέρο-Πορφύριος, ο Γέρο-Παΐσιος, ο Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος, ο Γέρο-Ιάκωβος, ο Γέρων Σωφρόνιος. Του λέγει ο Πατριάρχης: «Πολύ προτρέχεις». «Παναγιώτατε, του λέγει, το βίωμα της εκκλησίας είναι πρώτα και η Εκκλησία βλέποντας το βίωμα έρχεται και επισήμως αναγράφει στο αγιολόγιο της». Ο Πατριάρχης βλέποντας τις αγιογραφίες τις ασπάσθηκε μία μία. Και μάλιστα όταν ήλθε εδώ στο Άγιον Όρος εκεί στη σύναξη των ηγουμένων και αντιπροσώπων στην Ιερά κοινότητα ανέφερε ότι σιγά σιγά η Μήτηρ Εκκλησία θα προβεί στην επίσημη αγιοκατάταξη αυτών των εναρέτων γερόντων. Αυτό είναι πραγματικά, ότι η εκκλησία συνεχίζει και βγάζει αγίους. Όπως έλεγε και ο γερό-Παΐσιος ότι στη Δευτέρα παρουσία θα έχουμε πολλές εκπλήξεις. Βέβαια εκπλήξεις θα έχουμε μ’ αυτούς που θεωρούμε εναρέτους και καμιά φορά δεν είναι. Εκεί δεν θα τους δούμε εναρέτους. Και από την άλλη θα δούμε αυτούς που δεν τους εκτιμήσαμε πολύ και θα λάμπουν ως μεγάλοι αστέρες στην μακαριότητα του Θεού. Γι’ αυτό και ο γερό-Παναής είναι ένας άνθρωπος που δοξάζει την Εκκλησία και οι προσευχές του βοηθούν το νησί μας και όλην την οικουμένη και είναι ένας άνθρωπος που πραγματικά αποτελεί ένα πρότυπο για πολλούς ανθρώπους. Και βλέπει κανείς ότι και μέσα στον κόσμο είναι εφικτός ο αγιασμός. Ο Παναής πώς απέκτησε τον αγιασμό; Μέσα στο λιβάνι, μέσα στις ακολουθίες, μέσα στη μετάνοια, μέσα στην προσευχή, μέσα στις λειτουργίες. Αλίμονο! το Άγιο Πνεύμα πήρε σύνταξη από το κόσμο και είναι μόνο στη έρημο; Ή υπάρχει καλογερική πνευματικότης και κοσμική πνευματικότης; Το ίδιο ευαγγέλιο υπάρχει.
π. Ανδρέας: Ζούσε ασκητικά μέσα στον κόσμο.
Γέροντας Εφραίμ: Χωρίς ασκητική ζωή δεν μπορεί να φτάσει κανείς στον αγιασμό. Το κύριο γνώρισμα της Εκκλησίας μας είναι η ασκητική ζωή. Οι ασκητισμοί δεν είναι μόνο στα μοναστήρια. Οι ασκητισμοί είναι θεολογικά η μορφή της εν Χριστώ ζωής. Γι’ αυτό βλέπουμε ότι στη Δύση δεν υπάρχει ασκητισμός. Όταν πήγα στην Ιταλία να δω εκεί το έργον του δικού μας του π. Νείλουτου Βατοπαιδινού, πήγα και σε διάφορα μοναστήρια των Καθολικών. Είδα ανθρώπους καλοκάγαθους μοναχούς, καλοσυνάτους αλλά όπως εγώ το βλέπω -δεν λέω ότι εγώ είμαι φορέας της αλήθειας- δεν είδα τη χάρη του Θεού που την είδα στον γέρο-Παναή. Δεν την είδα στα πρόσωπά τους. Διότι είναι ακριβώς η εκκλησία που είναι «μία αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία». Εάν σ’ αυτήν είμαστε και είμαστε ενταγμένοι σωστά και ακολουθούμε τη ζωή της Εκκλησίας το προσδοκώμενο είναι ο αγιασμός.
π. Ανδρέας: Μπορεί δηλ. ένας μοναχός καθολικός να έχει μία παρά πάνω άσκηση από άλλους ορθοδόξους στον κόσμο και όμως αυτός να μην αγιαστεί;
Γέροντας Εφραίμ: π. Ανδρέα, όπως ξέρεις η χάρις του Θεού είναι που αγιάζει. Εάν ο άνθρωπος είναι εκτός Εκκλησίας… Βέβαια εμείς δεν είμαστε οι κριτές. Μιλούμε όμως για την βεβαία οδό αγιασμού πού βρίσκεται στην «αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν». Τώρα τι θα κάνει ο Θεός μ’ αυτούς και με τους μουσουλμάνους δεν ξέρουμε. Ο Απ. Παύλος μας μιλά για την συνείδηση του καθενός που θα τον οδηγήσει στον δρόμο αυτόν που πρέπει αλλά εμείς μιλούμε για τη βεβαία και ασφαλή οδό αγιασμού που είναι μέσα στην Εκκλησία.

π. Ανδρέας: Ποιο ήταν το μυστικό του παππού Παναή για να έχει αυτή τη χάρη που είχε;
Γέροντας Εφραίμ: Το μυστικό του ήταν η εξάρτησή του από ένα πνευματικό. Όπως είπα και στην τράπεζα, δεν μπορεί κανείς να βιώσει τον αγιασμό αν δεν παρακάθηται στην υπακοή ενός πνευματικού διδασκάλου, γέροντος. Οπωσδήποτε πρέπει κάθε άνθρωπος στον κόσμο να έχει πνευματικό. Και ο καθένας που θέλει να βρει τη χάρη του Θεού, όπως ο μοναχός έχει το Γέροντά του, πρέπει και ο καθένας να έχει τον πνευματικό του. Ο γέρο-Παναής, από το διάλογο που είχαμε μαζί του, κατάλαβα πόση πίστη και εμπιστοσύνη, σεβασμό και αγάπη άκρατο έτρεφε στο Γέροντά του τον παπά-Κυπριανό το Σταυροβουνιώτη. Και έλεγε: «Σ’ αυτόν οφείλονται όλα. Αυτός μας τα είπε αυτά, αυτός μας τα δίδαξε. Εμείς είμαστε, όπως έλεγε, ξύλο απελέκητο. Αυτός μας τα δίδαξε». Θέλω να πω ότι ο άνθρωπος ο οποίος συμβουλεύεται και δεν είναι αυτοσύμβουλος και πραγματικά έχει το Γέροντά του, τον πνευματικόν πατέρα, τότε παίρνει. Και ,όπως σου είπα και κατ’ ιδίαν, χρειάζονται σήμερα οι «εμπνέοντες», οι οποίοι θα μας δίνουν την έμπνευση. Και αυτοί ποιοί είναι; Αυτοί που βιώνουν την ορθόδοξη πνευματικότητα. Εάν όντως ο άνθρωπος βιώνει την ορθόδοξη πνευματικότητα τότε αυτός είναι ο εμπνέων. Τέτοιους ανθρώπους θέλουμε σήμερα. Και ιερείς και αρχιερείς στον κόσμο και ηγουμένους και μοναχούς και ιερομονάχους και αρχιμανδρίτες αλλά και λαϊκούς οι οποίοι να εμπνέουν. Και άνθρωποι λαϊκοί ξέρετε πολλές φορές πόσο βοηθούν, όπως ο γέρο-Παναής. Την εργασία που έκανε ο γέρο-Παναής ποιος κληρικός την έκανε; Σου λέγω, πολύ ελάχιστοι. Πολύ λίγοι. Και όμως με τη σιωπηλή μυστική παρουσία του, που δεν έκανε «ντόρο» ποτέ… Άκουσες ποτέ να κάνει καμιά ομιλία ο γέρο-Παναής; Όμως το σπίτι του ήταν κέντρο συνάξεως των πιστών. Από τη Λύση μέχρι και να κοιμηθεί μαζεύονταν οι άνθρωποι και τους μιλούσε και έφευγαν «πεπλησμένοι» χάριτος. Αυτή η μυστική και σιωπηλή παρουσία του γέροντος Παναή ήταν αυτή που ωφέλησε με ένα αφανή μυστικό τρόπο τα μέλη της Εκκλησίας.


π. Ανδρέας: Γέροντα, παίρνοντας αφορμή από τον Άγιον Συμεών τον Νέον θεολόγο, που ήταν κληρικός και ο Γέροντας του Συμεών ο Ευλαβής ήταν μοναχός χωρίς ιερωσύνη. Μιλά και ο Άγιος Συμεών για την πνευματική πατρότητα. Νομίζω ότι διαφοροποιείται από την εξομολόγηση. Ο παππούς ο Παναής, κατά την αντίληψή μου, την εμπειρία μου, ήταν ένας Γέροντας, πνευματικός πατέρας. Δεν είχε όμως ιερωσύνη. Πείτε μας λίγα λόγια για τη διαφορά. Άλλωστε και ο Γέροντάς σας δεν είχε ιερωσύνη.
Γέροντας Εφραίμ: Οπωσδήποτε έτσι είναι, όπως τα λέτε. Κατ’ αρχήν δεν είναι αναγκαία η σύνδεση της πνευματικής πατρότητας με την ιερωσύνη και στον μοναχισμό. Απόδειξη είναι οι μεγάλοι Πατέρες. Ο Αββάς Αντώνιος δεν ήταν ιερέας. Και ήταν ο πνευματικός πατέρας του Μ. Αθανασίου, που ήταν αρχιερέας, Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Ο Άγιος Παχώμιος δεν ήταν ιερέας, που ήταν πατέρας χιλιάδων μοναχών. Ο Άγιος Θεόδωρος ο ηγιασμένος δεν ήταν ιερέας. Ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης δεν ήταν ιερέας και είναι πατριάρχης του Αθωνικού μοναχισμού. Άρα, λοιπόν, η πνευματική πατρότητα, και πρέπει αυτό να τονισθεί, δεν απαιτεί τη σχέση με την ιερωσύνη. Δεν είναι αναγκαία η σχέση της με την ιερωσύνη. Για την πνευματική πατρότητα είναι αναγκαία η πνευματική γνώση. Και όταν λέμε πνευματική γνώση εννοούμε την πνευματική εμπειρία. Θυμάμαι όταν διάβασα τον «κατά πλάτος» βίο του Αγίου Παχωμίου ότι εκεί λέει ότι μετά τους αποστολικούς Πατέρες προηγούνται οι έχοντες πνευματική γνώση και αυτοί είναι οι πατέρες οι πνευματικοί. Γι’ αυτό και ο Άγιος Νεκτάριος κάπου σε μια επιστολή του, δεν ξέρω αν το διαβάσατε, θεωρεί τον μοναχό ανώτερο του αρχιερέως. Δεν καταφρονούσε την αρχιερατική τιμή. Ξέρουμε ότι ο αρχιερέας και ο επίσκοπος είναι το κύριο και πρώτο θεσμικό όργανο της χάριτος σε μια τοπική Εκκλησία. Η αρχιερατική όμως χάρις είναι χάρισμα και δίνεται δωρεάν. Ενώ η πνευματική γνώση δίνεται δωρεάν αλλά με την ασκητική προϋπόθεση. Άρα, λοιπόν, η πνευματική γνώση προηγείται και της αρχιερατικής τιμής ακόμα. Βέβαια, έχομε τον γέρο-Παΐσιο σήμερα, που είναι ένας απλός μοναχός. Βάλε οποιουσδήποτε αρχιερείς. Σε ποιον θα πάει το ενδιαφέρον μας; Στο γέρο-Παΐσιο. Γιατί; Διότι ήταν άνθρωπος που είχε το πλήρωμα της πνευματικής γνώσεως. Και ο γέρο-Παναής. Ήταν λαϊκός μεν αλλά ήταν πνευματικός καθοδηγητής σε πολλούς ανθρώπους. Και ξέρω ότι έλυνε άλυτα προβλήματα, τα οποία ήταν προβλήματα τόσον δυσχερή και τόσον πολυποίκιλα! Τα έλυνε ο γέρο-Παναής. Αυτά τα προβλήματα δεν μπορούσαν οι πνευματικοί να τα λύσουν. Γιατί; Μήπως δεν λειτουργούσε καλά το μυστήριο της εξομολογήσεως; Όχι. Διότι άλλο το μυστήριο της εξομολογήσεως στο οποίο θα πεις μερικά αμαρτήματα για να πάρεις την άφεση των αμαρτιών και άλλο να πας εκεί για να πάρεις μια πνευματική κατεύθυνση και τη λύση ενός προβλήματος το οποίο να μην εφάπτεται αμαρτίας. Και όμως θέλεις μια λύση που δεν μπορεί ένας πνευματικός που δεν έχει την ανάλογη πνευματική γνώση να σου τη δώσει. Ο γερό-Παναής ήταν άνθρωπος που έδινε τέτοιες λύσεις και μάλιστα και σε ιερείς, και αρχιμανδρίτες και σε μοναχούς. Ο γέρο-Παναής έδινε συμβουλές και έλυνε προβλήματα.
π. Ανδρέας: Αφού και εγώ τον είχα γέροντά μου. Εξομολογούμουν στο Σταυροβούνι τότε.
Γέροντας Εφραίμ: Πολλές μοναχές, π. Ανδρέα, τον είχαν γέροντα. Πάρα πολλές μοναχές. Μάλιστα τον καιρόν που ήταν εκεί ο γέρο-Παναής είχαμε και έλλειψη πνευματικού. Δεν είχαμε πολλούς ιερομονάχους με πνευματική γνώση ώστε να κατευθύνουν τα μοναστήρια, γι’ αυτό βλέπεις ο γυναικείος μοναχισμός πριν πενήντα χρόνια ήταν σε μια κατάπτωση διότι έλειπαν οι πνευματικοί.
π. Ανδρέας: Πείτε μας λίγο γι’ αυτή την πνευματική πατρότητα. Τι εννοούμε λέγοντας να είναι ένας πνευματικός πατέρας, σε τι συνίσταται αυτό και ποια η διαφορά ενός εξομολόγου από τον πνευματικό πατέρα;

Γέροντας Εφραίμ: Κατ’ αρχήν ο εξομολόγος είναι ένας ιερέας, ο οποίος έχει τη χάρη της ιερωσύνης και μπορεί να εξομολογεί. Άλλο πνευματική πατρότητα και άλλο εξομολόγηση. Ξέρω πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι εξομολογούνται έξω σ’ ένα πνευματικό, λένε τις αμαρτίες τους και παίρνουν την άφεση και ο πνευματικός θα τους πει «ξέρεις παιδί μου δεν θα κοινωνήσεις για έξι μήνες». Πέραν τούτου δεν μπορεί να τους πει κάτι. Να τους βάλει ένα όρο. Ή μου λέει κάποιος: «Πότε πρέπει να κοινωνώ;» Του λέω: «Παιδί μου πας και εξομολογείσαι;» «Ναι. Αλλά ο πνευματικός δεν μου λέει πότε θα κοινωνώ». «Όποτε πεινάς θα τρως. Ο πνευματικός δεν θα σου πει πότε θα κοινωνάς. Για ένα χρονικό διάστημα δεν θα κοινωνάς διότι είχες επιτίμιο. Πέραν τούτου εσύ θα δεις πως θα κοινωνάς». Και ακριβώς αυτό το πράγμα, η πνευματική μέθοδος αν έχεις σχέση με ένα πνευματικόν πατέρα αυτός θα σου το καθορίσει γιατί σ’ αυτόν αναθέτουμε την όλην ζωή μας και παίρνουμε συμβουλές για όλη τη ζωή μας όχι μόνο μας ενδιαφέρει η συγχώρηση των αμαρτιών. Η συγχώρηση των αμαρτιών είναι η μία πλευρά. Η άλλη είναι πώς θα καθοδηγηθούμε και πώς θα κατευθυνθούμε στην πνευματική οδό που οδηγεί προς τον αγιασμό. Ακριβώς ο πνευματικός πατέρας είναι εκείνος που γεύεται τα θεία και μας τα προσφέρει. Λέμε αυτός είναι παραδοσιακός. Δεν είναι παραδοσιακός αυτός που διαβάζει τα βιβλία. Παραδοσιακός είναι αυτός που παραδίδει την πνευματική ζωή από πρώτο χέρι. Και ακριβώς οι πνευματικοί πατέρες παραδίδουν από το βίωμα τους και την εμπειρία τους σε μας και ένας άνθρωπος μπορεί να είναι απλός, λαϊκός ακόμα, και να βιώνει τη χάρη και να παραδίδει. Γι’ αυτό πνευματικός πατέρας είναι ο ανάδοχος είναι εκείνος που αναδέχεται την όλην ζωήν αυτού που τον έχει πνευματικόν πατέρα και προσεύχεται κατ’ αρχήν γι’ αυτόν τον άνθρωπο, αναπληροί τις ελλείψεις του με την προσευχή του ως πνευματικός πατέρας, όπως ο Απ. Παύλος. Εγώ, λέει, θα μορφώσω τον Χριστόν μέσα σας. Εγώ θα γίνω θύμα για σας για να σας κερδίσω διότι ακριβώς εξέφραζε την πνευματική πατρότητα. Και οι πατέρες στο Άγιον Όρος και όλοι οι άνθρωποι που βιώνουν τη χάρη, χωρίς να το καταλάβουν τους κυνηγά ο κόσμος και πληροφορείται η καρδία του καθενός και πηγαίνουν και τους έχουν πνευματικούς πατέρες. Η πνευματική πατρότητα δεν διαφημίζεται αλλά βιώνεται από τα μέλη της Εκκλησίας.
π. Ανδρέας: Εν Πνεύματι Αγίω.
Γέροντας Εφραίμ: Εν Πνεύματι Αγίω.

π. Ανδρέας: Έχετε αισθανθεί κάτι από τον παππού Παναή.
Γέροντας Εφραίμ: Ακούστε. Ο γέρο-Παναής είναι ένας άνθρωπος αγιασμένος αλλά να σας πω κάτι, τέλος πάντων, έτσι για την τιμήν και την αγάπην στο πρόσωπό του. Μου έλεγε ο παπά-Εφραίμ ο Κατουνακιώτης κάποτε, ότι όταν μνημονεύεις στην προσκομιδή κάποιο και αισθανθείς μια καύση στην καρδία σου, αυτό είναι πνευματικό γεγονός, που το αισθάνονται οι μοναχοί, να ξέρεις ότι αυτός ο άνθρωπος έχει παρρησία. Δεν σας αποκρύπτω ότι αισθάνομαι όταν μνημονεύω τον γέρο-Παναή μια αυθόρμητη καύση στην καρδία μου. Αυτό είναι δείγμα της παρρησίας του. Διότι ο άνθρωπος αυτός τον μνημονεύομε και ανταποδίδει τις ευχές του με τη δύναμη της ευπαρουσιάστου προσευχής του.
π. Ανδρέας: Το να ανακηρυχθεί επίσημα ένας άγιος δίνεται η δυνατότητα στους πιστούς να επισημοποιήσουν αυτήν την αγιότητα, να την τιμήσουν και να αποκομίσουν απ’ αυτήν. Νομίζω στην Εκκλησίαν της Κύπρου, εδώ και αιώνες έχει ν’ ανακηρυχθεί άγιος.
Γέροντας Εφραίμ: Νομίζω υπάρχουν άγιοι. Δεν ξέρω γιατί δεν ανακηρύχθηκαν. Ο ιερομάρτυρας Κυπριανός, ο εθνομάρτυρας. Αυτός είναι απόλυτα και αυτοί που μαρτύρησαν μαζί του είναι απόλυτα άγιοι. Βλέπετε έρχεται το Οικουμ. Πατριαρχείο και όλους όσοι μαρτύρησαν επί Τουρκοκρατίας και μάλιστα χθες, αν πρόσεξες, γιορτάσαμε δυο-τρεις αγίους τον Άγιον Αμβρόσιον, Νεόφυτον και Μακάριον τους Βατοπαιδινούς που όταν πήγαν την Αγίαν Ζώνη στην Κρήτη τους έπιασαν οι Τούρκοι τους είπαν να αλλαξοπιστήσουν και επειδή αρνήθηκαν τους αποκεφάλισαν. Αυτοί είναι άγιοι. Και έρχεται το Οικουμ. Πατριαρχείο και ανακηρύσσει όσους μαρτύρησαν κληρικούς ως αγίους. Για μένα ο εθνομάρτυρας Κυπριανός είναι ό άγιος ιερομάρτυρας Κυπριανός και η συνοδεία του και δεν σου αποκρύπτω ότι στα τάγματα που βγάζω στην μερίδα των μαρτύρων βάζω και τον ιερομάρτυρα Κυπριανό και αισθάνομαι ότι είναι τέλειος άγιος. Όταν είναι θέλημα Θεού θα ανακηρυχθούν. Ο άγιος δεν είναι μόνο αυτός που κάνει θαύματα. Ο άγιος είναι αυτός που βίωσε τον Χριστό. Ο Απ. Παύλος τι θαύματα έκανε; Ο Άγιος Νεκτάριος πιο πολλά θαύματα έκανε από τον Απ. Παύλο. Και όμως ο Απ. Παύλος θεωρείται από μερικούς ο πρώτος μετά τον ένα. Γιατί ακριβώς εβίωσε το ορθόδοξο ήθος και το μετέφερε και το μετέδωσε σαν τέλειος αληθινός πνευματικός πατέρας.



π. Ανδρέας: Πολύ σημαντικά αυτά. Να τελειώσουμε. Θα ήθελα να μας πείτε από τις εμπειρίες σας κάποια γεγονότα που έμειναν μέσα σας στη επικοινωνία και τη σχέση που είχατε με τον παππού Παναή.
Γέροντας Εφραίμ: Ήδη ανέφερα. Η αίσθηση του στην ακολουθία, η αίσθηση του στη Λειτουργία. Όταν έβλεπες τον γέρο-Παναή μέσα στη Θεία Λειτουργία ιδιαίτερα, έλεγες αυτός ο άνθρωπος είναι εκεί, είναι παρών. Είχες την αίσθηση ότι ήταν μόνος του, όπως λέμε «μόνος μόνω τω Θεώ». Δεν έβλεπε ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Συνεχώς ήταν αφοσιωμένος στο μυστήριο. Ήταν εκτός τόπου και εκτός χρόνου. Είχε τέτοια βίωση. Πήγαινε να μεταλάβει με τέτοιο δέος, με τέτοια αίσθηση, με τέτοιο πόθο. Είχε τον πόθο του Θεού αδιάλειπτο, είχε την αίσθηση του Θεού αδιάλειπτη. Μα αυτά είναι οι καρποί του Πνεύματος. Και αυτή την χαρά, την αγαλλίαση που έδινε. Και σ’ αυτούς που δεν μιλούσαν. Πολλές φορές ένας άγιος άνθρωπος εντυπωσιάζει και αυτούς που δεν μιλούν. Και ένα μεγάλο όπλο που έχουν οι άνθρωποι του Θεού είναι η σιωπή τους. Η σιωπή η οποία λαλεί, βοά με ένα μυστικόν τρόπο. Ο γέρο-Παναής είχε αυτό το χάρισμα όπου πήγαινε. Μια φορά, θυμάμαι, περπατούσα στη Λάρνακα και τον είδα στο αυτοκίνητο. Κάποιος τον έπαιρνε κάπου. Αυτός δεν με είδε. Εγώ τον είδα. Και αμέσως ήρθε μια αγαλλίαση μόνο που τον είδα και πέρασε με το αυτοκίνητο. Αυτό δεν ήταν ένα συναίσθημα. Ήταν ένα αγιοπνευματικό γεγονός. Δεν είναι ένα συναίσθημα, όπως βλέπει μια μάνα το παιδί της και χαίρεται διότι είναι συνδεδεμένη συναισθηματικά. Αυτό δεν έχει σχέση με το συναίσθημα. Ο αγιασμός δεν έχει σχέση με το συναίσθημα. Ο αγιασμός είναι υπέρ φύσιν ζωή που δεν άπτεται του συναισθήματος.
π. Ανδρέας: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Τις ευχές του να έχουμε.
Γέροντας Εφραίμ: Και πιστεύω ότι πάρα πολλοί θα τον είδαν και μετά θάνατον. Νομίζω με την παρουσία και την προβολή τέτοιων ανθρώπων αναπτύσσεται το αίσθημα στο λαό ότι και στον κόσμο είναι εφικτός ο αγιασμός. Διότι εγώ σας λέω, π. Ανδρέα, ότι ο μοναχισμός ως κατάσταση βοηθεί τον μοναχό να γίνει τέλειος χριστιανός. Αλλά σας λέω ότι γνώρισα μερικούς λαϊκούς ανωτέρους σε πνευματική κατάσταση από μοναχούς. «Το Πνεύμα όπου θέλει πνει». Βλέπετε ένας μοναχός φεύγει από τον κόσμο και έρχεται στην έρημο. Δεν έρχεται με καταφρόνηση ότι αυτοί είναι αμαρτωλοί και φεύγουμε. Απλώς φεύγει και απορρίπτει, όχι το ανθρώπινο πρόσωπο, απορρίπτει τον αρρωστημένο τρόπο ζωής. Έρχονται τόσοι άνθρωποι στα μοναστήρια. Υπάρχει οικονομική κρίση στην Ελλάδα και στην Κύπρο έπεται. Βλέπετε έρχονται τόσοι άνθρωποι στο Άγιον Όρος. Για να έρθουν τόσοι άνθρωποι στο Άγιον Όρος χρειάζονται πολλά χρήματα, κόπο και χρόνο. Και όμως έρχονται γιατί αισθάνονται συγγενείς με τους μοναχούς. Σαν να είναι του ιδίου φυράματος, της ιδίας πνευματικής ύλης. Γι’ αυτό έρχονται και συναντούν τους μοναχούς. Γιατί δεν υπάρχει διάσταση μεταξύ μοναχισμού και της εν κόσμω ζωής. Απλώς υπάρχει μια παραλλαγή πνευματικής ζωής. Π.χ. έρχεσθε εσείς. Δεν σας βγάζουμε έξω από την τράπεζα. Και συντρώγομε και συμπροσευχόμεθα και συλλειτουργούμεθα διότι είναι άπαντα κοινά. Και τα μοναστήρια είναι ακριβώς ένα πνευματικό κέντρο για όλα τα μέλη της Εκκλησίας.
π. Ανδρέας: Ευχαριστούμε πάρα πολύ. Εύχεσθε και υπέρ ημών.
Ο γέρο Παναής της Λύσης



Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου*

-Πανιερώτατε, προτού χειροτονηθείτε σ’ Επίσκοπο, διαμένατε στη Λάρνακα, κι ως εκ τούτου γνωρίζατε τον παππού Παναή. Θα θέλαμε να μας πείτε πότε και πώς τον γνωρίσατε;

Μετά την αποπεράτωση των σπουδών μου στην Ελλάδα, επέστρεψα στην Κύπρο και συγκεκριμένα στη Λάρνακα στις 16 Ιανουαρίου 1987, με σκοπό να εγκαταβιώσω ως μοναχός στο προσκύνημα του Αγίου Γεωργίου Κοντού. Εκεί, όπου διέμενε και διακονούσε ο πατήρ Συμεών, ο σημερινός ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου.
Ερχόμενος στο νησί κόμιζα την εμπειρία της ελλαδικής αγιότητας και συγκεκριμένα των Γερόντων που γνώρισα: του π. Πορφυρίου, του π. Ιακώβου, του π. Παϊσίου, του π. Ευμενίου και πολλών άλλων. Αυτοί οι άγιοι άνθρωποι επειδή εφάρμοζαν έναν υψηλότατο ασκητισμό παλαιού τύπου, αισθανόμουνα ότι η Κύπρος είναι ο φτωχός συγγενής! Βέβαια, εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι είχα λάθος. Η Κύπρος δεν ήταν ο φτωχός συγγενής, όπως νόμιζα, αλλά μια άλλη παραφυάδα της ίδιας παράδοσης στην οποία ανήκε ο γέροντας Παΐσιος, ο γέροντάς του Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης κι ο γέροντας Ιάκωβος. Οι δύο πρώτοι κατάγονταν από τα Φάρασα της Καππαδοκίας, και συγκεκριμένα από την κωμόπολη των Φαράσων που έδωσε και το όνομα όλης της μεγάλης αυτής περιφέρειας που εκτείνεται πάνω στις οροσειρές και τα υψίπεδα του Ταύρου και του Αντίταυρου. Ο δε γέροντας Ιάκωβος καταγόταν από το Λιβίσι της Μικράς Ασίας που βρίσκεται απέναντι από τη Ρόδο.
Όλα αυτά τα μέρη γειτνιάζουν με την Κύπρο, κι όλοι ανήκουμε στην Ανατολική Μεσόγειο. Όπου για αιώνες λειτουργούσε η ενιαία παράδοση της καθ’ ημάς Ανατολής, η οποία κυοφορούσε ανθρώπους, τόσο από τα ασκητήρια όσο κι από τον λαό, που είχαν το ίδιο εκκλησιαστικό φρόνημα και την ίδια αντίληψη περί της ασκήσεως, της μετάνοιας και της αγιότητας.


Ο δε π. Συμεών που πιστεύει στην παράδοση αυτή, αλλά και στη δύναμη της λαϊκής ευσέβειας από την οποία θεωρεί ότι μέσα από τους κόλπους της γεννούνται άνθρωποι του Θεού, ενάρετοι κι αγιασμένοι. Δηλαδή, δεν θεωρεί ότι η λαϊκή ευσέβεια σχετίζεται μόνον με τις «δεισιδαιμονίες», τις «προκαταλήψεις», τις «φοβίες», τις υπερβολές και τις γραφικότητες κάποιων παππούδων και γιαγιάδων. Αλλά, όταν αυτή παραμένει εντός των εκκλησιαστικών ορίων μπορεί να καρποφορήσει αρετή και αγιότητα. Έτσι έβλεπε τους παλαιούς Κύπριους, κι απ’ ότι βλέπω αυτό ισχύει και σήμερα για τους νεώτερους και το λέω αισθανόμενος μέσα μου αισιοδοξία.
Θέλοντας, λοιπόν, ο πατήρ Συμεών να μου φανερώσει εμπράκτως αυτήν την κοινή παράδοση με πήρε από το χέρι και μου είπε: «Έλα να πας να δεις κι έναν δικό μας γέρο» και δεν μου είπε γέροντα, την ώρα που εγώ του μιλούσα για τον π. Ιάκωβο και τον π. Ευμένιο. Για τον π. Συμεών ο Παναής ήταν ένας γέρων του γεροντικού κι όχι μια γραφικότητα, ένας ευσεβής βρακάς. Ήταν ένας γέροντας σε Κυπριακή εκδοχή.Έτσι συναντήθηκα με τον γέρο Παναή τον Ιανουάριο του 1987, στο πρόσωπου του οποίου είδα αμέσως την κυπριακή ευσέβεια. Έκτοτε πηγαίναμε πολύ συχνά και γνώρισα όλη τη συνοδεία του, τον αδελφό του Βασίλη και τις αδελφές του Τρυφωνού και Θεωρού.

Θα ήθελα όμως να σημειώσω ότι τον γέρο Παναή τον είδα για πρώτη φορά σε μια αγρυπνία, προτού τον συναντήσω.

Επειδή, μου άρεσε πολύ να πηγαίνω σε αγρυπνίες, κάτι που συνήθισα να κάνω στην Ελλάδα το ανέφερα στον π. Συμεών και μού είπε: «Εμείς δεν κάναμε ποτέ εδώ αγρυπνία αλλά αν θες να πηγαίνεις, κάμνει η Φανερωμένη κι ο Άγιος Γεώργιος ο Μακρής». Έτσι, λοιπόν, πήγα στην πρώτη μου αγρυπνία εδώ στην Κύπρο στο ναό της Φανερωμένης, με τον Νώνη Αντωνιάδη από την Τερσεφάνου, ο οποίος ήταν από τους πρώτους φίλους που γνώρισα, ποδοσφαιριστής του Πεζοπορικού και ενίοτε ψάλτης. Στην αγρυπνία αυτή γνώρισα και τον π. Μιχαήλ, πρόσφυγα παπά από τον Άγιο Νικόλαο Λευκονοίκου, κι αυτός κομμάτι της λαϊκής ευσέβειας της Κύπρου.
Όταν, λοιπόν, έφτασε η ώρα του εξάψαλμου όλοι παραμέρισαν και ήρθε ο γέρο Παναής να τον διαβάσει. Ακούγοντας τον αισθάνθηκα ότι αυτός ο άνθρωπος ζωγραφίζει και εικονίζει τον εξάψαλμο! Ήταν πολύ συγκλονιστικό για μένα. Τα μάτια μου «έτρεχαν»! Όλο το κλίμα του ναού ήταν συγκλονιστικό. Με τις μαυροφορημένες γυναίκες της Κύπρου, τις μητέρες των αγνοουμένων, την Ελλού, την πιο χαρούμενη από αυτές, τη λεγόμενη «εκατομμύριο», τη Δέσποινα, την Κυριακού, οι οποίες είχαν πολύ πόνο, τους Λυσιώτες, τους Κοντεάτες, τους Καρπασίτες, τον κόσμο της Μεσαορίας, τον κόσμο της Κύπρου. Οι Λαρνακείς ήσαν λίγοι, αλλά θυμάμαι την κα Αντωνιέττα που κι αυτή κόμιζε μιαν άλλην αστική ευσέβεια. Μέσα σε όλο αυτόν τον προσφυγόκοσμο που είχε μετασχηματίσει τον πόνο του σε προσευχή κι αγρυπνία, ξεχώριζε ο γέρο Παναής.


Τι σας έκαμε εντύπωση από την προσωπικότητα του;

Μου έκαμε εντύπωση το φωτισμένο του μάτι. Ο οφθαλμός του είχε φως. Αντιλήφθηκα ότι ήταν ένας άνθρωπος που έβλεπε μέσα σου, διότι είχα αυτήν την εμπειρία από τους προαναφερθέντες ανθρώπους που γνώρισα στην Ελλάδα. Το μάτι του ήταν εποπτικό και μου θύμισε το μάτι του γέροντα Ιάκωβου. Αισθανόσουν ότι έβλεπε μέσα σου με πατρότητα, με σεβασμό, με διάκριση κι όχι κατάκριση, με αγάπη κι έλεος. Ήταν πολύ έξυπνος κι εύστροφος. Το χιούμορ του και η δυνατότητα να δίνει άμεσες φωτισμένες απαντήσεις μου θύμιζε πάρα πολύ τον γέρο Παΐσιο που είχε το ιδίωμα της αγιασμένης εξυπνάδας.


Στις 27 Δεκεμβρίου χειροτονείστε διάκονος. Κι όταν πάει να σας συγχαρεί, δείχνει χαρά και αγάπη. Φαίνεται ότι είχατε μια ιδιαίτερη σχέση κι αυτό διακρίνεται στη φωτογραφία που έχετε κι εσείς κι εγώ.
Ναι, είμαστε φίλοι πια με τον γέρο Παναή. Έχω, πλέον, μία ιδιαίτερη σχέση μαζί του. «Πιάνω» τις συχνότητές του κι αυτός «πιάνει» τις δικές μου.

Πάντως, στη φωτογραφία εσείς χαίρεστε κι αυτός δείχνει ενθουσιασμό …

Εκεί μου είπε κάτι, το οποίο ίσως να ήταν προφητικό.

Μπορείτε να μας το πείτε;
Έρχεται, λοιπόν, με τη «βρακούδα» του να μου ευχηθεί αφού όλοι παραμέρισαν -δείγμα του σεβασμού που ετύγχανε σε όλη τη Λάρνακα- κι όπως βλέπετε στη φωτογραφία σκύβω διότι εγώ είμαι ψηλός κι αυτός κοντός. Εκεί μου λέει με τη στεντόρεια φωνή του: «Ά ξ ι ο ς! και σ ’ ανώωωτερα …» κι όπως έδειξε με το κεφάλι του στο «και εις ανώτερα», εγώ γύρισα και είδα τον Μητροπολίτη Κιτίου που έδινε δίπλα το αντίδωρο!
Ώστε κάτι πράγματι έλεγε η φωτογραφία;
Ναι, είναι φωτογραφία με νόημα.
Μπορείτε να μας πείτε και κάποια άλλα περιστατικά;
Θυμάμαι, τα ράσα τα έβαλα προτού χειροτονηθώ σε διάκο, Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, και το απόγευμα ο π. Συμεών μου λέει: «Πάμε, να ευλογήσει τα ράσα σου που έβαλες για πρώτη φορά, ο γέρο Παναής». Να με ποιον τρόπο με εισήγαγε ο π. Συμεών στην παράδοση της Κύπρου. Φτάνοντας στο σπίτι του Παναή και βλέποντάς με ρασοφόρο μου λέει: «Άλλος άνθρωπος Όμηρε με τα ράσα, μεταμορφωμένος. Λέω κι εγώ, ποιος είναι αυτός ο ψηλός, ο φωτεινός άνθρωπος»; Δηλαδή, σ’ έκανε να αισθάνεσαι τιμή που φορείς ράσο και πόσο πρέπει να το τιμήσεις, διότι είναι ένα φωτεινό ένδυμα «χιτώνα μοι παράσχου φωτεινόν». Είναι ένα βάπτισμα η ρασοφορία και σου το έλεγε αυτός που δεν ρασοφόρησε ποτέ…
Επίσης, κάτι που χαρακτήριζε έντονα τη λαϊκή ευσέβεια του γέρου Παναή και της συνοδείας του, τους ανθρώπους του περιβάλλοντος του την Τρυφωνού, τον Βασίλη, τη Θεωρού, και που πολύ αργότερα κατάλαβα την αξία του. Ήταν η μνημόνευση των ονομάτων. Κάτι που έκαναν και ο γέρο Ιάκωβος και ο γέρο Ευμένιος, καθηκόντως ως παπάδες κι αυτός το έκανε χωρίς να είναι ιερέας. Είχε παράκληση κάθε μέρα στις μία η ώρα και κατά τη διάρκεια της παράκλησης, γονάτιζε αυτός και η συνοδεία του και μνημόνευε από ένα δεφτέρι γύρω στις δυόμισι χιλιάδες ονόματα ανθρώπων, νεκρών και ζωντανών. Αυτό είναι δείγμα της λαϊκής ευσέβειας και παράδοση της καθ’ ημάς Ανατολής. Ξέρω ανθρώπους στη Λάρνακα που μού ‘παν πως εμείς μάθαμε να μνημονεύουμε ονόματα από το γέρο Παναή. Αυτό δείχνει μια λαϊκή ιεροσύνη. Και δεν ήταν κάτι που έκανε μονάχα ο γέρο Παναής, αλλά κάτι που γινόταν στην ορθόδοξη παράδοση. Υπήρχε στην Κύπρο, στη Μικρά Ασία. Εξομολογώ διαφόρους ανθρώπους και τους λέω να μνημονεύετε ονόματα τις νύκτες και ζωντανών και νεκρών και μου λεν ότι το κάνουν. Μας το είπε η γιαγιά μας, ο παππούς μας. Άρα είναι παράδοση αυτό, παράδοση της Ανατολής.
Μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τον παππού ως οσιακή μορφή. Ως έναν Άγιο των ημερών μας;
Βεβαιότατα, χωρίς υπερβολή. Αλλά θέλω να πω κάτι π. Ανδρέα. Όταν μου είπατε να μιλήσουμε για τον γέρο Παναή, είπα τί να πω πέρα από κάποιους χαρακτηρισμούς; Ο γέρο Παναής δεν είναι μόνο ένα φυτό αγιότητας, ένα δέντρο ευσκιόφυλλο το οποίο βλάστησε στη Λύση και μεταφυτεύτηκε στη Λάρνακα λόγω της προσφυγιάς. Είναι κι αυτό. Αλλά, ήταν και «μέλος» μιας παρέας ανθρώπων του Θεού, που φαίνεται ότι υπήρχε από το ’60 στην Κύπρο. Αυτό που θα πω είναι πολύ βαρύ. Διαβάζοντας το βιβλίο που αναφέρεται στον Χατζη-Φλουρέντζο, γνωρίζοντας έναν ανάλογο άνθρωπο που ζει στην Ευρύχου και ξέροντας επίσης και για έναν ψάλτη του χωριού μου, τον Δημήτρη του Πρωτόπαπα, διαπίστωσα ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι είχαν ένα κοινό. Τί κοινό νομίζετε είχαν, την ώρα που ένας ήταν στη Μηλιά Αμμοχώστου, ο άλλος στη Λύση, ο άλλος στη Ζώδια κι ο άλλος στην Ευρύχου;

Που δεν γνωρίζονταν βέβαια…
Οι δύο γνωρίζονταν.
Ναι, ο Χατζηφλουρέντζος και ο Παναής. Ήταν και φίλοι μάλιστα.
Το κοινό που είχαν αυτοί οι άνθρωποι ήταν ότι τους αποκάλυψε η Παναγία ότι θα γίνει η εισβολή. Αυτό είναι πολύ δυνατό σημείο. Τους αποκάλυψε η Θεοτόκος ότι έρχονται μεγάλα κακά στην Κύπρο και «πρέπει να επιστρατευτείτε» κατά την έκφραση ενός εκ των τεσσάρων, «με αγρυπνίες, νυχτερινές προσευχές, μετάνοιες». Μετάνοια. Και στους τέσσερις το είπε αυτό η Παναγία.
Ο παππούς ο Παναής σας το ανέφερε αυτό, διότι δεν θυμούμαι να το είχε πει σε μένα;
Ο Παναής έλεγε στους Λυσιώτες: «Τι κρίμα που χτίζετε μεγάλα σπίτια, Τούρκοι θα τα κατοικήσουν». Άρα, είχε αίσθηση ότι έρχεται κακό στον τόπο. Το ίδιο, κι αυτός ο χωριανός μου ο ψάλτης. Λίγο πριν την εισβολή, άρχισε να κλαίει κι όταν η κόρη του η Μηλού τον ρώτησε γιατί κλαίει αυτός της απάντησε: «Αχ κόρη μου, Τούρκοι θα ’ρθουν στο χωριό μας και θα γίνουμε πρόσφυγες». «Τι λες πατέρα, θα μείνουμε για πάντα πρόσφυγες»; «Όχι, της είπε, όταν ακούσετε ότι ιδρύθηκε στην Τουρκία μία καινούρια χώρα που θα λέγεται Κουρδία, τότε να ξέρετε ότι θα επιστρέψουμε όλοι πίσω. Αλλά μέχρι τότε, πολλοί θα πεθάνουν με την πίκρα της επιστροφής και θα μείνουν πρόσφυγες». «Και μέχρι πού θα ’ρθουν οι Τούρκοι, πατέρα»; «Μέχρι τον Αστρομερίτη» της απάντησε.
Αυτό ήταν αδιανόητο τότε. Είναι σαν να έλεγες κάποιου ότι θα πιάσουν την Αραδίππου οι Τούρκοι, όχι όμως και τη Λάρνακα. Αυτή είναι η γεωγραφική σχέση Ζώδιας - Αστρομερίτη. Ο άνθρωπος του Θεού, που προανέφερα και που ζει ακόμα στην Ευρύχου του είπε η Παναγία τα ίδια από το 1964. «Παναγία μου, της λέει, γιατί να μην κοιμούμαι τη νύχτα και να κάμνω αγρυπνίες, αφού θα ’ρθουν οι Τούρκοι»; Και του λέει η Παναγία: «Για νά ’ρθει το κακό λιγότερο». Πόσο προληπτικά, προνοητικά ενεργεί ο Θεός! Θα μπορούσε να γίνει μεγαλύτερο κακό από αυτό που συνέβηκε.
Άρα, δεν μπορούμε να πούμε ότι πήγαιναν χαμένες οι προσευχές;
Καθόλου δεν χάθηκαν οι προσευχές. Αντίθετα ήρθε μικρότερο κακό. Τι θα γινόταν αν δεν είχαμε αυτούς τους ανθρώπους; Μάλιστα, υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι σε διάφορα χωριά που δεν τους συγκρατεί τώρα η μνήμη μου, που επιστρατεύτηκαν τότε για να προσεύχονται. Άλλοι από κάποιον άγγελο, άλλοι από κάποιον άγιο, άλλοι από την Παναγία.
Ένα άλλο περιστατικό που θυμάμαι είναι το ακόλουθο. Κάποτε του είπε ο π. Συμεών: «Θα βγάλουμε πολλούς αγιογράφους». Αυτός απάντησε: «Εν να χρειαστούν, Συμεών, εν να χρειαστούν. Αύριο που θα ’ρθει εποχή να πάμε στα χωριά μας- όσοι πάνε- ποιος θα ζωγραφίσει αυτές τις εικόνες. Θα θέλουμε πολλούς αγιογράφους».
Ο γέρο Παναής ήταν μια συγκλονιστική προσωπικότητα. Είχε διάφορα χαρίσματα. Το διαπίστωσα, επειδή γνώρισα τον π. Ιάκωβο, που είχε μέγα διορατικό και προορατικό χάρισμα αλλά το έκρυβε. Αυτοί οι άνθρωποι, όταν μιλάς μαζί τους, μιλούν σε διάφορα επίπεδα την ίδια ώρα. Ένα επίπεδο είναι αυτό που βλέπουν απέναντί τους, ένα άλλο είναι αυτό της μνήμης που είναι γεμάτη φως, κι ένα τελευταίο είναι αυτό του μέλλοντος που βλέπουν. Δηλαδή, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον λειτουργεί ταυτόχρονα στην όραση τους. Οι κουβέντες αυτών των ανθρώπων δεν είναι τυχαίες. Αυτοί οι απλοί καλόγεροι, όπως ο π. Παΐσιος, ο π. Ιάκωβος, ο π. Πορφύριος είχαν αυτά τα έκτακτα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και δεν είναι μόνο το προορατικό και το διορατικό. Αυτά είναι μικρότερα χαρίσματα μπροστά στην πατρότητα, την οποία εξέπεμπαν σ’ αντίθεση με πολλούς άλλους ακόμα και κληρικούς και αρχιερείς.
Ένα χάρισμα που δεν τονίστηκε και πολύ και παρ’ όλο που ο παππούς ήταν λαϊκός, είχε το χάρισμα της πνευματικής πατρότητας.
Ναι κι εγώ θεωρώ ότι το χάρισμα της πνευματικής πατρότητας είναι το ύψιστο.

Θυμάστε πώς αποκάλεσε τον γέρο Παναή ο Γέροντας του Σταυροβουνίου στον επικήδειο του; Ο πνευματικός των πνευματικών, ο γέροντας των γερόντων της Κύπρου. Τον αποκάλεσε «Πάτερ Παναή» και μας διαπέρασε όλους ρεύμα ηλεκτρικό. Τι γίνεται εδώ; Πώς ο ηγούμενος του Σταυροβουνίου που όλοι ξέρομε πόσο φειδωλός είναι σε επαίνους και σε λόγια, αποκαλεί έτσι έναν λαϊκό; Κι ήμασταν 25 ιερείς, 3 διάκονοι κι ένας ηγούμενος όταν τον κηδεύαμε μέσα σε μία παράγκα. Τη λυόμενη τότε εκκλησία της Αγίας Θέκλας.
Τί σήμαινε να τον αποκαλεί πατέρα; Σήμαινε ότι ήταν ο πατέρας όλων εκείνων των παπάδων που πήγαιναν κοντά του να βρουν παρηγοριά, να βρουν νόημα ζωής, νόημα θανάτου. Ήταν ο πατέρας όλων των μανάδων των αγνοουμένων, όλων των εγκλωβισμένων, των χαμένων. Κακά τα ψέματα. Ο γέρο Παναής έμαθε τη Λάρνακα να κάμνει αγρυπνίες, μια πόλη που μέχρι τότε ήταν το προκεχωρημένο φυλάκιο του φραγκολεβαντινισμού. Το Σταυροβούνι έμαθε τη Λάρνακα να εξομολογείται, το συνέχισε αυτό ο π. Αντώνιος και το κρατά μέχρι σήμερα αυξάνοντας και μεταδίδοντας το και σε άλλους πνευματικούς και ο π. Συμεών την έμαθε ν’ αγαπά την εικόνα. Αυτή είναι η αλήθεια της Λάρνακας.

Αφού θεωρείτε, όπως και άλλοι βέβαια, ότι στην αντίληψη του λαού του Θεού ο παππούς ο Παναής είναι ένας σύγχρονος άγιος, γιατί η Σύνοδος της Κύπρου δεν τον ανακηρύσσει. Την ώρα που ξέρουμε ότι έχει αιώνες ν’ ανακηρύξει άγιο. Γιατί άραγε; Δεν θα μπορούσε να γίνει;
Ουδείς αμφιβάλλει ότι ο γέρο Παναής ήταν ένας σημαντικός γέροντας, μια οσιακή μορφή της Λάρνακας. Αλλά, το θέμα της αγιοκατάταξής του νομίζω για την ώρα να το αφήσουμε. Θέλουμε ακόμα χρόνο, αλλά ούτε το αποκλείω ούτε το επιδιώκω. Η αγιοκατάταξη, ιδιαιτέρως οσιακών μορφών για να γίνει, πρέπει να μιλήσει κι ο ουρανός πιο έντονα! Να εισπράξουν και οι άνθρωποι την προσφορά του και να την καταθέσουν. Η Σύνοδος των Ιεροσολύμων έκαμε αγιοκατάταξη του αγίου Φιλουμένου του Κυπρίου, για τον γέροντα Παναή, ακόμα πρέπει να περιμένουμε την ελευθερία της Κύπρου
Τι σχέση έχει;
Έχει σχέση. Προηγουμένως είχα πει ότι αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι της Κύπρου πριν από τη δράση της ΕΟΚΑ Β΄και τα γεγονότα του ΄74, είχαν την αίσθηση ότι οδηγούμαστε σε διχασμό και ότι αυτός θα φέρει τους Τούρκους, οι οποίοι θα προκαλέσουν την κατοχή και την παρατεταμένη διχοτόμηση, πράγμα που ζούμε εδώ και 38 χρόνια. Τώρα εναπομένουν τα επίλοιπα να πραγματοποιηθούν. Αν αυτά γίνουν, που θα γίνουν κατά την άποψή μου, τότε η Εκκλησία θα βρεθεί μπροστά σ’ ένα φοβερό γεγονός. Διότι, αυτά δεν θα αφορούν μόνο την Κύπρο, αλλά θα αφορούν την οικουμένη.
Να προσθέσω όμως ότι δεν πρέπει να αγωνιούμε για την αγιοκατάταξή κάποιων οσίων ανθρώπων που γνωρίσαμε. Μάλλον, θα πρέπει να αγωνιούμε πώς να τους μιμηθούμε. Τώρα, αν τον γέροντα Ιάκωβο τον κατατάξει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις τάξεις των οσίων ή όχι, για μένα είναι άγιος. Τι σημαίνει αυτό; Συνεχίζει, η πατρότητα του και μετά θάνατον. Δεν έχω πατέρα, γιατί τον γνώρισα εν ζωή. Ξέρω ανθρώπους που έμαθαν για τον γέροντα Ιάκωβο από εμένα που τους είναι πιο έντονη η πατρική του παρουσία στη ζωή τους, από ό,τι σε μένα.
Χρειάζεται όμως και η γνωριμία του πατέρα εν ζωή;
Ναι, ο δικός μου ο ρόλος ήταν τούτος. Να μιλήσω γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Ότι υπάρχουν άνθρωποι θεοφόροι, άνθρωποι που το Άγιο Πνεύμα το γνωρίζουν και συνοικεί μαζί τους. Ο γέρο Παναής ήταν ένας πνευματοφόρος άνθρωπος. Βλέπεις, ενώ μιλώ για το γέρο Παναή, αναφέρομαι στον γέρο Παΐσιο, στον γέρο Ιάκωβο. Είναι τυχαίο αυτό; Για μένα είναι το ίδιο. Οι μεν είναι Μικρασιάτες, οι δε Κύπριοι.
Εκτός από το χάρισμα της πατρότητας, ποιο άλλο χάρισμα είχε;
Σας είπα, ήταν άνθρωπος που είχε συναίσθηση του πνευματικού πατέρα, του δασκάλου. Ήξερε να διδάσκει κάποιον και να τον πείθει ν’ αγωνιστεί. Γιατί μπορεί κι εγώ κι εσύ να διδάξουμε, όμως να μην μπορούμε να πείσουμε. Αυτός ήταν καλός μαθητής και κατ’ επέκταση καλός δάσκαλος. Σε μάθαινε να μετανοείς, να μην απελπίζεσαι από τα χάλια σου. Έμπαινε σ’ αυτή τη διαδικασία άμα έβλεπε ότι είχες διάθεση μαθητείας.
Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος είχε γέροντά του, πνευματικό του πατέρα, ένα μοναχό, το Συμεών τον Ευλαβή. Ο παππούς ο Παναής ως λαϊκός ήταν πνευματικός πατέρας. Αναλύστε μας λίγο, εξηγήστε μας το ρόλο του εξομολόγου ιερέα και αυτό του λαϊκού πνευματικού πατέρα και πώς αυτό μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη;

Ξέρω ότι και σήμερα εφαρμόζεται. Εξομολόγος είναι ο ιερέας που θα πας να εξομολογηθείς τις αμαρτίες σου και να σου διαβάσει τη συγχωρητική ευχή. Ο πνευματικός, είτε είναι ιερέας, αρχιερέας, διάκος, είτε είναι μοναχός, όπως ο π. Παΐσιος, είτε είναι λαϊκός όπως ο γέρο Παναής είναι πατέρας, με την έννοια ότι μπορεί να διδάξει τη μετάνοια, διότι τη ζει. Η μετάνοια είναι έργο του Αγίου Πνεύματος κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Αυτοί οι άνθρωποι έχοντας πνεύμα μαθητείας αφού ακούσουν στην καρδία τους τον Χριστό και το Άγιο Πνεύμα, μπορούν να γεννήσουν και να καθοδηγήσουν ανθρώπους με ασφάλεια. Όχι με διαλεκτική, όχι με κηρυγματική πρακτική, όχι με ρητορική νοησιαρχική παιδεία όπως συμβαίνει σήμερα σε πολλούς παπάδες, που είναι εξομολόγοι από τον επίσκοπό τους αλλά δεν έχουν μέσα τους την πληροφορία του Αγίου Πνεύματος.
Πόσο απαραίτητο είναι τότε να πηγαίνει ένας άνθρωπος σε τέτοιους πνευματικούς και για ποιο λόγο, εφ’ όσον ο πνευματικός πατέρας είτε ως μοναχός είτε ως λαϊκός που έχει το Άγιο Πνεύμα μπορεί να αναγεννήσει τον άνθρωπο. Εάν ο πνευματικός ιερέας δεν αναγεννά, πόσο απαραίτητο είναι να προσέρχεται κανείς κοντά του;

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...